Σύνοδος νὰ γίνῃ εἰς Ἰταλίαν καὶ νὰ μεταβοῦν οἱ ἰδικοί μας ἐκεῖ, νὰ παραμείνουν εἰς τὴν Σύνοδον καὶ νὰ λάβουν τὰ ἔξοδα τοῦ ταξιδίου καὶ τὰς δαπάνας διατροφῆς παρὰ τῶν Λατίνων. Ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ μεταβοῦν καὶ νὰ λαμβάνουν τὴν καθημερινὴν τροφὴν ἐξ ἐκείνων, ἤδη γίνονται δοῦλοι καὶ μισθωτοί, ἐκεῖνοι δὲ κύριοι· καὶ ὁ δοῦλος ὀφείλει νὰ ἐκτελῇ τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του καὶ κάθε μισθωτὸς τὴν ἐργασίαν ἐκείνου, ὅστις τὸν πληρώνει, διότι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μισθώνει κάποιον, δι’ αὐτὸν τὸν λόγον τοῦ δίδει τὸν μισθόν, ἵνα ὁ μισθούμενος ἐκτελῇ ὅ,τι τὸν διατάξῃ ὁ μισθῶν αὐτόν, εἰδ’ ἄλλως δὲν τοῦ δίδει μισθόν. Ἐὰν λοιπὸν ἐκεῖνοι διακόψουν τὴν τροφοδοσίαν, τί θὰ κάμουν οἱ ἰδικοί μας; Καὶ ἐὰν δὲν θελήσουν νὰ ἐπιστρέψουν οἱ ἰδικοί μας μὲ ἔξοδα καὶ πλοῖα ἐκείνων, τί θὰ κάμουν αὐτοί; Κατὰ τί λοιπὸν συμφέρει αὐτοὶ οἱ ὀλίγοι, οἱ ξένοι, οἱ πτωχοὶ νὰ ὑπάγουν πρὸς τοὺς πολλούς, τοὺς πλουσίους, τοὺς ὑπερηφάνους, τοὺς ἐντοπίους καὶ νὰ ὑποδουλωθοῦν εἰς αὐτούς; Ἔπειτα τὸ νὰ συζητῶμεν καὶ νὰ διδάσκωμεν αὐτοὺς περὶ Πίστεως καὶ εὐσεβείας δὲν μοῦ φαίνεται καλὸν καὶ κατὰ τὴν γνώμην μου οὐδόλως συμφέρει εἰς ἡμᾶς τοῦτο».
Ἡ ἀναχώρησις ἀποφασίζεται. Θεοσημεῖαι κατ’ αὐτήν. Ἄφιξις εἰς Βενετίαν.
Καὶ ὅμως ὁ τὰ καλὰ ταῦτα προλέγων Πατριάρχης Ἰωσήφ, ἀφοῦ συνωμίλησε μυστικῶς μετὰ τοῦ βασιλέως καὶ τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Πάπα, μετέβαλε γνώμην καὶ ἤρχισε νὰ ἑτοιμάζεται, παρακινῶν καὶ τοὺς μὴ θέλοντας νὰ τὸν ἀκολουθήσουν, βεβαιῶν αὐτοὺς ὅτι κατὰ τὰς πληροφορίας του οἱ Λατῖνοι θὰ τοὺς ὑποδεχθοῦν μὲ πολλὴν τιμὴν καὶ ἀγάπην, ὅτι θὰ ἔχουν ἐλευθερίαν νὰ ἐκθέσουν ἀδιστάκτως τὴν γνώμην των καὶ ὅτι ἂν ἀποδείξουν οἱ Ἀνατολικοὶ τὴν ἰδικήν των δόξαν ὀρθοτέραν τῆς τῶν Λατίνων, ἐκεῖνοι θὰ ἀποδεχθοῦν τὴν Ἀνατολικὴν διδασκαλίαν καὶ οὕτω θὰ ἐπιστρέψουν νικηταὶ καὶ τροπαιοῦχοι.
Ἀλλὰ καὶ ὁ βασιλεύς, βιαζόμενος νὰ μεταβῇ εἰς Ἰταλίαν, ἀνεχώρησε τέλος μετὰ τῶν λοιπῶν ἔχων μετ’ αὐτοῦ καὶ τὸν Ἅγιον Μάρκον Ἐφέσου παρὰ τὴν θέλησίν του.