Ὅθεν φθάσας εἰς κατάστασιν τελειοτάτης φρονήσεως, ὅσον μᾶλλον ἔβλεπεν, ὅτι εἶχε περισσοτέρους ἐχθροὺς ἐναντίον του, τόσον περισσότερον ἐμεγαλοψύχει καὶ ἠνδρίζετο, διὰ νὰ τοὺς νικήσῃ, καθὼς μὲ τὴν Χάριν τοῦ Θεοῦ τοῦτο κατώρθωσε, νικήσας μὲ τὴν χρηστότητά του τὴν κακίαν τῶν ἀπίστων· μὲ τὴν μακροθυμίαν του τὸν θυμόν των· καὶ μὲ τὴν τῶν πόνων καὶ βασάνων ὑπομονήν του, τὴν ἐκείνων ἀγριότητα καὶ θηριωδίαν.
Ὁ τρόπος οὗτος τῆς νίκης τοῦ Θεοδώρου ὑπῆρξε βεβαίως πρωτοφανὴς καὶ πρωτάκουστος, ἦτο ὅμως ἀποτέλεσμα ὄχι τῆς ἀνθρωπίνης δυνάμεως, ἀλλὰ τῆς θείας, ἥτις, κατὰ τὸν Ἀπόστολον Παῦλον, ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται (Β’ Κορ. ιβ’ 9). Ὁ δὲ τύραννος καὶ διώκτης Λικίνιος, μὲ τὸ νὰ ἦτο ἄνθρωπος πολυμήχανος καὶ φυσικὰ ἐφευρετικὸς τῆς κακίας, ὑπερασπιστὴς μὲ ὑπερβολὴν τῆς θρησκείας τῶν Ἑλλήνων, καὶ προσηλωμένος εἰς τὰς μιαρὰς τελετὰς καὶ θυσίας τῶν εἰδώλων, τὴν μὲν ἀσέβειαν ἐνόμιζεν εὐσέβειαν, τὸ δὲ ψεῦδος ἀλήθειαν. Ὑπερβαίνων δὲ ὅλους τοὺς παλαιοτέρους διώκτας τῶν Χριστιανῶν εἰς τὰς κολακείας τῶν λόγων καὶ εἰς τὰς ἀπειλάς, καὶ εἰς τὸ νὰ ἐφευρίσκῃ φοβερὰ βασανιστήρια κατὰ τῶν Μαρτύρων δὲν ἠρκεῖτο εἰς τὸ νὰ σύρῃ τοὺς ταπεινοὺς μόνον ἀνθρώπους ἐκ τῶν ὑπηκόων του εἰς τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων, ἀλλ’ ἠγωνίζετο νὰ προσελκύσῃ πρότερον τοὺς ἐνδόξους καὶ ὀνομαστούς, στοχαζόμενος ὁ πανοῦργος ὅτι ἂν ἐπιτύχῃ εἰς τοὺς μεγαλυτέρους, πολλῷ μᾶλλον θέλει ἐπιτύχει εἰς τοὺς μικροτέρους, καὶ ἀκολούθως θέλει ἐπιτύχει λαμπροτέραν τὴν νίκην. Πλὴν ματαίως ὁ δυστυχὴς ἐκοπίασε, ἐπειδὴ τὰ πράγματα ἠκολούθησαν ὅλως ἐναντίον. Διότι ἐφ’ ὅσον οἱ μεγάλοι καὶ ὀνομαστοὶ ἄνδρες δὲν ἐνικήθησαν ὑπ’ αὐτοῦ, ἀλλ’ ἔμειναν στερεοὶ εἰς τὴν Πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἐκ τούτου καὶ οἱ μικρότεροι ἐστερεώθησαν εἰς αὐτήν. Οὕτως ὁ δόλιος τύραννος ἔχασε τὴν ἐλπίδα τὴν ὁποίαν ἔτρεφε, πανσόφως καταβληθεὶς ἀπὸ τὴν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ, ὅστις δράσσεται τοὺς σοφοὺς ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτῶν, κατὰ τὸν Ἀπόστολον (Α’ Κορ. γ’ 19, Ἰὼβ ε’ 13).
Ὅθεν ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἦτο πανταχοῦ ὀνομαστὸς καὶ περίφημος διὰ τὴν εὐσέβειαν τῆς Πίστεώς του, ἐστάλησαν οἱ ὑπηρέται τοῦ Λικινίου πρὸς αὐτόν, προσκαλοῦντες αὐτὸν νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν Νικομήδειαν, εἰς τὴν ὁποίαν διέτριβε τότε ὁ τύραννος, διὰ νὰ θυσιάσῃ εἰς τὰ εἴδωλα.