Ἐτοποθέτησαν τὸν Ὅσιον εἰς τὸ δρύϊνον φέρετρον, τὸ ὁποῖον ἀπὸ ἐτῶν εἶχεν ἑτοιμάσει ὁ ἴδιος δι’ ἑαυτὸν καὶ τὸν μετέφεραν εἰς τὸ καθολικὸν τῆς Μονῆς. Τὸ θλιβερὸν ἄγγελμα τοῦ θανάτου του διεδόθη ταχύτατα εἰς ὅλα τὰ περίχωρα καὶ πλήθη λαοῦ συνέρρευσαν ἀπὸ παντοῦ. Ἐπὶ ὀκτὼ ἡμέρας τὸ Λείψανον τοῦ Ὁσίου ἔμεινεν εἰς τὸ ἀνοικτὸν φέρετρον ὥστε νὰ ἠμπορέσουν νὰ τὸ προσκυνήσουν ὅλοι. Λέγεται δὲ ὅτι ἕνας ἐρημίτης εἶδε τὴν χαραυγὴν τῆς 2ας Ἰανουαρίου ἕνα λαμπρὸν φῶς, τὸ ὁποῖον ἀνήρχετο πρὸς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε πρὸς τὸν ὑποτακτικόν του· «Εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ Πατρὸς Σεραφείμ, ἡ ὁποία ἀναβαίνει πρὸς τὸν Πλάστην της εἰς τοὺς οὐρανούς».
Ἀπὸ τῆς 2ας Ἰανουαρίου 1833, ἡμέρας κοιμήσεως τοῦ Ὁσίου, παρῆλθον ἑβδομήκοντα ὁλόκληρα ἔτη. Ὅλοι ὅσοι εἶχον γνωρίσει τὸν Ὅσιον σχεδὸν εἶχον ἀπέλθει ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωήν, ἡ μνήμη του ὅμως ἔμενε πάντοτε ζωντανὴ καὶ ἡ προσέλευσις τῶν προσκυνητῶν εἰς τὸν τάφον του καὶ αἱ θαυματουργικαὶ θεραπεῖαι διαφόρων ἀσθενῶν διαρκῶς ἐπληθύνοντο. Κατὰ τὰ τελευταῖα δέκα ἔτη ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας εἶχε προβῆ εἰς λεπτομερεῖς καὶ προσεκτικὰς ἐρεύνας σχετικῶς μὲ τὸν βίον, τὴν πολιτείαν καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ὁσίου. Ἀπὸ τὴν ἔρευναν αὐτὴν διεπιστώθησαν 94 περιπτώσεις ἰάσεων, βεβαιωθεῖσαι ἀπὸ αὐτόπτας μάρτυρας, ἐκτὸς ἐκείνων αἱ ὁποῖαι ἀνεφέροντο εἰς τὰ ἀρχεῖα τῆς Μονῆς τοῦ Σαρώφ. Μεταξὺ τῶν θεραπευθεισῶν περιελαμβάνετο καὶ ἡ Πριγκίπισσα Ὄλγα, θυγάτηρ τοῦ Τσάρου Νικολάου τοῦ Β’. Κατόπιν ὅλων αὐτῶν ἡ Ἱερὰ Σύνοδος διὰ πράξεώς της ἀνεκήρυξε τὸν Πατέρα Σεραφεὶμ Ἅγιον τὴν 29ην Ἰανουαρίου 1903.
Τὴν 19ην Ἰουλίου 1908 ὁ μεγάλος κώδων τοῦ Καθολικοῦ τῆς Μονῆς τοῦ Σαρὼφ ἀνήγγειλεν εἰς τοὺς πιστοὺς τὴν ἔναρξιν τῆς τελετῆς, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Πατὴρ Σεραφεὶμ θὰ ἐτιμᾶτο διὰ πρώτην φορὰν ὡς Ἅγιος. Ὁλόκληρον τὸ Καθολικὸν καὶ ὁ περίβολος τῆς Μονῆς εἶχον πλημμυρίσει ἀπὸ τὰ πλήθη, τὰ ὁποῖα προσῆλθον διὰ νὰ τιμήσουν τὴν μνήμην τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ. Τὰ ὀστᾶ τοῦ Ἁγίου ἐτοποθετήθησαν ἐντὸς λειψανοθήκης ἀπὸ ξύλον κυπαρίσσου καὶ ἀπετέθησαν εἰς μαρμάρινον κουβούκλιον, πρὸ τοῦ ὁποίου συνωθοῦντο τὰ πλήθη διὰ νὰ προσκυνήσουν. Θαύματα πολλὰ ἔγιναν κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς Ἀκολουθίας καὶ ἐξηκολούθησαν ἔκτοτε νὰ γίνωνται. Ὁ «πτωχὸς Σεραφείμ», ὁ «ταπεινὸς δοῦλος τῆς Θεομήτορος», ὅπως ὠνόμαζεν ἑαυτὸν ὁ Ὅσιος, εἶχεν ἀνακηρυχθῆ εἷς ἐκ τῶν μεγαλυτέρων Ἁγίων τῆς ἄλλοτε, Ἁγίας Ρωσίας.