Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου καὶ Θεοφόρου Πατρὸς ἡμῶν ΣΕΡΑΦΕΙΜ τοῦ Ρώσου ἀσκήσαντος εἰς τὴν ἔρημον τοῦ Σαρώφ.

Ὁ σεβασμὸς τοῦ ρωσικοῦ λαοῦ πρὸς τὸν Ὅσιον ηὔξανε διαρκῶς. Λέγεται ὅτι τὸν ἐπεσκέφθη ἀκόμη καὶ ὁ Τσάρος Ἀλέξανδρος ὁ Α’ καὶ ὅτι κατὰ συμβουλὴν τοῦ Ὁσίου ἐγκατέλειψε τὸν θρόνον του καὶ ἔγινε Μοναχὸς μὲ τὸ ταπεινὸν ὄνομα Φεντὸρ Κούσμιτς, ἵνα συγχωρηθῇ διὰ τὰς ἁμαρτίας του.

Εἰς τὸν Ὅσιον προσήρχοντο πολλοὶ ἀσθενεῖς ζητοῦντες παρ’ αὐτοῦ τὴν θεραπείαν των. Ὅλους τοὺς ἐδέχετο μὲ καλωσύνην, ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλους ἔλεγεν· «Δὲν ἔχω ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς τὴν δύναμιν, νὰ σᾶς θεραπεύσω. Θὰ προσευχηθῶ ἐκ βάθους καρδίας καὶ θὰ παρακαλέσω τὸν Θεὸν νὰ σᾶς θεραπεύσῃ καὶ Ἐκεῖνος θὰ κάμῃ ὅ,τι εἶναι συμφέρον διὰ τὸν καθένα». Ὁ πρῶτος ἀσθενὴς τὸν ὁποῖον ἔφεραν εἰς τὸν Ὅσιον ἦτο ὁ Μιχαὴλ Μαντούρωφ, ὅστις ἦτο σχεδὸν παράλυτος. Μόλις εἶδε τὸν Ὅσιον, ἐξέφυγεν ἀπὸ τὰς χεῖρας τῶν ὑπηρετῶν του, οἱ ὁποῖοι τὸν ὑπεβάσταζον, καὶ ἔπεσεν εἱς τοὺς πόδας τοῦ Ὁσίου, παρακαλῶν αὐτὸν νὰ τὸν θεραπεύσῃ. «Πιστεύεις εἰς τὸν Θεόν;» τὸν ἠρώτησεν ὁ Γέρων, βλέπων αὐτὸν μὲ τὸ διαπεραστικὸν βλέμμα του. «Πιστεύω», ἀπήντησε μὲ σταθερὰν φωνὴν ὁ ἀσθενής. Τότε ὁ Ὅσιος ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ ἀρρώστου μὲ ἔλαιον ἀπὸ τὴν κανδήλαν τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ ἔδωσε μικρὸν τεμάχιον ἡγιασμένου ἄρτου. Ὁ ἄρρωστος ἠσθάνθη νὰ ἐπανέρχωνται αἱ δυνάμεις του καὶ ἀμέσως ἤρχισε νὰ εὐχαριστῇ τὸν Ὅσιον διὰ τὴν θεραπείαν του. «Δὲν σὲ ἐθεράπευσα ἐγώ, ἀλλ’ ὁ Θεός. Ἐγὼ τὸν παρεκάλεσα νὰ σὲ βοηθήσῃ. Ἡ πίστις σου καὶ ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ σοῦ ἔδωσαν τὴν ὑγείαν σου».

Ἡ θεραπεία τοῦ Μαντούρωφ, διαδοθεῖσα εἰς τὰ πέριξ, ἔγινεν αἰτία νὰ ἔρχωνται πρὸς τὸν Ὅσιον πλήθη ἀσθενῶν ζητούντων τὴν θεραπείαν των. Καὶ πολλοὶ ἐθεραπεύοντο διὰ μέσου τῶν προσευχῶν του. Μὲ ἰδιαιτέραν χαρὰν ἐδέχετο ὁ Ὅσιος τὰ παιδιά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα πολλὰ ἐθεράπευσεν ἀπὸ διαφόρους ἀσθενείας ἢ ἀναπηρίας των.

Μία ἀπὸ τὰς πλέον θαυμαστὰς θεραπείας, τὰς ὁποίας ἐνήργησεν ὁ Παντοδύναμος Θεὸς διὰ μέσου τοῦ πιστοῦ δούλου του Ὁσίου Σεραφείμ, ἦτο καὶ ἡ τοῦ Νικολάου Μοτοβίλωφ. Ὁ Μοτοβίλωφ εἶχε γνωρίσει τὸν Ὅσιον ὅταν ἦτο ἀκόμη παιδί, ὅτε ἡ μήτηρ του τὸν παρέλαβε μαζί της κατὰ μίαν ἐπίσκεψιν εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Σαρώφ. Ἡ γλυκύτης τοῦ προσώπου τοῦ Ὁσίου, οἱ γεμᾶτοι καλωσύνην ὀφθαλμοί του, ἡ γλυκεῖα φωνή του ἐζωγραφήθησαν βαθέως εἰς τὴν καρδίαν καὶ τὴν ψυχήν του. Εἰς ἡλικίαν 22 ἐτῶν ὁ Μοτοβίλωφ, ὁ ὁποῖος εἶχεν ἐν τῷ μεταξὺ σπουδάσει καὶ ὑπηρέτει ὡς


Ὑποσημειώσεις

[1] Γκιουρτζῆδες ἐκαλοῦντο ἐπὶ τουρκοκρατίας οἱ Γεωργιανοὶ καθὸ τουρκιστὶ ἡ Γεωργία καλεῖται Γκιουρτζιστάν. Τὸ πάλαι ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων ἐκαλεῖτο Ἰβηρία, οἱ δὲ κάτοικοι Ἴβηρες. Ἡ Γεωργία εἶναι ὑπερκαυκάσιος χώρα τῆς Ἀσίας ὁριζομένη πρὸς δυσμὰς ὑπὸ τῆς Μαύρης Θαλάσσης, πρὸς βορρᾶν ὑπὸ τῆς κυρίως ὀροσειρᾶς τοῦ Καυκάσου, νοτιοανατολικῶς ὑπὸ τοῦ Ρωσικοῦ Ἀζερμπαϊτζὰν καὶ πρὸς νότον ὑπὸ τῆς Ρωσικῆς Ἀρμενίας καὶ τῆς Τουρκίας. Πρωτεύουσα αὐτῆς εἶναι ἡ Τιφλίς. Αὕτη ἦτο στενῶς συνδεδεμένη μὲ τὸ Βυζάντιον, ἡ δὲ ἐπίδρασις τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἐν αὐτῇ ἦτο τόσον βαθεῖα, ὥστε μέχρι τοῦ ἔτους 1936 ὡς ἐπίσημος γλῶσσα αὐτῆς ἐθεωρεῖτο ἡ Ἑλληνική.