Πῶς λοιπὸν σὺ ὁ ὁποῖος δύνασαι νὰ ἐκτελῇς τὰ μέν, προφασίζεσαι ὅτι δὲν ἠμπορεῖς νὰ ἐκτελῇς τὰ δέ; Τὶ εἶναι εὐκολώτερον διὰ τὴν κοιλίαν; Νὰ περάσῃ τὴν νύκτα μὲ ὀλιγοφαγίαν ἢ νὰ εἶναι ἐξηπλωμένη εἰς τὴν κλίνην παραφορτωμένη ἀπὸ τὴν ἀφθονίαν τῶν φαγητῶν; Καὶ διὰ νὰ εἴπω ἀκριβέστερον, ὄχι νὰ εἶναι ἐξηπλωμένη, ἀλλὰ διαρκῶς νὰ στριφογυρίζῃ ἐπάνω εἰς τὴν κλίνην, στενάζουσα καὶ διατρέχουσα τὸν κίνδυνον νὰ διαρραγῇ ἀπὸ τὸ πολὺ φαγητόν; Ἐκτὸς ἐὰν μοῦ εἴπῃς, ὅτι καὶ οἱ πλοίαρχοι εἶναι εὐκολώτερον νὰ σώσουν ἕνα παραφορτωμένον πλοῖον ἀπὸ ἓν ἄλλο μὲ ὀλιγώτερον φορτίον καὶ ἑπομένως ἐλαφρότερον. Διότι τὸ μὲν ἕνα πλοῖον, τὸ ὁποῖον φέρει φορτίον μεγάλου βάρους, ὅταν ὀλίγον ἀνυψωθοῦν τὰ κύματα, τὸ κατεπόντισαν· ἐνῷ τὸ ἄλλο μὲ τὸ ἐλαφρότερον φορτίον εὐκόλως ὑπερνικᾷ τὴν τρικυμίαν, ἐπειδὴ οὐδὲν τὸ ἐμποδίζει νὰ ἀνυψοῦται ὑπεράνω τῶν κυμάτων.
Καὶ τὰ σώματα λοιπὸν τῶν ἀνθρώπων, ὅταν μὲν παραφορτώνωνται μὲ τὴν ἀδιάκοπον πολυφαγίαν καὶ τὸν κόρον, εὐκόλως καταβάλλονται ὑπὸ τῶν ἀσθενειῶν. Ἐνῷ ὅταν χρησιμοποιοῦν τροφὴν ἐλαφρὰν καὶ μετρίαν καὶ τὸ ἐκ τῆς ἀσθενείας κακὸν διαφεύγουν, ὅπως τὸ ἐλαφρὸν πλοῖον διαφεύγει κατὰ τὴν τρικυμίαν καὶ σῴζεται, καὶ τὴν ὑπάρχουσαν ἤδη ἐνόχλησιν ἀπέκρουσαν, ὅπως ἀποκρούεται τὸ ἐξαφνικὸν φύσημα ἰσχυρᾶς ριπῆς τοῦ ἀνέμου. Ἐκτὸς ἐάν, κατὰ τὴν γνώμην σου, τὸ νὰ παραμένῃς ἥσυχος εἶναι περισσότερον κοπιαστικὸν ἀπὸ τὸ νὰ τρέχῃς καὶ τὸ νὰ εἶσαι ἤρεμος ἀπὸ τὸ νὰ παλαίῃς, ὁπότε βεβαίως θὰ εἴπῃς ὅτι διὰ τοὺς ἀσθενεῖς εἶναι καταλληλότερον τὸ νὰ τρώγουν κατὰ κόρον ἀπὸ τὸ νὰ περιορίζωνται εἰς ὀλίγην καὶ ἐλαφρὰν τροφήν. Ἡ δύναμις, ἡ ὁποία συντηρεῖ κάθε ζῷον, τὴν μὲν ὀλιγάρκειαν καὶ τὴν λιτότητα εὐκόλως τὴν προσαρμόζει πρὸς τὸ τρεφόμενον ζῷον· ἐνῷ ὅταν περιλάβῃ ποικιλίαν καὶ ἀφθονίαν φαγητῶν, ἡ δύναμις αὕτη δὲν ἐξαρκεῖ νὰ ὁλοκληρώσῃ τὸ ἔργον της καὶ οὕτω ἐδημιουργήθησαν τὰ διάφορα εἴδη τῶν ἀσθενειῶν.
Ἀλλ’ ἂς προχωρήσωμεν εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς νηστείας καὶ ἂς ἐξετάσωμεν τὴν ἀρχαιοτάτην καθιέρωσιν αὐτῆς καὶ πῶς πάντες οἱ Ἅγιοι, ὡς πατρικὴν κληρονομίαν δεχθέντες αὐτήν, διεφύλαξαν μὲ τόσην ἀκρίβειαν, παραδίδοντες αὐτὴν ἀπὸ πατρὸς εἰς υἱόν· ὅθεν καὶ διεσώθη μέχρις ἡμῶν τὸ ἀπόκτημα μὲ τὴν συνέχειαν τῆς διαδοχῆς. Εἰς τὸν Παράδεισον δὲν ὑπῆρχεν οἶνος, οὔτε θυσίαι ζῴων οὔτε κρεοφαγίαι.