Εἰς τὴν Κυριακὴν τῆς ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ διδαχὴ περὶ ΠΙΣΤΕΩΣ, ἐκ τῶν εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Τεσσαρακοστὴν Διδαχῶν τοῦ Ἐπισκόπου Κερνίκης καὶ Καλαβρύτων (1711-1714) Ἡλίου Μηνιάτου, ἐλαφρῶς διωρθωμένος κατὰ τὴν φράσιν.

Νὰ βλέπωμεν ἐκεῖ εἰς τὴν ἁγίαν Κολυμβήθραν ὕδωρ φυσικόν, τὸ ὁποῖον περιβρέχει τὸ σῶμα, καὶ νὰ πιστεύωμεν ὅτι ἐκεῖνο εἶναι λουτήριον πνευματικόν, τὸ ὁποῖον καθαρίζει τὴν ψυχήν. Νὰ βλέπωμεν ἄλλα αἰσθητῶς καὶ νὰ πιστεύωμεν ἄλλα νοητῶς, εἰς τὰ Μυστήρια· νὰ ἀρνῆται ὁ νοῦς τὴν αἴσθησιν, μάλιστα ὁ νοῦς νὰ μὴ πιστεύῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του; «Τίς σοφὸς καὶ συνήσει ταῦτα;» (ἔνθ’ ἀνωτ.).

Αὐτὰ εἶναι δόγματα, τὰ ὁποῖα δὲν δύναται νὰ ἐννοήσῃ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Καὶ πάλιν, ἡ Πίστις τῶν Χριστιανῶν εἶναι νόμος ὅλος πνευματικός, ὅλος ἅγιος· νόμος, ὅστις ὁρίζει πτωχείαν, παρθενίαν, νηστείαν, ἐγκράτειαν, ταπεινοφροσύνην καὶ ἀγάπην τόσον τελείαν, ὥστε παραγγέλλει νὰ ἀγαπῶμεν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν. Νόμος ὅστις θέλει τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν σάρκα πνευματικόν, εἰς τὸν κόσμον ἅγιον· νόμος, ὅστις εἶναι ἐναντίον εἰς τὸν νόμον τοῦ κόσμου καὶ τῆς σαρκός. Αὐτὰ εἶναι πράγματα, τὰ ὁποῖα δὲν δέχεται μετὰ χαρᾶς ἡ ἀνθρώπινος θέλησις. Παρ’ ὅλα ὅμως ταῦτα μία διδασκαλία τόσον δύσκολος εἰς τὸν νοῦν, ἕνας νόμος τόσον βαρὺς εἰς τὴν θέλησιν, ηὔξησεν, ἐπροχώρησεν εἰς κάθε μέρος τῆς γῆς, εἰς κάθε τάξιν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ πῶς; Ἆρα γε μὲ κανένα ὄργανον ἀνθρωπίνης δυνάμεως; Ὄχι· μάλιστα ὅλη ἡ δύναμις τῶν ἀνθρώπων συνηνωμένη μὲ ὅλην τὴν δύναμιν τῶν δαιμόνων ἀντεστάθη καὶ ἀντεπολέμησε.

Βάλετε εἰς τὸν νοῦν σας, Χριστιανοί, ὅτι βλέπετε ἔξω εἰς μίαν πεδιάδα ὀλίγα πρόβατα νὰ πολεμῶσι μὲ λύκους, με λέοντας, μὲ δράκοντας καὶ μὲ ἄλλα θηρία, εἰς τὸ πλῆθος ἀναρίθμητα, εἰς τὴν ἀγριότητα ἀνήμερα, εἰς τὸ φαρμάκι θανατηφόρα. Ἂν τὰ ὀλίγα ἐκεῖνα πρόβατα, τὰ ἐβλέπατε νὰ νικήσωσι, νὰ διώξωσι, νὰ διασκορπίσωσι καὶ τοὺς λύκους καὶ τοὺς λέοντας καὶ τοὺς δράκοντας καὶ ὅλα τὰ ἄλλα θηρία· ἔπειτα διαμοιρασμένα εἰς διαφόρους τόπους τῆς γῆς, νὰ πολλαπλασιασθοῦν τόσον, ὥστε νὰ αὐξήσωσιν εἰς μίαν πολυάριθμον ποίμνην· τί ἠθέλετε εἴπῃ; Βέβαια ὅτι τοῦτο δὲν εἶναι πρᾶγμα φυσικόν, ἀλλὰ θαῦμα φοβερὸν καὶ ἐξαίσιον. Τοῦτο ὅμως συνέβη τῇ ἀληθείᾳ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. Ἐγὼ βλέπω ὡς δώδεκα πρόβατα τοὺς δώδεκα ἐκείνους Ἀποστόλους, τοὺς ὁποίους ἀπέστειλεν ὁ Χριστὸς ὡς εἰς πεδίον πολεμικόν, εἰς τὸ παγκόσμιον κήρυγμα. «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς (τοὺς προεῖπεν ὁ ἴδιος) ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. ι’ 16).