Δύνασαι δὲ νὰ εἴπῃς τὸν ἴδιον, ἐκλέγων τὰς ὀνομασίας ἐξ αὐτῆς ταύτης τῆς πραγματικότητος, καὶ κανόνα ἀρετῆς, καὶ ἱκανὸν γυμναστὴν εἰς εὐσέβειαν, καὶ ζηλωτὴν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας καὶ ἀληθείας, καὶ ἐξολοθρευτὴν τῆς πλάνης, καὶ ὄργανον τοῦ πνεύματος, καὶ Ναὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ χεῖρα, ἡ ὁποία συντρίβει τοὺς ἐχθροὺς καὶ ἀντιθέτους. Ἐγὼ ὅμως θὰ ἀφήσω τώρα ὅσα λέγονται περὶ ἐκείνου, εὑρισκόμενος εἰς ἀπορίαν τί νὰ προτοειπῶ καὶ πρωτοεξάρω, ἐπειδὴ ἔχει συγχρόνως προκαταλάβει τὰς διανοίας ὅλων, καὶ δύναται ὁ καθεὶς ἐκ τῶν ἀκροατῶν νὰ λέγῃ, περὶ τοῦ Διονυσίου, περισσότερα ἀπὸ ὅσα ἀκούει ἢ διδάσκεται ἀπὸ τὴν ὁμιλίαν, διὰ νὰ βαδίσω πλέον εἰς τὸ ἱερὸν ἐκείνου τέλος, μὲ τὴν κορωνίδα δὲ αὐτὴν τῶν πράξεών του, ὡς τὸ τέρμα τοῦ δρόμου, ποὺ ἐβάδισε, θὰ κατακλείσω καὶ τὴν ὁμιλίαν.
Τελειώνει ἡ ζωὴ τοῦ Τίτου [16]. Ὁ δὲ Δομετιανός [17], ἄνθρωπος ποὺ ἔσταζαν αἱ χεῖρες του αἷμα καὶ ἡ καρδία του ἦτο γεμάτη ἀπὸ δολιότητα, ἀδελφὸς τοῦ Τίτου, ἀναλαμβάνει κακὸς κακοῦ τὴν διοίκησιν τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους. Τούτου τὰ γνωρίσματα τῆς παραφροσύνης ὑπῆρξαν πολλὰ καὶ ἄλλα, ἰδίως δὲ ἡ παρανομία, ἡ ὠμότης, ἡ ἀκολασία, ὁ θυμός, ποὺ τὸν ἔκανε ὅμοιον μὲ τὸν ὄφιν, πλεονεξίαι, κλοπαί, δολοφονίαι, καὶ πλῆθος ἄλλων συμφορῶν, τὰς ὁποίας ἐχρησιμοποίησε κατὰ τῶν ὑπηκόων του· ἐπάνω ὃμως εἰς ὅλα αὐτὰ καὶ ὑπεράνω αὐτῶν τοποθετεῖται ἡ κατὰ τῶν Χριστιανῶν μανία του, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐνόσησε περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον διώκτην. Ὑπὸ τὸ κράτος τῆς μανίας αὐτῆς ἐθεώρει ὡς μικρὸν κατόρθωμα καὶ εὐτελῆ φιλοδοξίαν, ἐὰν κατώρθωνε νὰ κυριεύσῃ ὃλας τὰς πόλεις, νὰ βασιλεύσῃ ὅλων τῶν ἐθνῶν· ἀκόμη ἔφθανε νὰ θεωρῇ ὡς μικρὰν συμφοράν, ἐὰν ἕνα ἄλλο βαρβαρικὸν ἔθνος ὑπέτασσε καὶ ἐκυρίευε τὴν Ρωμαϊκὴν αὐτοκρατορίαν. Ἕνα δὲ μόνον ἀγώνισμα, ἀντὶ ὅλων αὐτῶν, ἐθεώρει σπουδαῖον καὶ περισπούδαστον, τὸ νὰ ὀνομάζεται καὶ νὰ εἶναι διώκτης τῶν Χριστιανῶν· νίκην δὲ πάσης ἄλλης μεγαλυτέραν, τὸ νὰ ἐπιβληθῇ κατὰ τῆς εὐσεβείας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἧτταν ἐπαίσχυντον ἐθεώρει, πράγματι, τὸ νὰ μὴ νικήσῃ, κατὰ τὸν πόλεμον αὐτόν, τοὺς Χριστιανούς.
Αὐτὸς λοιπὸν ὁ φοβερὸς διώκτης λυσσῶν δεινῶς καὶ φερόμενος ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ἐπληροφορήθη τὴν φήμην τοῦ Διονυσίου ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἀνὴρ σπουδαῖος εἰς τὸν λόγον καὶ πολὺς εἰς τὴν σύνεσιν, καὶ πρὸ παντὸς ἐξακουστὸς διὰ τὰ θαύματά του καὶ ὅτι φροντίζει διὰ δύο πράγματα: πῶς νὰ καταστρέψῃ τὴν πατρικὴν πλάνην τῶν Ρωμαίων καὶ τῶν Ἑλλήνων, καὶ πῶς νὰ ἐνισχύσῃ καὶ νὰ αὐξήσῃ τὴν εὐσέβειαν τῶν Χριστιανῶν.