Εἰς τὴν Κυριακὴν τῆς ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ διδαχὴ περὶ ΠΙΣΤΕΩΣ, ἐκ τῶν εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Τεσσαρακοστὴν Διδαχῶν τοῦ Ἐπισκόπου Κερνίκης καὶ Καλαβρύτων (1711-1714) Ἡλίου Μηνιάτου, ἐλαφρῶς διωρθωμένος κατὰ τὴν φράσιν.

Καὶ ἤλλαξεν ἀληθινά· ἀλλὰ τέτοια παράδοξος ἀλλοίωσις ποίας δεξιᾶς ἠδύνατο νὰ εἶναι κατόρθωμα; Ὄχι ἄλλης βέβαια παρὰ τοῦ Θεοῦ· «Αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. οϛ’ 11). Μόνον ὁ ὕψιστος Θεός, ὅστις δὲν ἔχει ἀνάγκην ἀπὸ κανένα μέσον διὰ νὰ κάμῃ ὅ,τι βούλεται, ἠδύνατο νὰ κάμῃ ἕνα ἔργον τόσον θαυμαστὸν ἐκ τοῦ μὴ ὄντος. Ποῖον τάχα ἀπὸ τὰ κτίσματα ἐφάνη διὰ νὰ κτίσῃ τὴν Ἐκκλησίαν; Διὰ νὰ κηρύξῃ τὴν Ὀρθοδοξίαν; Διὰ νὰ διδάξῃ τὴν Πίστιν τοῦ Χριστοῦ; Δὲν κατῆλθε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς Ἄγγελός τις ἢ Ἀρχάγγελος νὰ ἐκπλήξῃ τοὺς ἀνθρώπους μὲ μίαν δύναμιν ὑπερφυσικὴν ἐξαισίων θαυμάτων. Δὲν ἠγέρθη ἐδῶ εἰς τὴν γῆν, ἢ ἀνδρειωμένος τις στρατιώτης ἢ σοφός τις ρήτωρ, ἢ ἔνδοξος πλούσιος, διὰ νὰ ἀναγκάσῃ διὰ νὰ καταπείσῃ, καὶ νὰ ἑλκύσῃ τοὺς ἀνθρώπους εἰς μίαν νέαν Πίστιν, ἢ διὰ τῶν ὅπλων, ἢ μὲ τέχνην εὐγλωττίας, ἤ μὲ τὸ πλῆθος δωρεῶν. Μάλιστα ὅλον τὸ ἐναντίον συνέβη, λέγει ὁ μακάριος Παῦλος. Διὰ νὰ καταισχύνῃ ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου, ἐξέλεξεν ἀνθρώπους ἀμαθεῖς. Διὰ νὰ νικήσῃ τοῦ κόσμου τὴν δύναμιν, ἐξέλεξεν ἀνθρώπους ἀσθενεῖς. Διὰ νὰ ταπεινώσῃ τὴν ὑπερηφάνειαν τοῦ κόσμου, ἐξέλεξεν ἀνθρώπους ἐξουθενημένους. Διὰ νὰ καταργήσῃ τοῦ κόσμου τὸ εἶναι, ἐξέλεξε τὸ οὐδέν· «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου, καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ» (Α’ Κορ. α’ 27-28).

Καὶ ποῖοι εἶναι οὗτοι τοὺς ὁποίους ἐξέλεξεν ὁ Κύριος, ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ; Ἄνθρωποι Ἰουδαῖοι, ὅπερ σημαίνει τὸ ὄνειδος καὶ τὸ ἐξουθένημα ὅλων τῶν ἐθνῶν· ἁλιεῖς τὸ ἐπάγγελμα, ἄνθρωποι δηλαδὴ ἀγράμματοι καὶ πένητες· δώδεκα εἰς τὸν ἀριθμόν, πολὺ ὀλίγοι δηλαδή. Οὗτοι εἶναι ἐκεῖνοι, τοὺς ὁποίους ἐξέλεξεν ὁ Θεός, ἵνα ὑπάγωσι καὶ κηρύξωσιν εἰς ὅλον τὸν κόσμον τὸ Εὐαγγέλιον· «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ Εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ. ιϛ’ 15). Νομίζω ὅτι τοὺς βλέπω νὰ κατεβαίνουσιν ἀπὸ τὸ ὑπερῷον τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ νὰ ἑτοιμάζωνται διὰ νὰ ὑπάγωσιν, ἄλλος εἰς ἕνα, ἄλλος εἰς ἄλλο μέρος τῆς Οἰκουμένης. «Σταθῆτε, σταθῆτε ὀλίγον, ὦ ἄνδρες Γαλιλαῖοι, ἀναμείνατε ὀλίγον, σᾶς παρακαλῶ, διὰ νὰ μοῦ εἴπητε· ποῖον εἶναι τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἐπιχειρεῖτε;».