Τότε εἰσακούεται ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν ἀφήσῃ τὰς ἁμαρτίας καὶ ζητῇ τὴν συγχώρησιν ἐκ καρδίας. Ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς κινδύνους ἡ προσευχὴ εἶναι ματαία, δὲν φθάνει εἰς τὰ ὦτα τοῦ Κυρίου Σαββαώθ. Ὁ Ἀντίοχος ἐζήτει μὲ τὴν προσευχὴν ὄχι τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ τῶν ἀνομιῶν του, ἀλλὰ τὴν ὑγείαν τοῦ σώματος. Ποία ἄλλη κατάστασις εἶναι πλέον ἀξιοδάκρυτος ἀπὸ αὐτὴν τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὅταν δὲν τοῦ ἔμεινε πλέον καμμία βοήθεια, οὔτε Ἄγγελος, οὔτε προσευχή; Μάλιστα καὶ ἂν ἀποτολμήσῃ ποτὲ νὰ σταθῇ εἰς τὴν τάξιν τῶν προσευχομένων, φαίνεται μὲν ἐκεῖ προσευχόμενος, ἀλλὰ δὲν εἷναι· τόπον ἔχει προσευχομένου, ἀλλ’ ὄχι τρόπον, οὔτε ἀξίαν, καθὼς τὸ χρυσοῦν στόμα τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν ὀξύτητα τῆς διανοίας του σημαδεύει· ὅτι ὁ μέγας Δαβὶδ προσκαλεῖ εἰς τοὺς Ψαλμούς του διὰ νὰ ὑμνήσουν τὸν Θεὸν ὁμοῦ ὅλα τὰ κτίσματα, καὶ τὰ πλέον φοβερὰ καὶ φρικτά, προσκαλεῖ τοὺς σκορπίους, τοὺς ὄφεις, τοὺς δράκοντας, ἀλλ’ ὄχι τοὺς ἁμαρτωλούς· «Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῆς γῆς, δράκοντες» (Ψαλμ. ρμη’ 7), ἀλλ’ ὄχι ἁμαρτωλοί· μόνος ὁ ἁμαρτωλὸς ἔξω κλείεται ἀπὸ τὸν ἱερὸν τοῦτον χορόν..
Δὲν εἶναι λοιπὸν εὐπρόσδεκτος ἡ προσευχὴ τοῦ ἁμαρτωλοῦ (Ἡσ. α’ καὶ ι’), οὔτε ἡ ἐλεημοσύνη, οὔτε ἡ ἑορτὴ αὐτοῦ. «Τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου» (Ἡσ. α’ 14). Οὔτε νὰ ἐνδύσῃ πτωχόν, οὔτε νὰ ἐπισκεφθῇ ἀσθενῆ, ὅλα μάτην, μάτην κοπιάζει εἰς ὅσον καιρὸν εὑρίσκεται εἰς τὴν ἁμαρτίαν. Καὶ τώρα καταλαμβάνω τὴν ἀγχίνοιαν καὶ τὸ ὕψος τῆς διανοίας τοῦ μεγάλοι ἐκείνου τέρατος τῆς Ἀφρικῆς, τοῦ Συνεσίου λέγω. Εἶχεν αὐτὸς ἕνα δοῦλον, ἀχρεῖον, μέθυσον, ἄσωτον, ὅστις τοῦ ἔφυγε, γράφων δὲ περὶ τούτου εἰς τὸν ἀδελφόν του, γράφει (Ἐπιστ. λβ’)· «Μοῦ ἔφυγεν, ἀδελφέ μου, ὁ καὶ τὸ ὄνομα δοῦλος καὶ τὴν προαίρεσιν, διὰ τοῦτο σοῦ γράφω· εὗρε αὐτόν, δέσε τον καὶ στεῖλε τον, ὄχι εἰς ἐμένα, ἀλλ’ εἰς τὴν πατρίδα του, ἐκείνη ἡ πόλις πρέπει νὰ ἔχῃ τὸ κακόν, ὅπου τὸν ἐγέννησεν, ἐγὼ ἄλλην παιδείαν δὲν θέλω τοῦ δώσει, φθάνει εἰς αὐτὸν ἡ κακία, ὅπου ἔχει διὰ νὰ τὸν τιμωρῇ· δὲν εὑρίσκω ἄλλην πλέον δριμυτέραν κόλασιν ἔξω ἀπὸ τὴν κακίαν ὅπου τὸν κυριεύει». «Δίκην μὲν οὖν ἑτέραν οὐκ ἂν λάβοιμεν παρ’ αὐτοῦ, ἀποχρῶσα γὰρ ἡ πονηρία δίκη τῷ πονηρῷ». Ἀκούεις κόλασιν καὶ πρὸ τῆς κολάσεως εἰς τὸν ἁμαρτωλόν; Ἀκούεις συμφορὰν πρὸ τῆς μεγάλης συμιφορᾶς; Καὶ πῶς λοιπὸν δὲν εἶναι ἀξιοδάκρυτος;