Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν ΜΕΛΕΤΙΟΥ τοῦ Γαλλησιώτου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ὅστις ἐχρημάτισεν ἐν ἔτει ͵ασν’ (1250).

Ὅταν ὁ βασιλεὺς Μιχαὴλ ὁ ἀζυμίτης παρουσίασε τὰ δόγματα τῶν Λατίνων εἰς τὴν Μεγάλην Ἐκκλησίαν, καὶ ἐζήτει νὰ ἑνώσῃ τὴν Ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν μὲ τὴν Δυτικήν, τὸν μὲν Ὀρθόδοξον Πατριάρχην ἐδίωξε τοῦ θρόνου, διώρισε δὲ τὸν ὑπερασπιστὴν τοῦ ψεύδους Ἰωάννην τὸν Βέκκον. Τότε ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἐφυλακίζοντο, ἐκακοποιοῦντο καὶ διὰ ποικίλων βασάνων ἐβασανίζοντο· τότε καὶ ὁ Ὅσιος Μελέτιος, συσκεφθεὶς περὶ τούτου μὲ τὸν θεῖον Γαλακτίωνα τὸν Ἱερομόναχον, συνασκητὴν ὄντα τοῦ Ὁσίου εἰς τὸ Γαλλήσιον ὄρος, ἄνδρα προκομμένον εἰς τὸν λόγον, ἄκρον εἰς τὴν ἀρετὴν καὶ ἄξιον εὐλαβείας, ἔρχονται ἀμφότεροι εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν· ἐκεῖ παρουσιάζονται εἰς τὸν βασιλέα Μιχαὴλ καὶ ὁμολογοῦσι παρρησίᾳ ὅτι αὐτοὶ εἶναι ὑπερασπισταὶ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὅτι δὲν συγκοινωνοῦσι μὲ τὴν αἵρεσιν τοῦ Λατινισμοῦ, ἡ ὁποία καὶ πρὶν νὰ γίνῃ ἠλέγχθη ἀπὸ τοὺς θείους Πατέρας· διότι αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ὁμολογοῦσιν εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως, ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ ἀφορίζουσιν ἐκείνους, οἵτινες θὰ τολμήσουν νὰ κάμουν καμμίαν προσθήκην ἢ ἀφαίρεσιν, ἔστω καὶ παραμικρὰν εἰς αὐτό. Ἀφοῦ δὲ τοῦ εἶπον πολλά, προσέθεσαν καὶ ταῦτα· «Διατί λοιπὸν σύ, βασιλεῦ, παρέβλεψας τὰ ἴδια λόγια τοῦ Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα λέγει εἰς τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, καὶ τὰ τῶν Ἀποστόλων του καὶ τὰς μαρτυρίας τῶν θείων Πατέρων, καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ παρέδωκας τὸν ἑαυτόν σου εἰς αὐτὴν τὴν πλάνην, καὶ ζητεῖς νὰ ἀθετήσωμεν τὰς Ἀποστολικὰς Παραδόσεις; Ἀδύνατον εἶναι νὰ γίνῃ τοῦτο καὶ μὴν ἐπιχειρῇς νὰ κινῇς τὰ ἀκίνητα διότι κάλλιον προτιμῶμεν νὰ ἀπολέσωμεν τὴν ζωήν μας παρὰ νὰ ἀπολέσωμεν τὴν Ὀρθοδοξίαν μας».

Ταύτην τὴν παρρησίαν τῶν Ὁσίων νομίσας ὁ βασιλεὺς ἰδικήν του ὕβριν, παραδίδει εἰς τὴν φυλακὴν ἀμφοτέρους. Μὲ τὴν κακοπάθειαν τῆς φυλακῆς ὑπέμειναν μετὰ χαρᾶς καὶ ἄλλας πολλὰς κακοπαθείας οἱ γενναῖοι ἐκεῖνοι στρατιῶται τοῦ Χριστοῦ· μετ’ ὀλίγας δὲ ἡμέρας προστάσσει νὰ τοὺς ἐκβάλωσι τῆς φυλακῆς καὶ νὰ τοὺς παρουσιάσωσιν ἔμπροσθέν του, ἐλπίζων, ὅτι, μετὰ τὴν κακοπάθειαν τῆς φυλακῆς, ἔχει νὰ εὕρῃ μεταμελημένους τοὺς Ἁγίους· ἀλλ’ οἱ Ἅγιοι ὄχι μόνον δὲν ἐμαλακώθησαν ἀπὸ τὸ πῦρ τῶν πειρασμῶν ὡς ὁ κηρός, ἀλλὰ περισσότερον ἐστομώθησαν ὡς ὁ σίδηρος, μὲ τὴν θερμότητα τῆς πίστεως, καὶ ἔγιναν πλέον


Ὑποσημειώσεις

[1] Βλέπε ὑποσημείωσιν σελίδων 254-255.

[2] Τοῦτον τὸν λόγον εἶπεν εἷς Ἀββᾶς, καθὼς φαίνεται εἰς τὸ Γεροντικόν, ὅμοιος δὲ μὲ τοῦτον εἶναι καὶ ὁ λόγος τὸν ὁποῖον λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος· «Τότε καὶ ὁ Ἀβραὰμ ἀγωνιάσει, οὐχ ἵνα κατακριθῇ, ἀλλ’ ἐν ποίᾳ τάξει ταχθῇ».

[3] Οὗτος εἶναι Μιχαὴλ Η’ ὁ Παλαιολόγος, ἱδρυτὴς τῆς δυναστείας τῶν Παλαιολόγων, βασιλεύσας κατὰ τὰ ἔτη 1260-1281.

[4] Οὗτος εἶναι Ἀνδρόνικος ὁ Β’, υἱὸς τοῦ Μιχαὴλ Η’, βασιλεύσας κατὰ τὰ ἔτη 1282-1328.