Τὰ ἐν τῇ Φλωρεντινῇ ψευδοσυνόδῳ κατὰ Λατίνων ὑπερφυᾶ κατορθώματα τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν ΜΑΡΚΟΥ Ἀρχιεπισκόπου Ἐφέσου τοῦ Εὐγενικοῦ.

Ὁ αὐτοκράτωρ ὅμως διέταξε νὰ διαλέγωνται μόνον ὁ Ἐφέσου καὶ ὁ Νικαίας ὡς σοφώτεροι τῶν ἄλλων. Ἐκ δὲ τῶν Λατίνων ἐξελέγησαν ὁ Καρδινάλιος τοῦ Ἁγίου Ἀγγέλου Ἰουλιανὸς Καισαρίνης, τοῦ Ἁγίου Σταυροῦ Νικόλαος Ἀλβεογάτος Φιρμᾶνος καὶ ἄλλοι τέσσαρες.

 

Ἔναρξις τῶν ἐργασιῶν τῆς ψευδοσυνόδου.

Ἤρχισαν λοιπὸν αἱ Συνελεύσεις, ὄχι εἰς ἱερὸν Ναόν, ἀλλ’ εἰς τὸ παλάτιον τοῦ Πάπα. Εἰς τὴν συνέλευσιν ὅμως αὐτὴν οὔτε τοποτηρηταὶ τῶν ἡγεμόνων ἦλθον, οὔτε οἱ μετέχοντες τῆς Συνόδου τῆς Βασιλείας, οἵτινες μάλιστα καθῄρεσαν τὸν Πάπαν Εὐγένιον ὡς ἐπίορκον, σχισματικόν, σιμωνιακὸν καὶ αἱρετικόν. Εἰς τὴν πρώτην συνέλευσιν ὡμίλησαν ὁ Νικαίας Βησσαρίων καὶ ὁ Λατῖνος Ρόδου Ἀνδρέας ἐγκωμιάσαντες τὸν Πάπαν, τὸν αὐτοκράτορα, τὸν Πατριάρχην καὶ τὴν Σύνοδον. Εἰς τὰς ἑπομένας ἤρχισαν νὰ διαλέγωνται περὶ τῆς προσθήκης ἐν τῷ Συμβόλῳ. Πρῶτος ἔλαβε τὸν λόγον ὁ Ἅγιος Μᾶρκος, ὅστις εἶπεν ὅτι εἶναι ἀναγκαιοτάτη ἡ εἰρήνη, τὴν ὁποίαν κατέλιπεν ὁ Δεσπότης Χριστός, ὅτι παρέβλεψεν ἡ Ρωμαϊκὴ Ἐκκλησία τὴν ἀγάπην καὶ διελύθη ἡ εἰρήνη, ὅτι ἐπιθυμοῦσα ἡ Ρωμαϊκὴ Ἐκκλησία τὴν τότε ἀγάπην ἐκάλεσεν ἡμᾶς νὰ ἔλθωμεν ἐνταῦθα, ἵνα διαλύσωμεν τὰς μεταξύ μας διαφοράς, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀποκατασταθῇ ἡ εἰρήνη, ἐὰν δὲν ἀρθῇ τὸ αἴτιον τοῦ σχίσματος καὶ τέλος ὅτι πρέπει νὰ ἀναγνωσθῶσιν οἱ ὅροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Καὶ οἱ μὲν Λατῖνοι ἠγωνίζοντο μὲ κάθε τρόπον νὰ μὴ ἀναγνωσθοῦν οἱ ὅροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, διότι τότε θὰ ἠλέγχετο ὡς βλάσφημος ἡ ὑπ’ αὐτῶν γενομένη προσθήκη. Διὰ τοῦτο μὲ κάθε τρόπον ἠγωνίζοντο νὰ ἀποδείξουν ὅτι ὀρθῶς ἔκαμαν τὴν προσθήκην. Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὅμως ἐπέμενε, λέγων ὅτι· «Ἡμεῖς εἴμεθα οἱ ἐγκαλοῦντες, ἡμεῖς πρέπει νὰ εἴπωμεν ὅσα εἶναι ἁρμόδια εἰς τὸν ἐγκαλοῦντα νὰ εἴπῃ, καὶ τότε μένει εἰς σᾶς νὰ ἀπολογηθῆτε». Ἔγινε λοιπὸν ὀξεῖα συζήτησις, τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἀπαιτοῦντος τοὺς ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τῶν δὲ Λατίνων μὴ παραδεχομένων μὲ κανένα τρόπον τὴν ἀνάγνωσιν αὐτῶν. Διὰ τοῦτο μετὰ τὴν λύσιν τῆς συνεδριάσεως ἔσπευσαν ὅλοι, οἱ Λατινοεπίσκοποι καὶ Καρδινάλιοι πρὸς τὸν βασιλέα καὶ τὸν Πατριάρχην ζητοῦντες μὲ κάθε τρόπον νὰ ἀποτρέψουν τὴν ἀνάγνωσιν αὐτήν, ἰσχυριζόμενοι ὅτι θὰ ἦτο περιττὴ καὶ ἀνωφελὴς καὶ σκανδάλων πρόξενος. Οἱ ἡμέτεροι, βλέποντες ὅτι ἡ ἀξίωσις τοῦ θείου Μάρκου


