Ὅταν ἔφθασαν τὰ πλοῖα τοῦ Πάπα εἰς Κωνσταντινούπολιν καὶ ἡ ναυαρχὶς τοῦ ἀνεψιοῦ τοῦ Πάπα Κουτλουμέρα ἐστάθη εἰς τὸν ναύσταθμον, ἔγινε μεγάλος σεισμός. Καὶ ὅταν ἀνέβη εἰς τὸ πλοῖον τοῦτο ὁ βασιλεὺς ἡ θάλασσα ἐκόχλασεν ὡς βράζουσα. Ἀναχωρήσαντες δὲ ἐκ Κωνσταντινουπόλεως τὴν 27ην Νοεμβρίου 1437 καὶ διελθόντες τὴν Καλλίπολιν ἔφθασαν εἰς Μάδυτον, ὅπου ἔγινε νέος σεισμός. Ὅμως ὁ ἀσυλλόγιστος βασιλεὺς δὲν ἐσκέφθη ὅτι αὐτὰ ἦσαν σημεῖα τῆς θείας ὀργῆς. Τέλος ἔφθασαν εἰς Βενετίαν τὴν 8ην Φεβρουαρίου 1438, ἐξελθόντες δὲ εἰς τὴν ξηρὰν ἐγένεντο ἐνθουσιωδῶς δεκτοὶ ὑπὸ τῶν Βενετῶν, παρεχωρήθη δὲ εἰς αὐτοὺς καὶ Ναὸς διὰ τὴν τέλεσιν τῆς ἀναιμάκτου θυσίας. Συναχθέντες δὲ ἅπαντες οἱ ἐν τῇ πόλει ἵνα ἴδωσι καὶ ἀκούσωσι τὴν θείαν λειτουργίαν κατὰ τὴν τάξιν τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας δακρύσαντες ἀνέκραξαν· «Πρὶν ἴδωμεν τοὺς Ἕλληνας τοὺς ἐθεωρούσαμεν ὡς βαρβάρους· τώρα ὅμως ἀναγνωρίζομεν καὶ πιστεύομεν ὅτι αὐτοὶ εἶναι οἱ πρωτότοκοι τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅτι τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ λαλοῦν εἰς αὐτούς» [5].
Πρώτη ἀλαζονικὴ ἀξίωσις τοῦ Πάπα.
Μετὰ εἴκοσιν ἡμέρας ὁ αὐτοκράτωρ ἀνεχώρησεν εἰς Φερράραν, ὅπου ἦτο ὁ Πάπας καὶ θὰ ἐγίνετο ἡ Σύνοδος. Ἀπ’ ἐκεῖ εἰδοποίησε τὸν καθ’ ὁδὸν εὑρισκόμενον Πατριάρχην ὅτι ὁ Πάπας ἀπαιτεῖ νὰ ἀσπασθῇ ὁ Πατριάρχης τὸν πόδα του! Μόλις ἤκουσε τὴν ἀξίωσιν αὐτὴν ὁ Πατριάρχης ἐταράχθη. Καί, πρὸς τιμήν του, ἀντεστάθη μὲ ὅλας του τὰς δυνάμεις εἰς τὴν ἀξίωσιν αὐτήν, παρὰ τὴν ἐπιμονὴν δὲ τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Πάπα, ὅτι εἶναι ἀρχαία συνήθεια, ἵνα ὅλοι ἀσπάζωνται τὸν πόδα του, ὁ Πατριάρχης ἠρνήθη, δηλώσας ὅτι τοῦτο εἶναι καινοτομία ἀπαράδεκτος καὶ ὅτι «Ἂν μὲν θέλῃ ὁ Πάπας νὰ ἀσπασθῶ αὐτὸν μὲ ἀδελφικὸν ἀσπασμὸν κατὰ τὴν ἰδικήν μας ἀρχαίαν καὶ ἐκκλησιαστικὴν συνήθειαν, συμφωνῶ· ἂν δὲν δέχεται οὕτω, παραιτῶ τὰ πάντα καὶ ἐπιστρέφω ὀπίσω». Τοῦτο δὲ ἐζήτησεν ὁ Πατριάρχης ὄχι μόνον διὰ τὸν ἑαυτόν του, ἀλλὰ καὶ δι’ ὅλην τὴν ἀκολουθίαν του [6]. Ὁ Πάπας ἐδέχθη μὲν κατ’ ἀνάγκην τὴν ἀξίωσιν τοῦ Πατριάρχου καὶ τὸν ὑπεδέχθη τὴν 8ην Μαρτίου, ὄχι ὅμως ἐπισήμως, ἀλλ’ εἰς ἰδιαίτερον κελλίον, διὰ νὰ κρύψῃ ἀπὸ τὸν λαὸν τὴν ὑποχώρησίν του. Ἐπειδὴ δὲ ὁ αὐτοκράτωρ ἀπῄτει νὰ προσέλθουν εἰς τὴν Σύνοδον ὄχι μόνον οἱ Λατῖνοι Ἐπίσκοποι, ἀλλὰ καὶ οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ δοῦκες, ὁ Πάπας ἐζήτησε προθεσμίαν τεσσάρων μηνῶν ἵνα τοὺς εἰδοποιήσῃ.