«Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ χαίρωμεν εἰς τὰς συμφορὰς τῶν ἄλλων, ἔστω καὶ εἶναι πολὺ ἁμαρτωλοί, οὔτε νὰ κάμνωμεν ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον κάμνουν τινὲς ἀνόητοι, οἵτινες, ὅταν βλέπουν κανένα, ὅστις δέρεται ἢ φυλακίζεται, λέγουν ἀμαθῶς ἐκείνην τὴν κοσμικὴν παροιμίαν· «Ὅποιος στρώσῃ κακά, κακὰ ἔχει νὰ κοιμηθῇ». Σὺ δὲ ἡ Μοναχή, ἡ ὁποία ἐτακτοποίησες καλῶς τὰς ὑποθέσεις σοι, θαρρεῖς πὼς ἔχεις νὰ ἀναπαυθῇς εἰς ὅλην τὴν ζωήν σου; Καὶ τότε πῶς θὰ συμφωνήσωμεν μὲ τὸν λόγον τὸν ὁποῖον λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, ὅτι ἕνα συναπάντημα εἶναι καὶ εἰς τὸν δίκαιον καὶ τὸν ἁμαρτωλόν; Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μίαν ὁδὸν βαδίζομεν εἰς τοῦτον τὸν κόσμον, καὶ ἂν διαφόρους πολιτείας ἔχωμεν, ἐν τούτοις δὲν εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ συναντήσωμεν καὶ ἡμεῖς καμμίαν συμφοράν· πῶς λοιπὸν σὺ χαίρεις εἰς τὰς συμφορὰς τῶν ἄλλων;».
«Δὲν πρέπει τις νὰ μισῇ τοὺς ἐχθρούς του, διότι οὕτω μᾶς διέταξεν ὁ Κύριος μὲ τὴν ἰδίαν του φωνὴν εἰπών· «Ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, τίνα μισθὸν ἔχετε; Οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσι;» (Ματθ. Ε’ 46)· διότι τὸ καλὸν ἀφ’ ἑαυτοῦ ἀγαπᾶται, ἐπειδὴ αὐτὸ ἄνευ κόπου ἑλκύει τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὴν ἀγάπην του, τὸ δὲ κακὸν ἀπαιτεῖ θείαν διδασκαλίαν καὶ κόπον πολὺν διὰ νὰ ἐξαλειφθῇ· ὅμως τὴν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν δὲν τὴν ἀποκτοῦν οἱ ἀμελεῖς καὶ ἀμέριμνοι, ἀλλὰ οἱ σώφρονες καὶ ἐπιμελεῖς».
«Καθὼς ὅμως δὲν πρέπει νὰ μισῶμεν τοὺς ἐχθρούς μας, τοιουτοτρόπως δὲν πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν καὶ νὰ ἐξουθενῶμεν τοὺς ἀμελεῖς καὶ ὀκνηρούς, ὡς λέγουν μερικοὶ προβάλλοντες ἐκεῖνο ὅπου λέγει ὁ Προφήτης· «Μετὰ ὁσίου ὅσιος ἔσει καὶ μετὰ στρεβλοῦ διαστρέψεις»· ἰσχυριζόμενοι ὅτι διὰ τοῦτο τοὺς ἀποφεύγουν καὶ αὐτοὶ διὰ νὰ μὴ γίνουν ἁμαρτωλοί· μὲ τοῦτο ὅμως κάμνουν τὸ ἐναντίον ἐκείνου τὸ ὁποῖον λέγει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον διὰ τοῦ Προφήτου· διότι δὲν λέγει νὰ διαστραφῇ τις ἀπὸ τοὺς στρεβλούς, ἀλλὰ νὰ διορθώνωμεν τὴν στρεβλότητα αὐτῶν· διότι τὸ διαστρέψεις δηλοῖ, ὃτι θέλεις ἑλκύσει τοὺς στρεβλοὺς μὲ τὴν γνώμην σου διὰ τῆς συναναστροφῆς σου, καὶ θέλεις τοὺς μεταφέρει ἀπὸ τὰ κακὰ εἰς τὰ καλά».
«Εἰς τριῶν εἰδῶν καταστάσεις εὑρίσκονται οἱ ἄνθρωποι· ἡ πρώτη εἶναι ἀκροτάτη εἰς τὴν κακίαν· ἡ δευτέρα εἶναι μεσαία καὶ κλίνει καὶ εἰς τὰ καλὰ καὶ εἰς τὰ κακά· ἡ δὲ τρίτη εἶναι ὑψωμένη εἰς μεγάλην ἀρετήν, καὶ ὄχι μόνον ἐνδυναμώνει τὸν ἑαυτόν της εἰς τὰ καλά, ἀλλὰ ζητεῖ διὰ παντὸς τρόπου νὰ ὁδηγῇ εἰς τὸ καλὸν καὶ αὐτὴν τὴν ἄκραν