«Καθὼς δὲ τὰ βρέφη, τὰ ὁποῖα εἶναι μέσα εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητρός των, ὅταν γίνουν τέλεια καὶ γεννηθοῦν, ἀπὸ τὴν ὀλιγωτέραν τροφὴν καὶ ζωήν, τὴν ὁποίαν εἶχον, φέρονται εἰς μεγαλυτέραν καὶ καλλιτέραν, οὕτω καὶ οἱ δίκαιοι ἀναχωροῦν ἀπὸ ταύτην τὴν ζωὴν καὶ πηγαίνουν εἰς τὴν οὐράνιον καὶ καλλιτέραν ζωήν, κατὰ τὸ γεγραμμένον: «Ἐκ δυνάμεως εἰς δύναμιν». Οἱ δὲ ἁμαρτωλοὶ παραδίδονται ἀπὸ τὸ σκότος τοῦ κόσμου τούτου εἰς τὸ σκότος τοῦ ᾅδου, ὡς τὰ βρέφη τὰ ὁποῖα ἀποθνήσκουν μέσα εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητρὸς αὐτῶν· διότι οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ ὅταν ἀκόμη εἶναι εἰς τὴν γῆν νεκρώνονται ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν, καὶ ὅταν ἀποθάνουν καταβαίνουν εἰς τόπους σκοτεινοὺς καὶ ταρταρώδεις. Τρεῖς φορὰς γεννώμεθα εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν· μίαν φορὰν ὅταν ἐξερχώμεθα ἀπὸ τὴν κοιλίαν τῆς μητρός μας, καὶ ἀπὸ τὴν γῆν ἐρχόμεθα πάλιν εἰς τὴν γῆν· αἱ δὲ λοιπαὶ δύο γεννήσεις μᾶς ἀναβιβάζουν ἀπὸ τὴν γῆ ἕως τὸν οὐρανόν, ἀπὸ τὰς ὁποίας ἡ μία εἶναι ἐκ τῆς θείας χάριτος, ἡ ὁποία ἔρχεται εἰς ἡμᾶς διὰ τοῦ θείου Βαπτίσματος, καὶ τὴν ὀνομάζομεν ἀληθῶς παλιγγενεσίαν καὶ ἀναγέννησιν, καὶ ἡ τρίτη εἶναι ἐκείνη, ἥτις γίνεται εἰς ἡμᾶς διὰ τῆς μετανοίας, τῶν δακρύων καὶ τῶν καλῶν ἀγώνων, εἰς τὴν ὁποίαν εὑρισκόμεθα τώρα καὶ ἡμεῖς».
«Ὅθεν ἡμεῖς, αἱ ὁποῖαι ἐπλησιάσαμεν εἰς τὸν ἀληθινὸν Νυμφίον Χριστόν, ἔχομεν χρέος νὰ στολίσωμεν τον ἑαυτόν μας πλέον καλλίτερα· καὶ ἂν αἱ νύμφαι τοῦ κόσμου, αἱ ὁποῖαι πρόκειται νὰ λάβουν ἄνδρα θνητόν, σπουδάζουν νὰ λουσθοῦν καὶ νὰ ἀλειφθοῦν μὲ μύρα καὶ νὰ στολισθοῦν μὲ διάφορα στολίδια διὰ νὰ ἀρέσουν εἰς τοὺς ἄνδρας των, πόσῳ μᾶλλον πρέπει νὰ στολισθῶμεν ἡμεῖς, αἱ ὁποῖαι ἐνυμφεύθημεν τὸν οὐράνιον νυμφίον, καὶ νὰ λουσθῶμεν ἀπὸ τὰς ἀκαθαρσίας τῶν ἁμαρτιῶν μας διὰ μέσου τῶν ἀγώνων τῆς ἀσκήσεως, καὶ νὰ ἐνδυθῶμεν τὰ πνευματικὰ φορέματα. Ἐκεῖναι στολίζουν τὸ σῶμά των μὲ τὰ γήϊνα ἄνθη, ἡμεῖς ἂς λαμπρύνωμεν τὴν ψυχήν μας μὲ τὰς ἀρετάς, καὶ ἂς βάλωμεν εἰς τὴν κεφαλήν μας τὸν τριπλοῦν στέφανον, τὴν πίστιν, λέγω, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπην, ἀντὶ πολυτίμων λίθων. Ἂς στολίσωμεν τὸν τραχηλόν μας μὲ τὴν ταπεινοφροσύνην ὡς μὲ ἀξιοτίμητον στολισμόν· καὶ ἀντὶ ζώνης, ἂς ζωσθῶμεν τὴν σωφροσύνην, καὶ ἂς φορέσωμεν τὴν ἀκτημοσύνην, ὡς φόρεμα. Εἰς δὲ τὴν τράπεζάν μας ἂς προσφέρωμεν τὰ ἄφθαρτα φαγητά, τὰ ὁποῖα εἶναι αἱ προσευχαὶ καὶ οἱ ψαλμοί· ἀλλὰ καθὼς παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος, ἂς μὴ νικῶμεν μόνον τὴν γλῶσσάν μας, ἀλλὰ νὰ ἔχωμεν καὶ τὸν νοῦν μας, καὶ νὰ νοοῦμεν ἐκεῖνα ὅπου λέγομεν ὅτι πολλὰς φορὰς προσεύχεται τὸ στόμα, καὶ ἡ καρδία καὶ ὁ νοῦς συλλογίζονται ἄλλα».