ΤΟΝ παλαιὸν καιρὸν οἱ Ἕλληνες εἶχον συνήθειαν νὰ τιμοῦν μεγάλως ἐκεῖνον ὅστις ἐνικοῦσεν εἰς τὸν πόλεμον καὶ κατετρόπωνε τοὺς ἐχθροὺς τῆς πατρίδος του. Τούτου ἔκαμνον καὶ ἀνδριάντα τὸν ὁποῖον ἔστηνον εἰς τὸ μέσον τῆς πόλεως, διὰ νὰ τὸν βλέπουν οἱ ἐπίλοιποι ἄνθρωποι, νὰ παρακινοῦνται εἰς τὸ καλόν. Ἀπ᾽αὐτὸ ἔγινε καὶ ἡ πολυθεΐα εἰς τοὺς Ἕλληνας, διότι ὀλίγον κατ’ ὀλίγον παρασυρόμενοι οἱ ἄνθρωποι ὑπὸ τοῦ πονηροῦ, ἐνόμισαν ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ἦσαν θεοὶ καὶ τοὺς προσεκύνουν. Ἐὰν λοιπὸν ἐκεῖνοι οἵτινες ἦσαν ἄνθρωποι εἰδωλολάτραι καὶ πολυθεϊσταί, οἱ ὁποῖοι Θεὸν ἀληθινὸν δὲν ἐγνώριζαν, οἱ ὁποῖοι μὴ ἐλπίζοντες κρίσιν καὶ ἀνταπόδοσιν τῶν ἔργων των ἐν τούτοις ἐτιμοῦσαν τόσον τοὺς εὐεργέτας αὐτῶν, πόσῳ μᾶλλον ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς Χριστιανοί, οἵτινες πιστεύομεν τὸν ἀληθινὸν Θεόν, νὰ μὴ τιμῶμεν καὶ ἐπαινῶμεν τοὺς καλοὺς καὶ Ἁγίους ἄνδρας τῆς Ἐκκλησίας μας, οἵτινες δὲν ἐνίκησαν ἐχθροὺς σωματικούς, ἀλλ’ αὐτὸν τὸν διάβολον, τὸν ἐχθρὸν τῆς ψυχῆς μας; Ἐπειδὴ λοιπὸν πρέπον εἶναι νὰ τιμῶμεν τοὺς εὐεργέτας μας, διὰ τοῦτο καὶ οἱ νομοθέται τῆς Ἐκκλησίας μας ὥρισαν νὰ τιμῶμεν τοὺς Ἁγίους Μάρτυρας καὶ τοὺς θείους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι ἠγωνίσθησαν καὶ ἐκοπίασαν διὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώσουν ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν τοῦ πονηροῦ διαβόλου. Ποία δὲ ὥρισαν νὰ εἶναι ἡ τιμή των; Κάθε χρόνον νὰ ἑορτάζωμεν τὴν μνήμην των, καθὼς καὶ σήμερον ἑορτάζομεν τὴν μνήμην τῶν Ἁγίων τιη’ (318) θεοφόρων Πατέρων τῶν τὴν Ἁγίαν Α’ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον συγκροτησάντων, διὰ τὴν ἑξῆς αἰτίαν.
Ἐπειδὴ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐφόρεσε σάρκα ἐκ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τελειώσας τὴν εἰς τοὺς ἀνθρώπους οἰκονομίαν Του, ἔπειτα ἀνελήφθη καὶ ἐπῆγεν εἰς τοὺς οὐρανοὺς ὡς Θεὸς ἀληθινός, θέλοντες οἱ νομοθέται τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ δείξουν, ὅτι ἀληθῶς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔγινεν υἱὸς ἁνθρώπου καὶ ὅτι καὶ ὡς τέλειος ἄνθρωπος ἀνελήφθη, καὶ ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθὴς καὶ ἄκτιστος Θεός, διὰ τοῦτο ἔθεσαν καὶ ὥρισαν νὰ ἑορτάζωμεν καὶ ἡμεῖς σήμερον τὴν Ἁγίαν αὐτὴν Σύνοδον· ἐπειδὴ οἱ Πατέρες οἱ τριακόσιοι δεκαοκτὼ ποὺ ἑορτάζονται σήμερον, οὕτω τὸν ἐκήρυξαν καὶ οὕτως ὥρισαν νὰ τὸν ὁμολογοῦμεν καὶ ἡμεῖς. Πῶς δὲ ἔγινεν αὐτὴ ἡ Ἁγία καὶ Οἰκουμενικὴ πρώτη Σύνοδος τῶν Πατέρων, θέλω διηγηθῆ ἀπ’ ἀρχῆς.