Μετὰ τρεῖς ἡμέρας, καθήσας ὁ τύραννος εἰς τὸ κριτήριον, ἐπρόσταξε καὶ ἔφεραν τοὺς Ἀθλητὰς ἔμπροσθέν του· εἶπε δὲ εἰς τοὺς βασανιστὰς νὰ βγάλουν λωρίδας ἐκ τοῦ δέρματος τοῦ τρισολβίου Γέροντος ἀπὸ τοὺς μαστοὺς καὶ τὴν ράχιν, ἕως τοὺς νεφρούς, νὰ βάλουν δὲ ἅλας καὶ ὄξος εἰς τὰς πληγάς του. Τοὺς δὲ δύο μαθητὰς τοῦ Ὁσίου προσέταξε νὰ τοὺς δείρουν μὲ βούνευρα ἐπί τινας ὥρας καὶ πάλιν νὰ τοὺς φυλακίσουν, διὰ νὰ στοχασθῇ πικρότερα βάσανα· ὕστερα δὲ ἀπὸ ὀλίγας ἡμέρας τοὺς ἔφερε καὶ πάλιν εἰς τὸ κριτήριον· εἶδε δὲ αὐτοὺς νὰ εἶναι χαρούμενοι, ἔχοντες τὰς παιδείας διὰ χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν καὶ καταγελῶντας αὐτόν. Τότε προσέταξε νὰ καταξεσχίσουν μὲ σιδηροῦς ὄνυχας τοὺς τιμίους πόδας των καὶ νὰ κατακαίουν τὰς πληγάς των μὲ λαμπάδας· πάλιν δὲ μετὰ ἡμέρας προσέταξε νὰ κατατρίψουν τὰς πληγάς των, χωρὶς λύπην, μὲ τρίχινα πανία καὶ ὡς ἐτελείωσε καὶ αὐτὴ ἡ παιδεία καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἵτινες ἔγιναν εἰς διάστημα δέκα ἑπτὰ ἡμερῶν, τότε ἀπεφάσισεν ὁ κατηραμένος καὶ ἀλιτήριος νὰ τοὺς κρεμάσουν! Λαβόντες δὲ οἱ φονεῖς τοὺς Μάρτυρας τῆς ἀληθείας τοὺς ἔφεραν εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης καὶ τῆς τελειώσεως. Καὶ ὁ μὲν Ὅσιος, ὤ τοῦ θαύματος! περιπατῶν ἦλθεν ἐκεῖ, ἐνῷ δὲν εἶχε σάρκας οὐδόλως εἰς τοὺς πόδας του, ἀλλὰ ἦσαν τὰ ὀστᾶ γυμνά, ὅπερ βλέποντες οἱ ἄνθρωποι ὅλοι ἐθαύμασαν· οἱ δὲ δύο μαθηταὶ τοῦ Ἁγίου ἐβαστάζοντο ὑπ᾽ ἀνθρώπων, διότι δὲν ἠμποροῦσαν νὰ περιπατήσουν ἀπὸ τὰς πολλὰς καὶ μεγάλας βασάνους.
Ὅταν λοιπὸν ἔφθασαν εἰς τὸν τόπον τῆς τελειώσεως, ἐζήτησεν ὁ Ὅσιος καιρὸν νὰ προσευχηθῇ, καὶ οἱ δήμιοι τοῦ εἶπον· «Καθὼς θέλεις, οὕτω κάμε». Τότε ὁ Ἅγιος λαβὼν τὸν Διάκονον τὸν ἔστησεν ἐκ δεξιῶν καὶ τὸν ἄλλον ἐξ ἀριστερῶν καὶ τοὺς λέγει· «Ὦ τέκνα μου, καιρὸς εἶναι νὰ ὑπάγωμεν πρὸς τὸν ποθούμενον Χριστόν, διὰ τὸν ὁποῖον καὶ τὰς παιδείας ὑπεμείναμεν ἂς προσευχηθῶμεν λοιπὸν καὶ διὰ τὸν κόσμον καὶ τὴν Ἐκκλησίαν, εὐχαριστοῦντες τὸν Κύριον, διότι μᾶς ἠλευθέρωσεν ἀπὸ τοῦτον τὸν μάταιον κόσμον καὶ μᾶς κατηξίωσε νὰ γίνωμεν κληρονόμοι τῆς ἀτελευτήτου Βασιλείας του». Ταῦτα εἰπὼν καὶ ὑψώσας τὰς χεῖρας καὶ τὰ ὄμματα είς τὸν οὐρανὸν προσηύξατο μὲ τοὺς ἄλλους δύο· ἐκ τρίτου δὲ ἐπὶ τῆς γῆς πεσόντες καὶ προσκυνήσαντες τὸν Κύριον, τὸν ηὐχαρίστουν διότι τοὺς ἠξίωσεν εἰς τὸ Μαρτύριον.