ΣΑΛΠΙΣΑΤΕ, ὦ ἱερεῖς, λέγει ἡ Γραφή, κατὰ τὴν πρώτην τοῦ νέου μηνός, διὰ τῆς σάλπιγγος, ὡς καὶ κατὰ τὴν ἐπίσημον ἡμέραν τῆς μεγάλης ἑορτῆς σας (Ψαλμ. π’ 4). Τοῦτο εἶναι πρόσταγμα προφητικόν. Δι’ ἡμᾶς ὅμως, μὲ φωνὴν ἰσχυροτέραν ἀπὸ τὸν ἦχον οἱασδήποτε σάλπιγγος καὶ μὲ τρόπον χαρακτηριστικώτερον ἀπὸ οἱονδήποτε μουσικὸν ὄργανον, τὰ ἀναγνώσματα τοῦ Ἡσαΐου φανερώνουν τὴν ἑορτὴν τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἥτις ἔρχεται, ὁ ὁποῖος τὸν μὲν ἰουδαϊκὸν τρόπον τῆς νηστείας ἀπέκρουσεν, ἔδειξε δὲ εἰς ἡμᾶς τὸν ὀρθὸν τρόπον τῆς ἀληθινῆς νηστείας. «Ὅταν νηστεύετε μὴ εὑρίσκεσθε εἰς διαμάχην καὶ ἀντιδικίαν μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ἀλλὰ καταπαύετε πᾶσαν ἀφορμὴν ἀδικίας» (Ἡσ. νη’ 4-6). Αὐτὰ λέγει ὁ Ἡσαΐας. Καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν λέγει· «Ὅταν νηστεύετε, μὴ γίνεσθε σκυθρωποί… σὺ δὲ πλύνε τὸ πρόσωπόν σου καὶ ἄλειψε τὴν κεφαλήν σου» (Ματθ. ϛ’ 16-17), χωρὶς νὰ σκυθρωπάζετε διὰ τὰς ἡμέρας, αἱ ὁποῖαι ἔρχονται, ἀλλὰ ὑποδεχόμενοι αὐτὰς μὲ φαιδρότητα καὶ εὐχάριστον διάθεσιν, ὅπως ἁρμόζει εἰς Ἁγίους. Κανεὶς δὲν στεφανώνεται ὅταν δυσανασχετῇ, κανεὶς δὲν στήνει τρόπαιον νίκης, ὅταν ἔχῃ πρόσωπον κατηφές.
Μὴ γίνεσαι σκυθρωπός, βλέπων ὅτι ἀποκαθίσταται ἡ ὑγεία σου. Διότι εἶναι ἄτοπον νὰ μὴ χαίρωμεν διὰ τὴν ὑγείαν τῆς ψυχῆς μας, ἀλλὰ νὰ λυπούμεθα διὰ τὴν ἀλλαγὴν τῆς τροφῆς, ἀποδίδοντες οὕτω περισσοτέραν σπουδαιότητα εἰς τὰς ἀπολαύσεις τῆς κοιλίας μας, παρὰ εἰς τὴν φροντίδα διὰ τὴν ψυχήν μας. Διότι ὁ μὲν κόρος περιορίζει τὴν εὐεργεσίαν του εἰς τὴν κοιλίαν καὶ μόνον· ἐνῷ τὸ κέρδος, τὸ ὁποῖον προέρχεται ἀπὸ τὴν νηστείαν, ἀναφέρεται εἰς τὴν ψυχήν. Γίνου εὔθυμος, διότι ἀπὸ τὸν ἰατρὸν σοῦ ἐδόθη φάρμακον, τὸ ὁποῖον ἐξαφανίζει τὰς ἁμαρτίας. Ὅπως δηλαδὴ οἱ σκώληκες, οἱ ὁποῖοι ζοῦν εἰς τὰ ἐντόσθια τῶν παιδίων, ἐξαφανίζονται μὲ πικρά τινα καὶ δυσάρεστα φάρμακα, κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον καὶ τὴν ἁμαρτίαν, ἡ ὁποία κρύπτεται εἰς τὸ βάθος, τὴν φονεύει ἡ νηστεία, ὅταν εἰσέλθῃ εἰς τὴν ψυχήν μας, τοὐλάχιστον ἐκείνη ἡ νηστεία, ἡ ὁποία ἀληθῶς εἶναι ἀξία νὰ ὀνομάζεται οὕτω.
«Ἄλειψε τὴν κεφαλήν σου καὶ πλύνε τὸ πρόσωπόν σου» (ἔνθ’ ἀνωτέρω). Ὁ λόγος οὗτος σε καλεῖ εἰς κάποια μυστήρια. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἤλειψε τὴν κεφαλήν του, ἐχρίσθη μὲ ἠγιασμένον ἔλαιον· ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔπλυνε τὸ πρόσωπόν του, ἐκαθαρίσθη ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας του.