Πρὶν ὅμως προχωρήσω θεωρῶ καθῆκον μου νὰ ἐπαινέσω τὸ θεῖον κήρυγμα, το ὁποῖον ἔχει ἐν ἑαυτῷ δύναμιν Θεοῦ ἐνισχύουσαν αὐτούς, ποὺ θέλουν νὰ σωθοῦν καὶ ἐνεργοῦσαν ὅλα τὰ πρὸς σωτηρίαν περιστατικὰ μετ’ εὐκολίας· δι’ αὐτὸ καὶ ἡ ψυχικὴ ἐκείνου εὐγένεια καὶ ἡ ἐνυπάρχουσα πραγματικὴ πρὸς τὴν σοφίαν ἀγάπη δὲν εἶχον ἀνάγκην ἀπὸ πολλοὺς ἀποδεικτικοὺς λόγους, διὰ νὰ δυνηθῇ ἡ ψυχή του νὰ φθάσῃ εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας. Δι’ αὐτὸ καὶ μόλις ἐλάλει ὁ κήρυξ, ἀμέσως καὶ αὐτός, ὡς νὰ εἶχε κατανοήσει προηγουμένως τὸ Εὐαγγέλιον (καὶ νὰ ἤκουε γνωστὰ) κατεδίκαζε τὸν ἑλληνισμὸν καὶ ᾐσθάνετο ἰσχυρὸν τὸν πόθον, ὡς ἄσβεστον δίψαν, νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸ περιβάλλον τοῦ ἑλληνισμοῦ (τῆς εἰδωλολατρείας) καὶ νὰ ἁρπάσῃ ὡς ἀνέλπιστον εὕρημα τὴν εὐκαιρίαν καὶ γίνεται ἀμέσως πιστός, ἀφοῦ, ὅπως φαίνεται, πολὺ ἐνωρίτερον ἐλάφρυνε τὴν ψυχήν του ἀπὸ πᾶσαν ἀμφιβολίαν.
Καὶ ὅπως ἀκριβῶς, δὲν εἶναι δυνατὸν κανεὶς νὰ ἀνεχθῇ νὰ παραμένῃ εἰς τὴν νύκτα και νὰ προσέχῃ τὸ σκότος, ὅταν πλέον ἔχῃ φανῆ ὁ ἥλιος, τοιουτοτρόπως οὔτε καὶ αὐτὸς ἐπροτίμησε νὰ μὴ ἀπαλλαγῇ, ὅσον τὸ δυνατόν, γρηγορώτερα ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἀπάτης, ἐφ’ ὅσον τὸν ἤγγισεν ἡ ἀλήθεια. Καὶ τοιαύτη μὲν ὑπῆρξεν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἡ καλὴ ἕναρξις τῶν ἔργων ποὺ ἠκολούθησαν, καὶ ἡ ὁποία μόνον εἰς τὸν Διονύσιον, ὑπῆρξεν ἡ δι’ ὀλίγων βεβαιότης· ἐννοῶ τὴν ταχύτητα τῆς μεταθέσεώς του ἀπὸ τὴν πλάνην εἰς τὴν ἀλήθειαν.
Αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ δὲν παρετηρήθη οὔτε εἰς τὸν Μέγαν Πέτρον, οὔτε εἰς τὸν Ἰωάννην, οὔτε εἰς τον ἀδελφόθεον Ἰάκωβον, οἱ ὁποῖοι ἀνεδείχθησαν σπουδαιότεροι τῶν ἄλλων, ἀλλ’ οὔτε εἰς αὐτὸν τὸν Παῦλον· εἶναι δὲ γνωστόν, ὅτι οἱ μὲν πρῶτοι, ἂν καὶ συνέζων ἐπὶ πολὺ μετὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ εἶδον μὲ τοὺς ὀφθαλμούς των ἀναρίθμητα θαύματα, ἐν τούτοις ἐδίσταζον ἀκόμη καὶ δὲν εἶχον ἀπαλλαγῆ τελείως τῶν ἀμφιβολιῶν των· ὁ Παῦλος πάλιν προσῆλθε μὲν εἰς τὸν Θεόν, πλὴν ἀργὰ καὶ ἀφοῦ ἐδίωξε πολὺ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ κατέθλιψε τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. Ἀπ’ αὐτὰ ὅμως ὁ Διονύσιος παρουσίασε λαμπρὰν ἐξαίρεσιν, διότι προσέτρεξε γρήγορα καὶ ἐπίστευσεν ἀμέσως εἰς τὸν λόγον, ὥστε νὰ μὴ μεσολαβήσῃ καθόλου διάστημα μεταξὺ τῆς ἀκοῆς τοῦ κηρύγματος καὶ τῆς πίστεως εἰς τὸν Χριστόν.