Ἀπὸ αὐτὴν δὲ τὴν φροντίδα ἐπληροφορήθη ὁ Δομετιανὸς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν ἀποτρέψῃ οὔτε φόβος, οὔτε κολακεία, οὔτε φοβερὰ βασανιστήρια, οὔτε ἄλλο ἀπάνθρωπον μέσον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον συνήθως κατανικᾶται ὁ ἄνθρωπος. Αὐτὴ ἦτο ἡ φήμη περὶ τοῦ Διονυσίου. Εἰς αὐτὴν θεμελιοῦται καὶ ἡ συμφορὰ τοῦ Δομετιανοῦ, ἡ ἔντασις τοῦ θυμοῦ, αἱ συνεχεῖς κραυγαί, ὁ πολὺς θόρυβος, διὰ τοῦ ὁποίου ἐγέμιζε τὰ ἀνάκτορα, οἱ νευρικοὶ καὶ ἄσκοποι βηματισμοὶ τοῦ παρανομωτάτου ἄρχοντος· ὅλαι αἱ ἐκδηλώσεις του καὶ αἱ ἐνέργειαί του ἦσαν μεσταὶ ταραχῆς. Αὐτὴν τὴν φήμην, διὰ τὴν δρᾶσιν τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, τὴν ἐθεώρει ὁ Δομετιανὸς κατάστασιν ὀδυνηροτέραν καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν θάνατον τῶν τέκνων του, σκληροτέραν ἀπὸ τὴν ἀφαίρεσιν τῆς βασιλείας, φρικτοτέραν καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν στέρησιν τῆς ζωῆς.
Ἀλλ’ ἐνῷ εὑρίσκετο ὑπὸ τὸ κράτος τῶν συναισθημάτων αὐτῶν, τοῦ ἦλθε μιὰ σκέψις, τελείως ξένη πρὸς τὰ προηγούμενα· ἐσκέφθη, δηλαδή, ἐδῶ νὰ χρησιμοποιήσῃ ἄλλην μέθοδον καὶ νὰ ἀλλάξῃ τρόπον ἐνεργείας· ἦτο συνηθισμένος νὰ μὴ χρησιμοποιῇ οὔτε τὴν κολακείαν, οὔτε τὴν πειθὼ διὰ τὴν προσπάθειαν μεταπείσεως τῶν Χριστιανῶν εἰς τὴν εἰδωλολατρίαν, διότι ἐθεώρει ὡς ἀρκετὰ τὰ ὃπλα καὶ τοὺς φόνους μὲ τὰ ὁποῖα ἦτο γεμάτη ἡ δεξιά του. Τότε ὅμως σκέπτεται, ἐὰν δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ὅτι ἐσκέφθη, νὰ μὴ ἀποφασίσῃ ἀμέσως τὴν θανάτωσιν τοῦ Ἁγίου, διότι οὕτω ἤθελε ζημιώσει καὶ τὸν ἑαυτόν του ἀρκετά, ἐπειδὴ πολλοὶ ἐξ ἐκείνων, οἵτινες ἐπίστευσαν εἰς τὸν Χριστὸν διὰ μέσου τοῦ Διονυσίου, ἐκ ζήλου θὰ ἀπεφάσιζαν νὰ συναποθάνουν μετὰ τοῦ διδασκάλου των. Πρὸς ὀλίγον λοιπὸν συγκρατεῖ τὸ ἀπότομον μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς μεταβολῆς τῶν Χριστιανῶν. Διότι, ἔλεγεν ὁ Δομετιανός, ὁ καθένας ἔχει τὴν γνώμην, ὅτι ἀφ’ ἑαυτοῦ εἶναι γενναῖος, διὰ νὰ ἀντισταθῇ ἐφ’ ὅσον εὑρίσκεται μακρὰν τῶν φοβερῶν βασανιστηρίων. Ὅταν ὅμως ἰδῇ μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς του τὰ βασανιστήρια, τότε χαλαρώνεται ὁ προηγούμενος τόνος τῆς αὐτοπεποιθήσεως, καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ἐδημιούργει τὴν ἐντύπωσιν τοῦ ἀνδρείου, ἀπὸ τὴν θέαν τῶν φοβερῶν μαλακώνει καὶ ὑποχωρεῖ.
Ἐξ αἰτίας λοιπὸν αὐτῶν τῶν φοβερῶν εἶναι φυσικὸν νὰ ὑπαναχωρήσῃ καὶ ὁ Διονύσιος—ἐφλυάρει εἰς την σκέψιν του ὁ Δομετιανὸς—καὶ ἀφοῦ τραγουδήσῃ τὸ ἀντίθετον τραγούδι τῆς ἀρνήσεως, νὰ πείσῃ καὶ πάλιν μὲ τὸν τρόπον του νὰ ἐπανέλθουν εἰς τὴν λατρείαν τῶν εἰδώλων αὐτοί, ποὺ μὲ τὴν διδασκαλίαν του ἀπεσκίρτησαν ἀπ’ αὐτῶν.