Βλέπω ὅτι ἐξακολουθῶ νὰ μένω ἀδιόρθωτος καὶ καθημερινῶς νὰ προχωρῶ εἰς τὰ χειρότερα καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη μεγάλως· βλέπω τὸν κλέπτην πλέον νὰ πλησιάζῃ καὶ νὰ βιάζεται νὰ μὲ ἁρπάσῃ ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωὴν καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη ὑπερβολικά· βλέπω τὸ τέλος τῆς ζωῆς μου δύσκολον, μακρὰν δὲ καὶ τὴν ἔξοδόν μου πρὸς τὴν ἄλλην ζωήν, ἐνῷ ἐγὼ δὲν ἔχω τὰ ἀπαραίτητα ἐφόδια διὰ τὴν ἔξοδον αὐτήν, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη ὑπερβολικά!
Βλέπω τὸν δανειστήν μου ὅτι μὲ ἐπλησίασε καὶ μὲ συνέλαβεν· βλέπω ὅτι ἡ προθεσμία ἐτελείωσε καὶ ὁ δανειστής μου μὲ εὑρίσκει εἰς ἀδυναμίαν νὰ ἐξοφλήσω τὸ χρέος μου. Βλέπω τὸν λογοθέτην [1] νὰ κρατῇ τὸ χειρόγραφόν μου καὶ τοὺς δημίους νὰ τρίζουν τοὺς ὀδόντας των· βλέπω πολλοὺς κατηγόρους ἐναντίον μου καὶ οὔτε ἕνα συνήγορον καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα· τρέμω καὶ ἀγωνιῶ, φρίττω καὶ συγκλονίζομαι ὁλόκληρος· καὶ δὲν γνωρίζω τὶ νὰ πράξω. Νὰ ζητήσω παράτασιν τῆς ζωῆς μου; Ἀλλὰ φοβοῦμαι μήπως προσθέσω καὶ ἄλλα ἁμαρτήματα εἰς ὅσα ἔχω διαπράξει μέχρι τοῦδε καὶ εὑρεθῶ πάλιν ἀνέτοιμος· καὶ εὑρίσκομαι εἰς ἀμηχανίαν μὲ ποῖον πρόσωπον νὰ ἀντικρύσω τὸν Κριτήν· διότι βλέπω ὅτι τὰ κακά, τὰ ὁποῖα διέπραξα, εἶναι ἀπὸ τὰ χειρότερα· ὁ πονηρὸς δὲν παύει ἀπὸ τοῦ νὰ μὲ ἐνοχλῇ καὶ οἱ ἐχθροὶ μου δὲν σταματοῦν τὸν ἐναντίον μου πόλεμον· ὁ ἐμφύλιος πόλεμος τῆς σαρκός μου δὲν λυπῆται νὰ μὲ ταράσσῃ καὶ νὰ μὲ συγχίζῃ· οἱ πονηροὶ λογισμοὶ οὐδέποτε ἡσυχάζουν.
«Καὶ σύ, Κύριε, ἕως πότε;». Τὶ ἤθελε νὰ εἴπῃ μὲ τοὺς λόγους τούτους, δὲν τὸ εἶπεν. Ἀλλὰ κυριευμένος ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴν θλῖψιν καὶ τὰς δυσκόλους περιστάσεις, ἴσως ἠθέλησε κάτι τὸ φρικτὸν καὶ τολμηρὸν νὰ εἴπῃ πρὸς τὸν Θεόν, ἀλλὰ συνεκράτησε τὸν ἑαυτόν του καὶ δὲν ἐτόλμησε νὰ τὸ ἐκστομίσῃ σαφῶς· ἀλλὰ λέγει· «Καὶ σύ,Κύριε, ἕως πότε;». Ἰδού, λέγει, γνωρίζεις, Κύριε, εἰς ποίαν ἀθλίαν καὶ ἐλεεινὴν καὶ δύσκολον κατάστασιν εὑρίσκομαι· ἰδοὺ βλέπεις τὴν ἐναντίον μου ἐπίθεσιν καὶ τὴν κάμινον τῆς σαρκὸς καὶ τὴν ἀντίστασιν καὶ τὸν πόλεμον τῶν λογισμῶν καὶ τὴν ἔλλειψιν τοῦ χρόνου πρὸς μετάνοιαν καὶ τὴν ἐξασθένησιν τῆς δυνάμεώς μου. Λοιπόν, Κύριε, ἕως πότε δὲν θὰ δεικνύῃς συμπάθειαν πρὸς ἐμέ; ἕως πότε δὲν θὰ ἀνταποδίδῃς κατὰ τὰς ἁμαρτίας μου; ἕως πότε θὰ παραβλέπῃς; ἕως πότε θὰ μακροθυμῇς; ἕως πότε δὲν θὰ μὲ παιδεύσῃς; ἕως πότε δὲν θὰ μὲ λυτρώσης;