Λόγος εἰς τὴν ΚΥΡΙΑΚΗΝ τοῦ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ, ὅτι ἡ συνήθεια τοῦ Ἁμαρτάνειν εἶναι ἡ Ἀξιοδάκρυτος καταδίκη. Ἐκ τῆς Εὐαγγελικῆς Σάλπιγγος Μακαρίου τοῦ ἐν Πάτμῳ, ἐλαφρῶς διεσκευασμένος κατὰ τὴν φράσιν.

Βλέπει ὁ Πλάτων φίλον τού τινα, ὅστις ἔπαιζε κύβους καὶ παρευθὺς ἀρχίζει νὰ τὸν κατηγορῇ δριμύτατα καὶ νὰ τον ὑβρίζῃ ἀνελεημόνως. Ἀποκριθεὶς δὲ ἐκεῖνος εἶπεν εἰς τὸν Πλάτωνα· «Ὡς ἐπὶ μικροῖς!». Ὡς δηλαδὴ νὰ τοῦ ἔλεγεν· Ὦ σοφώτατε Πλάτων, διὰ τόσον μικρὸν ἁμάρτημα ἐκσφενδονίζεις ἐναντίον μου τόσας πολλὰς ὕβρεις; Διὰ τόσην ὀλίγην ἄνεσιν, τὴν ὁποίαν δίδω εἰς τὸ σῶμά μου μὲ τοῦτο τὸ μικρὸν παιγνίδιον, πλέκεις εἰς ἐμὲ τόσους ὀνειδισμούς, δίδεις τόσας ὕβρεις, τόσας πολλὰς κατηγορίας, καὶ ἔμπροσθεν εἰς τόσους πολλοὺς ἀνθρώπους; «Ὡς ἐπὶ μικροῖς, ὦ Πλάτων, ὡς ἐπὶ μικροῖς». Διότι διὰ παραμικρὸν πρᾶγμα μὲ ὑβρίζεις. Ἑκεῖνος τότε ἀποκρίνεται πρὸς αὐτόν· «Ἀλλὰ τό γ’ ἔθος οὐ σμικρόν». Ἀκούεις λόγον ἀπὸ στόμα Ἕλληνος; Ἀκούεις διδασκαλίαν χρυσῆν εὐαγγελικήν; Μικρὸν εἶναι τὸ ἁμάρτημα, ὅπερ ποιεῖς, φίλε μου, ἀλλ’ ἡ συνήθεια τῆς ἁμαρτίας δὲν εἶναι μικρά, ἀλλὰ πράγμα θανατηφόρον, πρᾶγμα ὅπερ κάμνει πολλοὺς νὰ κλείωσι τοὺς ὀφθαλμούς, διὰ νὰ μὴ ἴδωσι τὸν ἰατρὸν τῆς ψυχῆς. Πρᾶγμα ὅπερ ἐθανάτωσε καὶ θανατώνει καθ’ ἡμέραν πολλοὺς γίγαντας. «Τό γ’ ἔθος οὐ σμικρόν»· διότι αὐτὸ εἶναι ἡ παράλυσις τῆς ψυχῆς, αὐτὸ εἶναι ἡ ἅλυσις, μὲ τὴν ὁποίαν δένει ὁ διάβολος τὸν ἄνθρωπον ἐπάνω εἰς τὸν κράβατον τῆς ἀναισθησίας. Οὐ μικρὸν τὸ ἔθος, ἀλλὰ μέγα καὶ φοβερόν, διότι προξενεῖ εἰς τὸν ἄνθρωπον τὴν φοβερὰν ἐκείνην καὶ ἀπαρηγόρητον κόλασιν. Οὐ μικρὸν τὸ ἔθος, διότι εἶναι ἀνίατον ἀπὸ ἐκείνους, οἵτινες δὲν ἤκουσαν ταῦτα τὰ ἰατρικά.