Ὑποσημειώσεις

[1] Περὶ τῆς Ἁγίας ταύτης Συνόδου καὶ τῶν προοιμίων τοῦ σχίσματος γενικώτερον βλέπε ἐν τῷ Βίῳ τοῦ Ἁγίου Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τῇ ϛ’ (6ῃ) τοῦ μηνὸς Φεβρουαρίου, ἐν τόμῳ Β’ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».

[2] Βλέπε περὶ τῶν γεγονότων τούτων εἰς τὸν Βίον τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος ἐπισκόπου Ἀχρίδος, τῇ κβ’ (22ᾳ) τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου, ἐν τόμῳ ΙΑ’ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».

[3] Δοσιθέου Ἱεροσολύμων, Τόμος Ἀγάπης, εἰς τὰ Προλεγόμενα, σελ. η’.

[4] Νεκτάριος Ἱεροσολύμων, σελ. 55.

[5] Ἀρχιμ. Ἀνδρόνικος Κ. Δημητρακόπουλος, σελ. 109, ἔκδοσις Λειψίας.

[6] Δωδεκάβιβλος Δοσιθέου, σελ. 903.

[7] Λίβελλος σημαίνει ὑπόμνημα, ἔγγραφον εἰς τὸ ὁποῖον ἀναπτύσσονται αἱ ἀπόψεις διὰ κάποιον σπουδαῖον ζήτημα.

[8] Τρεῖς ἀπαντήσεις τοῦ Ἁγίου Μάρκου πρὸς τοὺς παρὰ Λατίνων εἰρημένους λόγους περὶ τοῦ καθαρτηρίου πυρὸς ἀπόκεινται ἐν τῇ βιβλιοθήκῃ τῆς Μόσχας ὑπ’ ἀριθ. 268 καὶ 394. Αἱ δύο τῶν ἀπαντήσεων τούτων εὑρίσκονται καὶ ἐν τῇ Βιβιοθήκῃ τῶν Παρισίων, αἵτινες ἐσφαλμένως ἐπιγράφονται εἰς τὸ ὄνομα Γεωργίου τοῦ Σχολαρίου (Συρόπ. σελ. 135).

[9] Διηγεῖται τοῦτο καὶ ὁ μέγας Ἐκκλησιάρχης Σίλβεστρος ὁ Συρόπουλος, λέγων ὅτι οἱ Ἀνατολικοὶ ἀκούσαντες τοῦτο ἐγέλασαν μεγάλως, ὅθεν παντελῶς δὲν ἀνέφερον αὐτὸ πλέον οἱ Λατῖνοι, εἰς καμμίαν διάλεξιν.

[10] Εἰς ταύτην τὴν ὁμολογίαν πρόσεχε καλῶς, ἀναγνῶστα, διότι εἶναι ἀκριβεστάτη καὶ ἀρκεῖ ἀντὶ πάντων κατὰ τῶν κακοδόξων παπιστῶν.

[11] Βλέπε ὑποσημείωσιν σελ. 597.

[12] Συρόπουλος, σελ. 211.

[13] Καβάσιλας Νεῖλος, Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ἀκμάσας περὶ τὸ 1360. Εἶναι ἐπίσημος διὰ τὸν πόλεμον κατὰ τῶν Λατίνων, συγγράψας τὸ περὶ «Ἀρχῆς τοῦ Πάπα» σύγγραμμα, εἰς τὸ ὁποῖον ἔγραψε περὶ τῆς διαιρέσεως τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, περὶ καθαρτηρίου πυρὸς καὶ περὶ ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

[14] Συρόπουλος, σελ. 343.

[15] Συρόπουλ. σελ. 304.

[16] Νεκτάριος Ἱεροσολύμων, σελ. 236 καὶ 237.

[17] Δοσίθεος Ἱεροσολύμων, Τόμος Ἀγάπης, σελ. 581.

[18] Κόθορνος· ὑπόδημα ἐφαρμοζόμενον εἰς ἀμφοτέρους τοὺς πόδας· ἀκολούθως ἄνθρωπος διπρόσωπος καὶ εὐμετάβολος.

[19] Ἡ ἔκθεσις αὕτη τῆς πίστεως εὑρέθη μεταγενεστέρως ἐν Κωνσταντινουπόλει σεσαθρωμένη καὶ μόλις ἀναγνωσθεῖσα, ἥτις μετεγράφη παρὰ τοῦ μακαριωτάτου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κυρίου Νεκταρίου ἐν τῷ Συνταγματίῳ αὑτοῦ, σελ. 231.