Μετάθεσις τῆς Συνόδου ἐκ Φερράρας εἰς Φλωρεντίαν.
Μετά τινας ἡμέρας ὁ βασιλεύς, συγκαλέσας τοὺς Ἀρχιερεῖς, ἀνεκοίνωσεν εἰς αὐτοὺς ὅτι ὁ Πάπας στερεῖται χρημάτων καὶ ὅτι συμφωνήσας μετὰ τῶν Φλωρεντινῶν νὰ τῷ δανείσωσι χρήματα, ζητεῖ νὰ μετατεθῇ ἡ Σύνοδος εἰς Φλωρεντίαν. Οἱ Ἀρχιερεῖς δυσαρεστηθέντες ἀπήντησαν ὅτι οὐδὲν ἔχουν νὰ κερδίσουν μεταβαίνοντες εἰς Φλωρεντίαν. Ἀλλ’ ὁ Πάπας, ἀπειλῶν τρόπον τινὰ αὐτούς, εἶπεν ὅτι οἱ Φλωρεντινοὶ δανείζουν εἰς αὐτὸν χρήματα, ὑπὸ τὸν ὅρον νὰ μετατεθῇ εἰς τὴν πόλιν των ἡ Σύνοδος, ὑπεσχέθη δὲ νὰ δώσῃ εἰς τοὺς ἡμετέρους τὰ καθυστερούμενα σιτηρέσια καὶ δώδεκα χιλιάδας χρυσᾶ νομίσματα καὶ δύο πλοῖα διὰ βοήθειαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Εἰς ταῦτα προσέθεσεν ὁ αὐτοκράτωρ ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ζητοῦν ἔξοδα παρὰ τῶν Λατίνων χωρὶς νὰ τοὺς ἀκολουθήσουν καὶ ὅτι ἂν ἐπιστρέψουν εἰς τὰς πατρίδας των οὐδεμίαν βοήθειαν θὰ λάβῃ ἡ Κωνσταντινούπολις.
Ἡ ἀπόπειρα αὕτη τοῦ αὐτοκράτορος καὶ τοῦ Πάπα ἠνάγκασε τοὺς Ἀρχιερεῖς, καὶ μὴ θέλοντας, ἀλλὰ πιεζομένους ἐκ τῶν στερήσεων, νὰ δεχθῶσι τὴν μετάθεσιν τῆς Συνόδου. Ἐπεκυρώθη δὲ ἡ μετάθεσις αὕτη καὶ διὰ συνοδικῆς ἀποφάσεως τῆς 16ης Ἰανουαρίου 1439, εἰς τὴν ὁποίαν ψευδῶς ἀνεφέρετο ὅτι ἡ μετάθεσις γίνεται λόγῳ ἐνσκήψαντος εἰς Φερράραν λοιμοῦ, ἐνῷ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι οἱ Λατῖνοι προσεπάθουν διὰ τῶν ταλαιπωριῶν νὰ ἀναγκάσουν τοὺς ἡμετέρους νὰ δεχθῶσι τὴν ἕνωσιν [12].
Ἡ Σύνοδος συνέρχεται ἐν Φλωρεντίᾳ.
Αἱ ἐργασίαι τῆς Συνόδου ἐν Φλωρεντίᾳ ἤρχισαν τὴν 26ην Φεβρουαρίου ἡμέραν Πέμπτην τῆς Β’ ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν. Αἱ διαλέξεις δὲν ἐγίνοντο πλέον περὶ τῆς προσθήκης, ἀλλὰ περὶ τοῦ ἂν ἀληθῶς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Μολονότι δὲ οἱ Λατῖνοι κατῃσχύνθησαν ὑπὸ τῶν ὅρων τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ ἔμειναν ἀναπολόγητοι, ἐν τούτοις ἠγωνίσθησαν νὰ ὑπερτερήσωσι τοὺς ἡμετέρους, ἰσχυριζόμενοι ὅτι ἔχουσι νὰ ἐπιδείξωσι ρητὰ Δυτικῶν Ἁγίων παλαιῶν, λέγοντα ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἰοῦ.
Τὴν μάχην διὰ τὴν ἀνασκευὴν τῆς κακοδοξίας ταύτης ἔδωκε καὶ πάλιν ὁ Ἅγιος Μάρκος, ὁ λαμπρὸς καὶ μόνος ἄξιος τῆς ἀληθείας ἀγωνιστής. Ἑπτὰ διαλέξεις ἔγιναν εἰς τὸ παλάτιον τοῦ Πάπα καὶ εἰς ὅλας ὁ Ἅγιος Μάρκος ἠγωνίζετο ἐλέγχων τὰ σοφίσματα τῶν Λατίνων καὶ ἀνατρέπων τὰ ἐπιχειρήματα αὐτῶν. Βλέπων ὁ αὐτοκράτωρ τὸν Ἅγιον Μάρκον καὶ τὸν Ἡρακλείας Ἀντώνιον ἰσχυρῶς διαλεγομένους πρὸς τοὺς Λατίνους, αὐτοὺς δὲ ἀποροῦντας καὶ μὴ δυναμένους νὰ ἀποκριθοῦν, ἐγκατέλειψε τὰς διαλέξεις καὶ ἐζήτει μόνον εὔσχημον τρόπον ἑνώσεως.