Λόγος Α’. Εἰς τὴν Θείαν ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΝ τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐκ τοῦ Θησαυροῦ τοῦ Δαμασκηνοῦ, ἄνευ τοῦ προοιμίου, ἐλαφρῶς διορθωθεὶς κατὰ τὴν φράσιν.

Ἐπειδὴ λοιπὸν ἁπλοῖ ἄνθρωποι ἦσαν ἀπ’ ἀρχῆς οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, ἐχρειάζοντο καὶ τὴν τελείωσιν ἀπὸ τοὺς οὐρανούς· ἤτοι νὰ καταβῇ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον νὰ τοὺς φωτίσῃ καὶ νὰ τοὺς τελειώσῃ, ὅπερ ἐγένετο πεντήκοντα ἡμέρας μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τὴν Πεντηκοστήν. Πρὸ τῆς Ἀναστάσεως ὅμως ἦσαν εἰσέτι ἀτελεῖς οἱ Ἀπόστολοι. Ὁ δὲ Χριστός, ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ σταυρωθῇ, νὰ ὑβρισθῇ, νὰ ἐμπαιχθῇ, νὰ καταφρονηθῇ καὶ νὰ ταφῇ, διὰ τοῦτο μετεμορφώθη ἐνώπιον αὐτῶν, ἵνα, ὅταν τὸν ἴδωσι νὰ ὑβρίζεται, νὰ κρίνεται καὶ νὰ σταυρώνεται, νὰ μὴ νομίσουν ὅτι δὲν εἶναι Θεὸς ἀληθινός, ἀλλὰ νὰ ἐνθυμοῦνται τὸ φῶς ἐκεῖνο ὅπερ ἔλαμψε πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν των, καὶ τὴν λαμπρότητα ἐκείνην τὴν περισσήν, τὴν ὁποίαν εἶδον καὶ νὰ ἐννοήσωσιν ὅτι ἑκουσίως θὰ ἀποθάνῃ χάριν τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ μὴ λέγωσι καὶ αὐτοὶ ὅπως οἱ λησταί· «Οὐά, ὁ καταλύων τὸν Ναόν, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν, σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς καὶ κατάβηθι ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ, ὅπως ἴδωμεν καὶ πιστεύσωμεν». Καὶ πάλιν ὡς ἄλλους, οἵτινες ἔλεγον· «Εἰ Υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβα ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ». Καὶ πάλιν· «Ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι». Ἐπειδὴ λοιπὸν οἱ Ἑβραῖοι θὰ ἔβλεπον τὸν Χριστὸν ἐσταυρωμένον καὶ δὲν θὰ ἐπίστευον ὅτι εἶναι Θεός, ἀλλὰ θὰ ἐβλασφήμουν, καὶ θὰ ἔλεγον τοὺς λόγους αὐτούς, διὰ τοῦτο καὶ διὰ νὰ μὴ πάθωσι καὶ οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἔπαθον οἱ Ἰουδαῖοι, δι’ αὐτὸ μετεμορφώθη ἐνώπιον αὐτῶν, διὰ νὰ ἐννοήσωσιν ὅτι εἶναι Θεὸς ἀληθινός· αὕτη εἶναι ἡ πρώτη αἰτία.

Δευτέρα αἰτία εἶναι ἡ ἑξῆς: Ὁ Χριστὸς ἀπ’ ἀρχῆς ἔλεγεν εἰς τοὺς Μαθητάς του· «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, καὶ ἀράτω τὸν Σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ἤτοι ὅστις θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσῃ πρέπει νὰ ἀρνηθῇ τὸν ἑαυτόν του, καὶ νὰ λάβῃ τὸν Σταυρόν του, ἤτοι νὰ ἐνθυμῆται τὸν θάνατόν του καθ’ ἡμέραν· ἀνέφερε δὲ περὶ θανάτου εἰς τοὺς Ἀποστόλους, διὰ νὰ δείξῃ μὲ τοῦτο, ὅτι ὅσοι ἀποθάνωσι διὰ τὴν ἀγάπην Του, εἰς μεγάλας τιμὰς θέλουν ἀξιωθῆ. Τρίτη αἰτία εἶναι, ὅτι ἡ λάμψις τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου ἦτο προμήνυμα τῆς μελλούσης ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, τῆς Δευτέρας τοῦ Κυρίου παρουσίας καὶ τῆς ἐλλάμψεως μὲ τὴν ὁποίαν μέλλουσιν οἱ δίκαιοι νὰ τιμηθοῦν εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Διὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς μετεμορφώθη ὁ Κύριος.