«Καθὼς λοιπὸν ἐξήταζον διὰ νὰ μάθω ἀπὸ ἐκείνους τοὺς δύο, οἵτινες μὲ ἐπήγαιναν, βλέπω ἔξαφνα παράταξιν Προφητῶν, Ἀποστόλων, Μαρτύρων, καὶ πάντων τῶν Δικαίων, καὶ ἀνάμεσα εἰς τὰ τάγματα ἐκεῖνα ἐφάνη μία γυνὴ ἐστολισμένη μὲ δόξαν καὶ λαμπρότητα, ἡ ὁποία ἐκάθησεν εἰς ἐκείνην τὴν ὑπερένδοξον κλίνην· ἐκεῖνοι δὲ ὅπου μὲ ἔφερον ἔλεγον, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Ἀββᾶς Θεόδωρος, ὅστις ἀδίκως ἐσυκοφαντήθη, καὶ ὁ ὁποῖος προέκρινε νὰ ὑπομείνῃ τοσαύτην καταφρόνησιν εἰς ἑπτὰ χρόνους, ἐξόριστος ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα, καὶ νὰ νομίζηται πατὴρ ξένου παιδός, καὶ νὰ τρέφῃ ἀγογγύστως σπέρμα ἀλλότριον μὲ τοσαύτην κακοπάθειαν, παρὰ νὰ φανερώσῃ ποῖος εἶναι καὶ νὰ ἐλευθερωθῇ ἀπὸ τοιαύτην ἐντροπὴν καὶ κακοπάθειαν· διὰ τοῦτο λοιπόν, καθὼς βλέπεις, ἠξιώθη καὶ εἰς τόσην δόξαν καὶ λαμπρότητα. Ἕως ἐδῶ, ἀδελφοί, ἐτελείωσε τὸ ὅραμα, μόνον τώρα ἄς ὑπάγωμεν εἰς τὴν κέλλαν τοῦ Θεοδώρου διὰ νὰ ἴδωμεν τὸ γεγονός».
Μετέβη ὅθεν ὁ Ἡγούμενος μὲ τοὺς ἀδελφοὺς εἰς τὸ κελλίον τῆς Ἁγίας, καὶ εὗρον τὸ παιδίον ὅπερ ἔκλαιε πικρῶς, τὴν δὲ μακαρίαν Θεοδώραν τελειωθεῖσαν. Τότε, καθὼς ἐγνωρίσθη ὅτι ἡ Ἁγία ἦτο γυνή, ἔρρεον ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ Ἡγουμένου καὶ τῶν ἀδελφῶν ὡς βρύσις τὰ δάκρυα ἐπάνω εἰς τὸ ἅγιον λείψανον. Ἐπρόσταξε δὲ ὁ Ἡγούμενος νὰ προσκαλέσουν ἐκείνους τοὺς Μοναχούς, οἵτινες ἐσυκοφάντησαν τὴν Ἁγίαν, νὰ ἔλθουν νὰ ἰδοῦν τὸ παράδοξον πρᾶγμα, καὶ νὰ κλαύσουν διὰ τὴν ἀπάτην τῆς ψευδοῦς συκοφαντίας οἱ ὁποῖοι καθὼς ἦλθον καὶ εἶδον, ἔμειναν ὡς ἐκστατικοί, καὶ ἔτρεμον ἀπὸ τὸν φόβον των, νομίζοντες ὅτι θέλει τοὺς εὕρει ὀργὴ θεήλατος διὰ τὴν πρὸς τὴν Ἁγίαν ἄδικον κατηγορίαν. Συνήχθη δὲ ἐκεῖ πλῆθος Μοναχῶν πανταχόθεν, καὶ κανεὶς δὲν ἔμεινεν ὅστις νὰ μὴ δακρύσῃ μὲ ἐγκάρδιον καὶ διάπυρον κατάνυξιν.
Τότε παρεστάθη Ἄγγελος Κυρίου πρὸς τὸν Ἡγούμενον, καὶ τοῦ παρήγγειλε νὰ στείλῃ τάχιστα ἄνθρωπον ἔφιππον εἰς τὴν χώραν, καὶ ἐκεῖνον τὸν ὁποῖον ἤθελεν ἀπαντήσει πρῶτον, νὰ τὸν βάλῃ ἐπάνω εἰς τὸ ἄλογον καὶ νὰ τὸν φέρῃ εἰς τὸ Μοναστήριον. Οὗτος ἦτο ὁ ἄνδρας τῆς μακαρίας Θεοδώρας· ὁ ὁποῖος, καὶ πρὶν νὰ τὸν προσκαλέσουν, εἶχεν ἴδει θείαν ἀποκάλυψιν, καὶ εἶχε κινήσει νὰ ἔλθῃ εἰς τὸ Μοναστήριον.