Δεξιὰ Κυρίου ἦτο ἐκείνη, ἡ ὁποία ἔκαμνεν ὥστε ἡ μία γλῶσσα τῶν Ἀποστόλων νὰ ἀκούεται ἀπὸ διάφορα ἔθνη, διάφορον ἕχοντα ἕκαστον ὁμιλίαν. Δεξιὰ Κυρίου ἦτο ἐκείνη ἡ ὁποία ἔκαμνε, ὥστε διὰ τῶν χειρῶν τῶν Ἀποστόλων νὰ πίπτουν οἱ ναοὶ τῶν εἰδώλων, νὰ συντρίβωνται τὰ εἴδωλα, νὰ πιστεύουν οἱ εἰδωλολάτραι. «Διὰ δὲ τῶν χειρῶν τῶν Ἀποστόλων ἐγίνοντο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά» (Πρ. ε’ 12). Σημεῖα ἦσαν τὸ νὰ ἰατρεύωνται ἄρρωστοι, νὰ καθαρίζωνται λεπροί, νὰ ἀνασταίνωνται νεκροί, νὰ διώκωνται ἀκάθαρτα πνεύματα. Τέρατα δὲ ἦσαν τὸ νὰ φιλῶσι λέοντες τοὺς πόδας τῶν ἁγίων ἀνδρῶν, νὰ μένωσιν οἱ Μάρτυρες ἄφλεκτοι μέσα εἰς τὸ πῦρ, νὰ πολεμῶσι Παρθένοι μὲ τὰ θηρία, καὶ νὰ τὰ δαμάζωσι· βουνὰ ἀσάλευτα νὰ περιπατῶσι, θάλασσα ἠγριωμένη νὰ γαληνιᾷ εἰς τὴν προσευχὴν ἑνὸς Χριστιανοῦ. «Σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά».
Ἐλᾶτε τώρα, ἄθεοι, ἐλᾶτε, ἄπιστοι, ἐλᾶτε, ἀσεβεῖς, ἐλᾶτε ὅλοι οἱ ἐχθροὶ τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Πίστεως· ὅσας ἀκτῖνας ἔχει ὁ ἥλιος, τόσαι εἶναι αἱ ἀποδείξεις, αἱ ὁποῖαι βεβαιώνουν, ὅτι αὕτη ἡ Πίστις τὴν ὁποίαν ἡμεῖς κρατοῦμεν εἶναι ἡ ἀληθινὴ Πίστις· πλὴν ἐγὼ θέλω νὰ σᾶς προβάλω ἕνα ἐπιχείρημα. Τὰ θαύματα αὐτὰ διὰ τῶν ὁποίων λέγω, ὅτι ὁ Θεὸς ηὔξανε τὴν Πίστιν τῶν Χριστιανῶν ἢ ἔγιναν τῇ ἀληθείᾳ, ἢ δὲν ἔγιναν. Ἂν ἔγιναν, αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ Πίστις ἡ ἀληθινὴ τοῦ Θεοῦ, διὰ τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς ἔκαμε τόσα θαύματα. Ἂν δὲν ἔγιναν, πῶς λοιπὸν μία τοιαύτη Πίστις, μὲ διδασκαλίαν τόσον δύσκολον εἰς τὸν νοῦν, μὲ νόμον τόσον βαρὺν εἰς τὴν θέλησιν, ἐξηπλώθη εἰς ὅλην τὴν γῆν χωρὶς θαύματα; Τοῦτο εἶναι ἀκόμη θαῦμα μεγαλύτερον, μάλιστα τῶν θαυμάτων τὸ θαῦμα· καὶ ἂν οὕτως ἢ ἀλλέως ἔγινε τοῦτο εἶναι θαῦμα μέγα, εἶναι ἔργον Θεοῦ. «Δεξιὰ Κυρίου ἐποίησε δύναμιν» (Ψαλμ. ριζ’ 15-16).
Ἀλλ’ ἂν ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις εἶναι θεία εἰς τὴν ἀρχήν, θεία εἰς τὴν αὔξησιν, ἄρα δὲν εἶναι θεία καὶ εἰς τὴν στερέωσιν; Τὸ Πνεῦμα Ἅγιον ἐμφανέστατα ἐξεικόνισε τὴν μυστηριώδη οἰκοδομὴν τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, μὲ τὸ στόμα τοῦ Σολομῶντος. «Ἡ Σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον, καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά» (Παρ. θ’ 1). Ἡ Σοφία, ἀλλὰ ποία σοφία; Ἡ σοφία τῶν ἀνθρώπων; Ἡ σοφία τῶν Ἀγγέλων; Ὄχι, λέγει ὁ Παῦλος· «(Σοφία), ἣν οὐδεὶς τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν» (Α’ Κορ. 8), διότι ἡ ἀληθινή, ἡ ὑπὲρ φύσιν καὶ ὑπὲρ ἄνθρωπον οἰκοδομὴ τῆς Ἐκκλησίας, δὲν ἠδύνατο νὰ εἶναι κτιστῆς σοφίας ἐφεύρημα.