γονεῖς των καὶ πολλὰς φορὰς τοὺς θανατώνουν μὲ δόλον· ὅθεν ἡμεῖς, αἱ ὁποῖαι ἠξεύρομεν αὐτά, ἂς μὴ πλανηθῶμεν ἀπὸ τὸν ἐχθρὸν καὶ νὰ στοχασθῶμεν, ὅτι ἔχουν ζωὴν ἀναπαυμένην καὶ ἀμέριμνον ὡς ὑπανδρευμέναι· ὅτι αὐταὶ καὶ ἀπὸ τοὺς πόνους τοῦ τοκετοῦ βασανίζονται καὶ ἂν εἶναι πάλιν στεῖραι κατατήκονται ἀπὸ τοὺς ὀνειδισμοὺς καὶ καταξηραίνονται· λέγω δὲ ταῦτα εἰς σᾶς διὰ τὰς μηχανὰς τοῦ πονηροῦ· ὅμως αὐτὰ τὰ ὁποῖα εἶπα δὲν εἶναι ἁρμόδια εἰς ὅλας τὰς γυναῖκας, ἀλλὰ εἰς μόνας τὰς Μοναχάς διότι καθὼς δὲν ἁρμόζει εἰς ὅλα τὰ ζῷα μία καὶ ἡ αὐτὴ τροφή, οὕτω καὶ ὁ αὐτὸς λόγος δὲν συμφέρει εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους· «Ὅτι τὸν νέον οἶνον δὲν πρέπει νὰ τὸν βάλωμεν εἰς ἀσκοὺς παλαιούς», λέγει ὁ Κύριος ἡμῶν».
«Διότι μὲ ἄλλον τρόπον πρέπει νὰ λαλῇ τις εἰς τοὺς τελείους καὶ εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν εἰς θεωρίαν καὶ γνῶσιν, καὶ μὲ ἄλλον εἰς τοὺς ἀγωνιστὰς καὶ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται εἰς τὴν πρᾶξιν τῆς ἀρετῆς καὶ μὲ ἄλλον τρόπον εἰς τοὺς κοσμικούς· ἐπειδὴ καθὼς τὰ ζῷα, ἄλλα εἶναι εἰς τὴν γῆν καὶ ἄλλα εἰς τὰ νερά, καὶ ἄλλα εἰς τὸν ἀέρα, ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι ἄλλοι βλέπουν εἰς τὰ ὑψηλὰ ὡς τὰ πετεινά, ἄλλοι ἔχουν μεσαίαν ζωήν, καὶ ἄλλοι εἶναι βυθισμένοι μέσα εἰς τὰς ἁμαρτίας, ὡς οἱ ἰχθεῖς· ἡμεῖς ὅμως αἱ Μοναχαὶ πρέπει νὰ κάμωμεν πτερὰ ὡς ἀετοὶ διὰ νὰ ἀναβῶμεν εἰς τὰ ὑψηλὰ καὶ νὰ καταπατήσωμεν λέοντα καὶ δράκοντα καὶ νὰ ἐξουσιάσωμεν τώρα ἐκεῖνον ὅστις ἦτο μίαν φορὰν ἐξουσιαστής· καὶ τοῦτο θέλομεν τὸ κατορθώσει, ἐὰν προσφέρωμεν εἰς τὸν Χριστὸν τὸν Σωτῆρά μας ὅλον μας τὸν νοῦν καὶ τὴν διάνοιαν. Πλὴν πρέπει νὰ ἠξεύρωμεν, ὅτι ὅσον ἡμεῖς ἀναβαίνομεν εἰς τὰ ὑψηλά, τόσον ὁ διάβολος σπουδάζει νὰ μᾶς ἐμποδίζῃ μὲ τὰς παγίδας του καὶ τοῦτο δὲν εἶναι θαυμαστόν· διότι ἂν καὶ οἱ δαίμονες φθονοῦν καὶ τὰ εὐτελῆ καὶ οὐτιδανὰ πράγματα τοῦ κόσμου, καὶ δὲν ἀφήνουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ παίρνουν τοὺς θησαυροὺς ποὺ εἶναι κρυμμένοι μέσα εἰς τὴν γῆν, τί παράδοξον εἶναι ἂν φθονοῦν ἡμᾶς, αἱ ὁποῖαι σπουδάζομεν νὰ κερδίζωμεν τὰ οὐράνια ἀγαθά;».
«Διὰ τοῦτο πρέπει νὰ ὁπλιζώμεθα μὲ κάθε λογῆς τρόπον ἐναντίον τῶν δαιμόνων· διότι καὶ αὐτοὶ ἀπὸ τὰ ἔξωθεν πράγματα μᾶς πολεμοῦν καὶ με τοὺς ἔσωθεν λογισμούς. Καὶ καθὼς τὸ πλοῖον ποτὲ μὲν ναυαγεῖ ἀπὸ τὰ ἔξωθεν κύματα τῆς θαλάσσης, ποτὲ δὲ ἀπὸ τὰ ἐσωτερικὰ ρήγματα τοῦ σκάφους, ἔτσι καὶ ἡμεῖς ἄλλοτε ἁμαρτάνομεν μὲ τὰ ἔξωθεν πρακτικὰ ἁμαρτήματα καὶ ἄλλοτε μὲ τοὺς ἐσωτερικοὺς