εὑρίσκουν κλέπτας εἰς τὴν ξηράν, ὑπομένουν τρικυμίας καὶ ἀνέμους μεγάλους· καὶ ὅταν κερδίσουν, λέγουν ὅτι εἶναι πτωχοί, διὰ νὰ μὴ τοὺς φθονοῦν οἱ ἄλλοι. Ἡμεῖς δὲ αἱ Μοναχαὶ οὐδόλως δοκιμάζομεν τοιούτους κινδύνους διὰ νὰ κερδίσωμεν τ’ ἀληθινὰ καὶ οὐράνια κέρδη· εἰ δὲ καὶ ἀποκτήσωμεν καμμίαν παραμικρὰν ἀρετήν, εὐθὺς μεγαλύνομεν τὸν ἑαυτόν μας, καὶ ἐπιδεικνυόμεθα εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ὅτι εἴμεθα ἐνάρετοι καὶ πολλὰς φορὰς δὲν λέγομεν μόνον ἐκείνην τὴν ἀρετὴν τὴν ὁποίαν ἐκάμαμεν, ἀλλὰ προσθέτομεν καὶ ἐκείνας τὰς ὁποίας δὲν ἐκάμαμεν καὶ παρευθὺς μᾶς κλέπτει ὁ ἐχθρὸς καὶ ἐκεῖνο τὸ ὀλίγον καλὸν τὸ ὁποῖον ἔχομεν. Καὶ οἱ μὲν κοσμικοὶ ἄνθρωποι καὶ φιλάργυροι, ὅταν κερδαίνουν πολλά, ἐπιθυμοῦν νὰ ἔχουν περισσότερα. Καὶ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἔχουν, τὰ θεωροῦν ὡς μηδαμινὰ καὶ ἀνάξια, καὶ ἐξαπλώνουν τὴν ἐπιθυμίαν των εἰς ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν, καὶ προσπαθοῦν μὲ κάθε τρόπον νὰ μὴ τοὺς ἀντιληφθῇ τις ὅτι ἔχουν! Ἡμεῖς δὲ αἱ Μοναχαὶ κάμνομεν ὅλως τὸ ἐναντίον· καὶ κανένα καλὸν δὲν ἔχομεν, καὶ κανένα δὲν θέλομεν ν’ ἀποκτήσωμεν, καὶ πτωχαὶ ἀπὸ ἀρετὰς εἴμεθα καὶ λέγομεν ὅτι εἴμεθα πλούσιαι· ὅθεν καλὸν εἶναι ἐκεῖνος ὅστις εὐτυχεῖ ἀπὸ καλὰ ἔργα νὰ μὴ τὰ φανερώνῃ εἰς κανένα, διότι θέλει ζημιωθῆ πολλά· ὅτι καὶ ἐκεῖνο τὸ καλόν, τὸ ὁποῖον νομίζει πὼς ἔχει, θέλει ἀρθῆ ἀπὸ αὐτόν».
«Λοιπὸν πρέπει νὰ κρύπτωμεν, ὅσον εἶναι δυνατόν, τὰς ἀρετὰς ὅπου ἔχομεν ἐκεῖναι δὲ αἱ ὁποῖαι θέλουν νὰ φανερώνουν εἰς τοὺς ἄλλους τὰς ἀρετάς των, πρέπει νὰ φανερώνουν εἰς ἑαυτὰς καὶ τὰ ἐλαττώματά των καὶ τὰ πάθη των εἰ δὲ καὶ τὰ ἐλαττώματά των τὰ κρύπτουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους διὰ νὰ μὴ κατηγορηθοῦν ἀπὸ αὐτούς, πολὺ περισσότερον πρέπει νὰ κρύπτουν τὰς ἀρετάς των, νὰ μὴ τὰς φανερώνουν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, δια νὰ μὴ τὰς ἀποξενώνουν ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐκεῖναι δὲ αἵτινες εἶναι τῇ ἀληθείᾳ ἐνάρετοι, κάμνουν ὅλως τὸ ἐναντίον· διότι καὶ τὰ μικρὰ πταίσματά των τὰ διηγοῦνται εἰς τοὺς ἀνθρώπους μὲ προσθήκην καὶ ἐκείνων ὅσα δὲν ἔπραξαν, διὰ νὰ ἀποβάλουν τὴν δόξαν τῶν ἀνθρώπων, τὰ δὲ καλὰ ἔργα των τὰ κρύπτουν ὅσον δύνανται· διότι καθὼς ὁ θησαυρός, ὅταν φανερωθῆ, κλέπτεται καὶ χάνεται, οὕτω καὶ ἡ ἀρετή, ὅταν δημοσιεύεται καὶ φανερώνεται εἰς τοὺς ἄλλους, ἀφανίζεται. Καὶ καθὼς ὁ κηρὸς τήκεται εἰς τὸ πῦρ, οὕτω καὶ ὁ ἔπαινος ἀδυνατίζει τὸν τόνον τῆς ψυχῆς, ἐνῷ ὁ ὀνειδισμὸς καὶ ἡ ὕβρις δυναμώνει τὴν ψυχὴν καὶ τὴν φέρει εἰς μεγαλυτέραν ἀρετήν· ὅτι λέγει ὁ Κύριος· «Χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε ὅταν λαλήσουν οἱ ἄνθρωποι ἐναντίον σας καμμίαν ψευδῆ κατηγορίαν»· καὶ ὁ Δαβὶδ λέγει: «Ἐν θλίψει ἐπλάτυνάς με καὶ πάλιν ὀνειδισμὸν προσεδόκησεν ἡ ψυχή μου καὶ ταλαιπωρίαν» καὶ ἄλλα μύρια παρόμοια ρητὰ εὑρίσκει τις εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν».