Καὶ ὅπως ἀκριβῶς δὲν εὑρίσκεται κανεὶς ἐκ τῶν ἐπιδιωκόντων τὴν ἀρετήν, ποὺ δὲν θέλει νὰ μετέλθῃ οὔτε μίαν ἀρετήν, ἐπειδὴ δὲν δύναται νὰ ἐπιτύχῃ τὴν πραγματοποίησιν ὅλων ἢ νὰ ἐκτελέσῃ ἕνα θεϊκὸν πρόσταγμα, ἐπειδὴ δὲν κατώρθωσεν ἀμέσως καὶ συγχρόνως νὰ ἐκπληρώσῃ ὅλας τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ, τοιουτοτρόπως δὲν πρέπει νὰ παραιτηθῇ κανεὶς καὶ μιᾶς οἱασδήποτε τιμητικῆς ἐκδηλώσεως, ἐπειδὴ δὲν ἔχει τὴν δύναμιν νὰ ἐκδηλώσῃ εἰς τὸν ἐμπρέποντα βαθμὸν ὅλον τὸν ὀφειλόμενον σεβασμὸν καὶ τὴν ἐπιβαλλομένην τιμήν. Πρὸς ἀπόδειξιν τῶν ἀνωτέρω σκέψεών μου ὑπενθυμίζω καὶ τὸ ἀναφερόμενον εἰς τὸ Εὐαγγέλιον, ὅτι κάποτε μία χήρα γυνὴ εἶχε προσφέρει δύο λεπτὰ εἰς τὸν Θεόν, καὶ ὅτι ἡ χήρα αὐτὴ ἐπῃνέθη ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ περισσότερον ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ εἶχον προσφέρει μυριάδας χρυσίου. «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε» (Μάρκ. ιβ’ 48). Ἐπίσης, πρὸ αὐτοῦ τοῦ περιστατικοῦ, μανθάνομεν ἐκ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅτι τὴν ὁρμὴν τοῦ Ἰσραὴλ νὰ προσφέρῃ μεγαλοπρεπεῖς θυσίας εἰς τὸν Θεὸν ἠμπόδιζεν ἡ αὐστηρὰ ἀπαγόρευσις τοῦ Θεοῦ, δηλοῦντος, ὅτι δὲν θὰ προσεδέχετο τοιαύτας θυσίας.
Τί συμπέρασμα δυνάμεθα νὰ ἐξαγάγωμεν ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ παραδείγματα; Νομίζω τίποτε ἄλλο, παρ’ ὅτι ὁ Θεὸς καὶ οἱ γνήσιοι Αὐτοῦ ὑπηρέται δὲν εὐχαριστοῦνται ἀπὸ τὸ πλῆθος καὶ τὸ μέγεθος τῶν προσαγομένων τιμῶν καὶ θυσιῶν, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν καθαρότητα τῆς γνώμης καὶ τὸ περιεχόμενον τῆς ἀγαθῆς προαιρέσεως. Δι’ αὐτὸ λοιπὸν καὶ ἐγὼ δὲν διστάζω διὰ τὸ ἀσήμαντον τῆς παρούσης μου προσφορᾶς· ἀλλ᾽ ἐπειδὴ δὲν εἶμαι ἱκανὸς διὰ τὰ μεγαλύτερα, προσέφερα τὰ μικρά, χωρὶς νὰ ὑπολογίσω τίποτε, ἂν ἠμπορῶ νὰ προσφέρω καὶ μικρά· εὐχόμενος μόνον ὅπως αἱ πενιχραί μου αὐταὶ προσφοραὶ καταξιωθῶσι διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, ὥστε δι’ αὐτῶν τῶν πενιχροτήτων νὰ καταστῇ ἀξιόλογος καὶ σημαντικὴ ἡ πρὸς τὸν Ἅγιον ὀφειλομένη ἐκδήλωσις τῆς τιμῆς καὶ τοῦ σεβασμοῦ.
Ἀπὸ αὐτὰ λοιπὸν καὶ τὰ τοιαῦτα προτρέπομαι καὶ ἐπικαλοῦμαι καὶ πάλιν τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, νὰ βάλῃ τὴν χεῖρά Του εἰς τὴν ὁμιλίαν μου αὐτήν, ὥστε νὰ μὴ παρασυρθῶ ἀπὸ τὴν ὁρμὴν τοῦ λόγου καὶ ἀποπλανηθῶ ἀπὸ τοῦ πρέποντος· ἔχω ὑπ’ ὄψιν μου, ὅτι δὲν πρέπει τὸν ὀφειλόμενον πρὸς τὸν Ἅγιον ἔπαινον νὰ τὸν στηρίξω εἰς ἐξωτερικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα προσδιορίζουν τὸν κύκλον τῆς ὑλικῆς ὑπάρξεως·