Πρῶτον ἰατρικὸν διὰ νὰ κόψῃ τὰς ρίζας καὶ τὰ νεῦρα μιᾶς πονηρᾶς συνηθείας δὲν θέλει εὑρεθῆ ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν παντοδυναμίαν τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἥτις ἀχρόνως καὶ ἀκόπως ἰατρεύει αὐτὸ τὸ ἀνίατον πάθος, καθὼς ὁ σημερινὸς παράλυτος μὲ τὸν κράβατον εἰς τὸν ὦμον κηρύττει. Αὕτη ὅμως ἡ παντοδυναμία ἀμέσως δὲν ἐνεργεῖ, ὄχι διότι δὲν δύναται, οὔτε διότι δὲν θέλει, ἀλλὰ διὰ νὰ μὴ ἀναιρέσῃ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἐχάρισεν ἅπαξ εἰς τὸν ἄνθρωπον, τὸ προαιρετικόν. Χρειάζεται λοιπὸν πολλὰ ἡ παντοδυναμία αὕτη τοῦ Θεοῦ διὰ νὰ ἐνεργήσῃ εἰς ἡμᾶς τὴν ἀποχὴν τοῦ κακοῦ, τὸ μῖσος τῆς ἁμαρτίας, τὴν συντριβὴν τῆς καρδίας, τὴν ἱκανοποίησιν καὶ τὸ μυστήριον τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἀληθινῆς ἐξομολογήσεως. Ἐπάνω δὲ ἀπὸ ὅλα χρειάζεται ἡ προσευχὴ καὶ ἡ θέλησις τοῦ ἀνθρώπου. Νὰ κλίνῃ οὗτος τὸ πρόσωπον καὶ μετὰ θερμῶν δακρύων νὰ ζητήσῃ τὴν παντοδυναμίαν τοῦ Θεοῦ, καθὼς ἀπὸ τὸν σημερινὸν παράλυτον γίνεται φανερὸν τοῦτο τὸ ὁποῖον λέγω.


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἐκ τῶν πολλῶν φιλοσοφικῶν συγγραμμάτων τοῦ μεγάλου ἐκείνου φιλοσόφου τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, τοῦ Ἀριστοτέλους, εἶναι καὶ τὸ περὶ οὗ ὁ λόγος ἐνταῦθα σύγγραμμά του, ὑπὸ τὸν γενικὸν τίτλον «Πολιτικά». Ἐν τῷ συγγράμματι τοῦτο, ὅπερ ἀναδεικνύει τὸν Ἀριστοτέλην, ἐκτὸς τῶν ἄλλων φιλοσοφικῶν του θεωρημάτων, καὶ ὡς θεμελιωτὴν τῆς πολιτικῆς ἐπιστήμης καὶ φιλοσοφίας, ὁ ἀρχαῖος ἐκεῖνος Ἕλλην σοφὸς ἀναπτύσσει θεωρητικῶς τὸ πῶς πρέπει νὰ συγκροτῆται καὶ νὰ ὀργανώνεται ἡ πολιτεία. Οὗτος, τῇ βοηθείᾳ τῶν μαθητῶν του τοῦ Λυκείου Ἀθηνῶν, ὅπερ ὁ ἴδιος εἶχεν ἱδρύσει καὶ εἰς τὸ ὁποῖον ἐδίδασκεν, εἶχε προβῆ εἰς τὴν συγγραφὴν 158 μονογραφιῶν, ἐν ταῖς ὁποίαις περιεγράφετο ἡ πολιτικὴ ὀργάνωσις καὶ ἐξέλιξις ἰσαρίθμων ἀρχαίων πολιτειῶν. Μεταξὺ τούτων ἦτο καὶ ἡ «Ἀθηναίων Πολιτεία», ἥτις καὶ μόνον διεσώθη. Ὁ Ἀριστοτέλης ἔζησε κατὰ τὸν Δʹ πρὸ Χριστοῦ αἰῶνα· ἐχρημάτισε μαθητὴς τοῦ Πλάτωνος, ἦτο δὲ καὶ αὐτὸς εἰδωλολάτρης, πλὴν ὅμως διὰ τῶν φιλοσοφικῶν του ἀναζητήσεων ἀντελήφθη καὶ ἐδίδαξεν ὅτι ὑπεράνω ὅλων ὑπάρχει τὸ «κινοῦν ἀκίνητον», ὁ εἷς δηλαδὴ ἀληθὴς καὶ μόνος Θεός.