«Λοιπὸν τὶ νὰ κάμωμεν ἡμεῖς εἰς αὐτὰς τὰς μηχανὰς τοῦ διαβόλου διὰ νὰ σωθῶμεν; πρέπει νὰ γινώμεθα φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις, καὶ ἀπονήρευτοι ὡς αἱ περιστεραί, δηλαδὴ νὰ μεταχειριζώμεθα φρονίμους στοχασμοὺς ἐναντίον τῶν παγίδων, τὰς ὁποίας μᾶς στήνει ὁ διάβολος· διότι τὸ γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις, μᾶς τὸ εἶπεν ὁ Χριστός, διὰ νὰ στοχαζώμεθα προσεκτικὰ νὰ μὴ μᾶς λανθάνουν αἱ τέχναι τοῦ πονηροῦ ὅτι ἀπὸ τὸ ὅμοιον γνωρίζει τις ταχέως τὸ ὅμοιον· τὸ δὲ ἀκέραιον τῆς περιστερᾶς φανερώνει τὴν καθαρότητα τῶν ἔργων μας λοιπὸν κάθε καλὸν ἔργον θέλει ἀποδιώκει τὸ κακὸν καὶ δὲν θέλει ἑνώνεσθαι μὲ αὐτό. Ἀλλὰ πῶς ἠμποροῦμεν νὰ φεύγωμεν ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον δὲν γνωρίζομεν; διὰ τοῦτο πρέπει νὰ προσέχωμεν καλὰ καὶ νὰ στοχαζώμεθα τὴν πονηρίαν τοῦ ἐχθροῦ καὶ νὰ φυλαττώμεθα ἀπὸ τὴν κακομηχανίαν του καὶ τὰς τέχνας του· ὅτι λέγει ὁ θεῖος Πέτρος, ὅτι «Ὁ διάβολος περπατεῖ ὡς λέων, ζητῶν ποῖον νὰ καταπίῃ»· καὶ ὁ Προφήτης Ἀββακοὺμ λέγει, «Ὅτι τὰ φαγητά του εἶναι ἐκλεκτά»· ὅθεν εἶναι χρεία νὰ ἀγρυπνῶμεν καὶ νὰ προσέχωμεν πάντοτε, διότι καὶ αὐτὸς ἀγρυπνεῖ καὶ μᾶς πολεμεῖ καὶ μὲ τὰ ἔξωθεν πράγματα καὶ περισσότερον μὲ τοὺς ἔσωθεν λογισμοὺς καὶ ἔρχεται εἰς ἡμᾶς ἀφανῶς καὶ κρυφίως καὶ νύκτα καὶ ἡμέραν».
«Τί χρειαζόμεθα λοιπὸν εἰς τοῦτον τὸν πόλεμον; φανερὸν εἶναι ὅτι χρειαζόμεθα ἄσκησιν κοπιαστικὴν καὶ καθαρὰν προσευχήν· αὐτὰ δὲ τὰ δύο εἶναι τὰ γενικὰ καὶ καθόλου ἰατρικά, τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ μεταχειριζώμεθα εἰς κάθε ὀλέθριον λογισμόν· πρέπει ὅμως νὰ μεταχειριζώμεθα καὶ ἄλλας εἰδικὰς μηχανὰς εἰς τὸν πόλεμον τῆς σαρκός· καὶ ὅταν μᾶς ἔλθῃ κανένας αἰσχρὸς λογισμός, ἡμεῖς πρέπει νὰ τοῦ ἀντιφέρωμεν ἄλλον ἐναντίον λογισμόν· ἂν δὲ ὁ ἐχθρὸς δείξῃ μέσα εἰς τὴν φαντασίαν μας κανένα ὡραῖον πρόσωπον, πρέπει νὰ τὸ πολεμοῦμεν μὲ τὸν ὀρθὸν λογισμόν, ἤτοι νὰ ἐξορύσσωμεν τὰ μάτια ἐκείνου τοῦ προσώπου μὲ τὸν νοῦν μας, νὰ ἐκδέρωμεν τὴν σάρκα ἀπὸ τὰς παρειάς του καὶ νὰ κόπτωμεν τὰ χείλη του· καὶ τότε θέλει φανῆ τὸ πρόσωπον ἐκεῖνο ὡς γυμνὸς σκελετός, ἀσχημότατον καὶ φοβερόν· μὲ τοιοῦτον τρόπον ἂς στοχάζεται ὁ λογισμός, τὶ εἶναι ἐκεῖνο ὅπερ ἐπεθύμει πρωτύτερα καὶ οὕτω θέλει δυνηθῆ νὰ φυλαχθῇ ἀπὸ τὴν ψευδῆ ἀπάτην τοῦ ἐχθροῦ, στοχαζόμενος ὅτι ἐκεῖνο ὅπερ ἐπεθύμει δὲν ἦτο ἄλλο παρὰ ἕνα αἷμα μεμιγμένον μὲ φλέγμα βρωμερόν· τοιουτοτρόπως μὲ τοιούτους λογισμοὺς πρέπει νὰ ἀποδιώκωμεν ἀπὸ τὴν σκέψιν μας τὴν αἰσχρὰν εἰκόνα τῆς ἁμαρτίας καὶ μὲ τὸν πάσσαλον νὰ ἐκβάλλωμεν τὸν ἄλλον