Αἴτιον δὲ τῆς ὑπερηφανείας εἶναι ἡ παρακοή· ὅθεν εἶναι δυνατὸν νὰ ἰατρευθῇ ἡ τοιαύτη ἀσθένεια μὲ τὸ ἔναντίον αὐτῆς ἰατρικὸν ἤτοι τὴν ὑπακοήν· διότι λέγει ὁ Προφήτης Σαμουήλ· «Ἡ ὑπακοὴ εἶναι καλλιτέρα ἀπὸ τὴν θυσίαν». Πρέπει λοιπὸν ἡ Ἡγουμένη νὰ κρημνίζῃ τὴν κενοδοξίαν εἰς τὸν πρέποντα καιρόν».
«Ἂν πάλιν εἶναι καμμία, Μοναχὴ ἀμελὴς καὶ ράθυμος, καὶ ὀκνεῖ καὶ βαρύνεται εἰς τὸ νὰ προκόψῃ εἰς τὴν ἀρετήν, πρέπει ἡ Ἡγουμένη νὰ τὴν ἐπαινῇ· καὶ ἂν κάμνῃ ὀλίγον τι καλόν, πρέπει νὰ δεικνύῃ ὅτι τὸ θαυμάζει καὶ νὰ τὸ μεγαλώνῃ· τὰ δὲ μεγάλα αὐτῆς σφάλματα νὰ τὰ λέγῃ εὐτελῆ καὶ παραμικρά. Διότι ὁ διάβολος, θέλων νὰ διαστρέφῃ τὰ πάντα τῶν μὲν ἐναρέτων καὶ ἀγωνιστῶν τὰ ἁμαρτήματα, σπουδάζει νὰ τὰ κρύπτῃ ἀπ’ αὐτῶν διὰ νὰ τοὺς φέρῃ εἰς ὑπερηφάνειαν, τῶν δὲ νεωτέρων καὶ ἀρχαρίων εἰς τὴν ἄσκησιν, ὅλα τὰ ἁμαρτήματα τὰ βάλλει ἐμπρὸς εἰς τοὺς ὀφθαλμούς των, διὰ νὰ τοὺς ρίψῃ εἰς ἀπόγνωσιν. Εἰς ἄλλην πάλιν Μοναχὴν λέγει ὅτι δὲν ὑπάρχει καμμία συγχώρησις διὰ σὲ ὅπου ἐπόρνευσες, εἰς ἄλλην ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τύχῃς σωτηρίας σὺ ἥτις ἐπλεονέκτησες. Ὅθεν ἡ Ἡγουμένη πρέπει νὰ παρηγορῇ αὐτάς, ὅπου πειράζονται τοιουτοτρόπως ἀπὸ τὸν ἐχθρὸν καὶ νὰ λέγῃ εἰς αὐτὰς ὅτι καὶ ἡ Ραβὰ πόρνη ἦτο, ἀλλ’ ἐσώθη μὲ τὴν πίστιν· καὶ ὁ Παῦλος διώκτης ἦτο, ἀλλ’ ἔγινε σκεῦος ἐκλογῆς· καὶ ὁ Ματθαῖος ἦτο τελώνης, ἀλλ’ ἔγινεν Εὐαγγελιστὴς καὶ ὁ ληστὴς ἔκλεπτε καὶ ἐφόνευεν, ἀλλὰ πρῶτος αὐτὸς ἤνοιξε τὴν θύραν τοῦ Παραδείσου· διὰ τοῦτο καὶ σύ, ἀδελφή μου, στοχάσου αὐτοὺς καὶ μὴ ἀπελπίσῃς τὴν ψυχήν σου».
«Ἐκείνας πάλιν τὰς ψυχὰς ποὺ ἐνικήθησαν ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειαν, πρέπει νὰ τὰς διορθώνῃ τις καὶ νὰ τὰς ἰατρεύῃ μὲ τοιοῦτον τρόπον· νὰ λέγῃ δηλονότι εἰς αὐτάς: τὶ ὑπερηφανεύεσαι, ἀθλία ψυχή, ὅτι δὲν τρώγεις κρέας; ἄλλοι οὐδὲ ψάρι βλέπουν· ὅτι δὲν πίνεις οἶνον; στοχάσου ὅτι ἄλλοι δὲν τρώγουν οὐδὲ ἔλαιον· τὶ ὑπερηφανεύεσαι ὅτι νηστεύεις ἕως τὸ βράδυ; ἄλλοι διέρχονται δύο καὶ τρεῖς ἡμέρας νηστικοί· τὶ ὑπερηφανεύεσαι ὅτι δὲν λούεσαι; πολλοὶ διὰ πάθος σωματικὸν δὲν λούονται ὁλότελα· ἀλλὰ θαυμάζεις τὸν ἑαυτόν σου ὅτι κοιμᾶσαι ἐπάνω εἰς τρίχινον στρῶμα· ἄλλοι κοιμῶνται πάντοτε καταγῆς. Δὲν κάμνεις κανένα πρᾶγμα μεγάλον, διότι ἄλλοι τοποθετοῦν κάτωθεν πέτρας, διὰ νὰ μὴ κοιμῶνται μὲ ἡδονὴν καὶ ἄλλοι ἐκρέμασαν ἑαυτοὺς μὲ σχοινιὰ ὅλην τὴν νύκτα· εἰ δὲ καὶ κάμῃς καὶ σὺ ὅλα αὐτὰ καὶ κάμῃς ἀκροτάτην ἄσκησιν, μὴ ὑψηλοφρονήσῃς, ὅτι δαίμονες ἔκαμαν καὶ κάμνουν περισσότερα ἀπὸ λόγου σου· διότι αὐτοὶ οὔτε τρώγουν, οὔτε πίνουν ποτέ, οὔτε κοιμῶνται, οὔτε ὑπανδρεύονται, ἀλλὰ εἰς τὰς ἐρήμους διατρίβουν· ὅθεν καὶ σύ, ἐὰν κατοικῇς μέσα εἰς σπήλαιον, μὴ νομίσῃς ὅτι κάμνεις μεγάλο πρᾶγμα».