Κατὰ τὸ ἔτος 1431 συνεκροτήθη εἰς τὴν Βασιλείαν τῆς Γερμανίας Σύνοδος στρεφομένη κατὰ τοῦ Πάπα. Ὁ αὐτοκράτωρ Ἰωάννης ἔστειλε πρε-σβείαν πρὸς τὴν Σύνοδον ταύτην, ἥτις ἐγένετο εὐμενῶς δεκτή, διότι ηὔξανε κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον τὸ κῦρος της.
Ὁ Πάπας Εὐγένιος, μὴ θέλων νὰ ὑποταχθῇ εἰς τὴν Σύνοδον, ἀλλὰ καὶ φοβούμενος τὴν ὀργήν της, διότι καὶ μεγάλη ἦτο καὶ ὑπὸ τῶν ἡγεμόνων τῆς Εὐρώπης ὑπεστηρίζετο, ἐσυλλογίσθη νὰ μετατοπίσῃ διὰ τῆς βίας τὴν Σύνοδον εἰς τὴν Φερράραν τῆς Ἰταλίας. Διὰ νὰ ἐπιτύχῃ τὸν σκοπόν του ἐφρόντισε νὰ διαφθείρῃ μὲ χρήματα τὸν ἀρχηγὸν τῶν πλοίων, τὰ ὁποῖα ἐστάλησαν νὰ παραλάβουν τοὺς Ἕλληνας, συγχρόνως δὲ ὑπέσχετο εἰς αὐτοὺς ὅτι, ἂν ἔλθωσι πρὸς αὐτόν, ἀφ’ ἑνὸς μὲν θὰ στείλῃ βραδύτερον μεγάλην βοήθειαν, ἀμέσως δὲ θὰ μισθώσῃ δύο χιλιάδας ἄνδρας νὰ φρουροῦν τὴν Κωνσταντινούπολιν μέχρις τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ αὐτοκράτορος. Διὰ νὰ ἐξεύρῃ δὲ τὰ ἀναγκαῖα χρήματα ὁ Πάπας ἐπώλησε πάντα τὰ ἀργυρᾶ καὶ χρυσᾶ αὐτοῦ σκεύη καὶ ἐνεχυρίασε καὶ αὐτὴν ἀκόμη τὴν παπικήν του μίτραν.
Ὁ αὐτοκράτωρ Ἰωάννης ἐδίσταζε κατ’ ἀρχὰς ἐὰν ἔπρεπε νὰ μεταβῇ εἰς τὴν ἐν Βασιλείᾳ Σύνοδον ἢ πρὸς τὸν Πάπαν, τέλος ὅμως τὸ μὲν ταξίδιον εἰς τὴν Βασιλείαν ἐματαίωσεν, ἐπροτίμησε δὲ νὰ μεταβῇ εἰς Ρώμην. Οἱ μετέχοντες τῆς Συνόδου τῆς Βασιλείας ὀργισθέντες, τὸν μὲν Πάπαν Εὐγένιον καθῄρεσαν, ἀνεκήρυξαν δὲ νέον Πάπαν κάποιον ὀνόματι Φήλικα. Ἀλλὰ καὶ ὁ Πάπας Εὐγένιος ἀπεκήρυξε τὴν Σύνοδον τῆς Βασιλείας ὡς ἀποστατικὴν καὶ παράνομον. Βλέποντες ταῦτα οἱ ἡμέτεροι συνεβούλευον τὸν βασιλέα νὰ μὴ μεταβῇ εἰς Ἰταλίαν, διότι αἱ περιστάσεις δὲν ἦσαν εὐνοϊκαί. Ἐκεῖνος ὅμως, μὴ πειθόμενος εἰς τὰς συμβουλὰς ταύτας, προητοιμάζετο νὰ μεταβῇ εἰς Ἰταλίαν ἵνα συγκροτήσῃ Σύνοδον μετὰ τοῦ Πάπα, ἐλπίζων νὰ λάβῃ τὴν κατὰ τῶν Τούρκων ὑπεσχημένην βοήθειαν.
Ὁ αὐτοκράτωρ Ἰωάννης συγκαλεῖ Σύνοδον. Ἐκλογὴ τοῦ Ἁγίου Μάρκου ὡς Τοποτηρητοῦ.
Ταῦτα λοιπὸν φαντασθεὶς ὁ αὐτοκράτωρ, γράφει πρὸς τοὺς Ἀρχιερεῖς νὰ ἔλθωσιν εἱς Κωνσταντινούπολιν, ζητεῖ δὲ καὶ παρὰ τῶν λοιπῶν Πατριαρχῶν νὰ ὁρίσουν τοὺς τοποτηρητάς των. Ἐκάλεσε συγχρόνως καὶ τὸν ἡγεμόνα τῆς ἐν Ἀσίᾳ Ἰβηρίας,