Λόγος εἰς τὴν παρείσβασιν τῶν νηστειῶν καὶ εἰς τὸν Ϛ’ Ψαλμόν, τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀναστασίου ἡγουμένου τοῦ ὄρους Σινᾶ.

Καὶ ὅταν μὲν ἀκούωμεν ταῦτα, πιστεύομεν ὅτι εἶναι ἀληθῆ· ὅμως καλὸν εἶναι νὰ προλάβωμεν τὴν ὥραν τοῦ θανάτου μας καὶ νὰ προετοιμασθῶμεν διὰ τῆς μετανοίας· διότι πόσοι, εἰπέ μου, ἁρπάζονται ἐξαφνικὰ ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωὴν χωρὶς νὰ προφθάσουν οὔτε νὰ λαλήσουν οὔτε νὰ δακρύσουν οὔτε διαθήκην νὰ κάμουν; Καὶ ποῖος δὲ σὲ διαβεβαιώνει ὅτι κατὰ τὴν ὥραν ἐκείνην θὰ εὕρῃς τὰ ἀναγκαῖα δάκρυα διὰ νὰ προσφέρης εἰς τὸν Θεόν, ὅσα προσέφερε καὶ ὁ λῃστὴς ἐκεῖνος; Διὰ τοῦτο ἂς μὴ περιμένωμεν, οὔτε νὰ λογαριάζωμεν, ὅτι κατὰ τὴν προσέγγισιν τοῦ θανάτου θὰ ἐξομολογηθῶμεν εἰς τὸν Θεόν, ἀλλὰ μᾶλλον ἂς προφθάσωμεν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν ἐξομολογήσει [7] (Ψαλμ. ϟδ’ 2). Βεβαίως δὲν ἔγραψα ταῦτα διὰ νὰ ἀποχαυνώσω τὰς ψυχάς σας, ἀλλὰ διὰ νὰ τὰς παρακινήσω εἰς ἐξομολόγησιν, ὄχι διὰ νὰ σᾶς κάμω ἀμελεστέρους, ἀλλὰ προθυμοτέρους. Ὥστε ἀφοῦ ἀγωνισθῶμεν καλῶς εἰς τὸ στάδιον τῶν νηστειῶν καὶ γίνωμεν ἄξιοι τῆς στεφάνων τῆς νίκης καὶ τῆς συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἀξιωθῶμεν καὶ τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, Χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μεθ’ οὗ τῷ Πατρὶ δόξα, ἅμα τῷ Ἁγίῳ καὶ ζωοποιῷ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

   

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ


Ὑποσημειώσεις

[1] Λογοθέτης· γραμματεὺς τῆς Βυζαντινῆς ἐποχῆς, ὁ ὁποῖος ἀνεγίνωσκε τὰς ἀποφάσεις τῶν αὐτοκρατόρων κ.λ.π.

[2] «Ράκος ἀποκαθημένης» χαρακτηρίζει ὁ Προφήτης Ἡσαΐας, ἐν τῷ ἀνωτέρω μνημονευομένῳ χωρίῳ, πᾶσαν ἡμῶν τὴν δικαιοσύνην. Ἅπασαι δηλαδὴ αἱ ἀρεταὶ ἡμῶν τόσον πολὺ ἀκάθαρτοι εἶναι, ὅσον τὸ ράκος τῆς ἀποκαθημένης. Ἀποκαθημένην δὲ ὀνομάζει ἡ Ἁγία Γραφὴ τὴν ἐμμηνορροοῦσαν γυναῖκα, τὴν ὁποίαν καὶ χαρακτηρίζει ἀκάθαρτον (Λευϊτ. ιεʹ 19-33, κʹ 18). Τὸ δὲ ράκος τῆς ἀποκαθημένης οὐχὶ μόνον βρωμερὸν καὶ ἄχρηστον τυγχάνει αὐτὸ καθ’ ἑαυτό, διὰ τὴν ἀκαθαρσίαν αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ νομικῶς εἶναι ἀκάθαρτον καὶ ὅστις ἐγγίσῃ αὐτὸ θεωρεῖται καὶ αὐτὸς ἀκάθαρτος (ἔνθ’ ἀνωτέρω ιεʹ 20).

[3] Τὴν προσευχὴν ταύτην τοῦ Μανασσῆ ὡς λίαν κατανυκτικὴν καὶ προτρεπτικὴν εἰς μετάνοιαν συμπεριέλαβον οἱ Πατέρες εἰς τὰς εὐχὰς τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου ἐν τῷ Ὡρολογίῳ, ἔνθα καὶ βλέπε αὐτήν.

[4] Βλέπε σχετικὴν ὑποσημείωσιν περὶ τούτου καὶ ἐν τῷ Βίῳ τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου εἰς τὴν κϛʹ (26ῃ) Σεπτεμβρίου, ἐν τόμῳ Θʹ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».

[5] Τὸ νοσοκομεῖον τοῦτο ᾠκοδόμησεν ὁ μέγας Ἰουστινιανὸς μετὰ τὴν θεραπείαν του ἀπὸ τὸν Ὅσιον Σαμψὼν τὸν Ξενοδόχον, διὸ καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ὁσίου (βλέπε ἐν τόμῳ Ϛʹ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», τῇ κζʹ (27ῃ) τοῦ μηνὸς Ἰουνίου).

[6] Ἐκσπηλευτής· ἡ λέξις δὲν ἀπαντᾷ εἰς τὰ λεξικά. Ἡ σημασία αὐτῆς εἶναι προφανής. Πλησιάζουν, λέγει, ἐκεῖνοι, οἵτινες θὰ μὲ ἀφαρπάσουν, θὰ μὲ ἐκσπάσουν βιαίως ἀπὸ τοῦ σπηλαίου μου (μεταφορικῶς ἀπὸ τοῦ ἁμαρτωλοῦ μου σώματος).

[7] Προφθάσωμεν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ· ἂς παρουσιασθῶμεν, δηλαδή, ὅσον τὸ δυνατὸν συντομώτερον ἐνώπιόν Του, διὰ νὰ τὸν ὑμνήσωμεν. Ἂς σπεύσωμεν νὰ τὸν δοξολογήσωμεν αἰφνιδιάζοντες αὐτὸν διὰ τῆς ταχυτάτης προθυμίας μας.