Λόγος εἰς τὸν Μέγαν Ἱεράρχην ΔΙΟΝΥΣΙΟΝ τὸν Ἀρεοπαγίτην, τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Β’ τοῦ Κυπρίου Πατριάρχου Κων/πόλεως.

Αὐτῶν τῶν παθῶν καὶ μέχρι τώρα ὑπάρχει θεραπευτὴς ὁ Διονύσιος· ὅπως δὲ τότε οὕτω καὶ τώρα ἡ θεία Χάρις ἐνήργει πάντοτε δι’ αὐτοῦ· κανεὶς δὲ ἂς μὴ ἀμφιβάλλῃ δι’ αὐτό, ἐφ’ ὅσον ἦτο ἱκανὸς διὰ τὰς ἐνεργείας αὐτὰς καὶ πρὶν ἀκόμη ἐπικοινωνήσῃ μὲ τοὺς Γερμανοὺς ἢ τοὺς κατοικοῦντας τὴν Παρισίαν. Ἐκεῖνοι λοιπόν, ἐπειδὴ ἀπήλαυον τῶν καλῶν του διάρκῶς, ἀναδεικνύονται καὶ οἱ πλέον λαμπροὶ κήρυκες τῆς εὐεργεσίας τοῦ Ἁγίου πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.

Ἀλλ’ ἐγὼ τοὐλάχιστον ἐνόμιζα, ὅτι ἔπρεπε νὰ δοκιμάσω, ὅπως διεξέλθω, διὰ τῆς ὁμιλίας μου, ὅλα αὐτὰ τὰ κατορθώματά του· τώρα ὅμως αἰσθάνομαι, ὅτι ἐπεθύμησα νὰ πράξω πρᾶγμα ἐξ ἴσου ἀπερίσκεπτον καὶ ἀδύνατον μὲ τὴν παράτολμον ἀπόπειραν νὰ ἀνοιχθῶ εἰς τὸ ἔξω τῶν Γαδείρων πέλαγος [14] μὲ μιὰ μικρὴ βαρκούλα· ἢ μὲ τὴν παράλογον προσπάθειαν νὰ μετρήσῃ κανεὶς μὲ ἕνα δάκτυλον τὴν ἀπέραντον, καὶ ὡς ἐκ τούτου σχεδὸν ἀνεξερεύνητον, ἔκτασιν τοῦ οὐρανοῦ. Διότι τόσον μικρὰ καὶ ἐλαχίστη εἶναι ἡ πρὸς λόγους ἱκανότης ἡμῶν, διὰ νὰ συγκριθῇ μὲ τὰ πλεονεκτήματα ἐκείνου καὶ νὰ τὰ ἐξυμνήσῃ· δι’ αὐτὸ βεβαίως λοιπὸν καὶ κουράζομαι πρίν, ἔστω καὶ κατ’ ἐλάχιστον, ἀνυψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, ἐπιθυμῶν νὰ ἀκολουθήσω τὴν πρὸς οὐρανοὺς ἄνοδον καὶ ἐνῷ ἀπεφάσισα νὰ προσφέρω λόγον, τίποτε ἄλλο δὲν προσεφέρθη, παρὰ ἡ ἐκδήλωσις τῆς προθέσεώς μου νὰ προσφέρω. Καὶ ἔχω πάθει ἀκριβῶς τὸ ἴδιον μὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν μὲν ὑποσχεθῆ νὰ ἀγωνισθοῦν, ἀλλὰ ἀπέκαμον πρὶν ἀκόμη ἀρχίσουν τὴν ἀγωνιστικὴν προσπάθειαν. Παραιτοῦμαι λοιπὸν τῆς ἀποπείρας, διὰ νὰ μὴ κακομεταχειρισθῶ, μὲ τὴν ἀτελῆ ὑπόσχεσίν μου, τὸ θεῖον ἐκείνου μεγαλεῖον.

Ἀλλ’ ἔχω διὰ τοῦτο συγγνώμην, ἀφ’ ἑνὸς μὲν διότι εἶναι ἀδύνατον νὰ δυνηθῶ νὰ ἐκπληρώσω τόσον ἐπακριβῶς τὸ ζήτημα αὐτό, πολὺ δὲ περισσότερον διότι εἶναι τελείως ἀδύνατον ἡ ὑπόθεσις τοῦ ἐγκωμιαζομένου Ἁγίου νὰ συμπεριληφθῇ εἰς μίαν ὁμιλίαν· πῶς νὰ ἐξυμνηθῇ πρεπόντως ἕνας τοιοῦτος ἀνήρ, καὶ πρῶτος, διὰ νὰ εἴπω συντόμως, ὅστις κατώρθωσε νὰ συνδυάσῃ εἰς μίαν ἑνότητα τὴν σοφίαν τῶν Χριστιανῶν καὶ τὴν ἑλληνικὴν φιλοσοφίαν καὶ ὁ ὁποῖος, κατὰ τὴν κρίσιν τῶν ἀρίστων εἰδικῶν, ἐνηρμόνισε διὰ τῆς ἀναμίξεως τῶν ἀντιθέτων τὴν ὡραιοτέραν συμφωνίαν; Ἐὰν δὲ ἐπιθυμῇς νὰ χρησιμοποιήσω μίαν εἰκόνα, ὁ Ἅγιος Διονύσιος ἐμιμήθη τοὺς καλλιτέρους τῶν ἰατρῶν, οἱ ὁποῖοι, διὰ τῆς τοιαύτης ἀναμίξεως καὶ ἁρμονίας, ἐξησφάλισαν ὑγείαν ὄχι εἰς τὰ σώματα, ἀλλ’ εἰς τὰς ψυχάς.


Ὑποσημειώσεις

[1] Ὁ ῥήτωρ ἐννοεῖ τὰ πνευματικὰ καὶ μυσταγωγικὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου· «Περὶ Οὐρανίας Ἱεραρχίας», «Περὶ Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας», «Περὶ Θείων Ὀνομάτων», «Περὶ Μυστικῆς Θεολογίας».

[2] «Εἰς οὐδὲν ἕτερον ηὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον» (Πράξ. ιζʹ 21).

[3] «Τί ἂν θέλῃ ὁ σπερμολόγος οὗτος λέγειν» (Πράξ. ιζʹ 18).

[4] «Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ Σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί» (Αʹ Κορ. αʹ 18).

[5] Γάδειρα εἶναι ὁ νῦν Κάδιξ τῆς νοτίου Ἱσπανίας πλησίον τοῦ πορθμοῦ τοῦ Γιβραλτὰρ ἐπὶ τοῦ Ἀτλαντικοῦ. Τότε αὕτη ἦτο νῆσος, μικρὸν ἀπέχουσα τῆς ξηρᾶς, μετὰ τῆς ὁποίας εἶναι ἤδη ἡνωμένη διὰ προσχώσεων. Ἐθεωρεῖτο ἀκραῖον, πρὸς τὴν δύσιν σημεῖον, τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου.

[6] Μαιώτιδα λίμνην ὠνόμαζον τότε τὴν Ἀζοφικὴν θάλασσαν. Αὕτη εἶναι κλειστὴ θάλασσα ὁμοιάζουσα μὲ λίμνην, ἀφοῦ διὰ μόνου τοῦ πορθμοῦ τοῦ Κὲρτς ἐπικοινωνεῖ μετὰ τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Εἶναι ἡ βορειοτέρα διείσδυσις τοῦ Εὐξείνου Πόντου εἰς τὴν Οὐκρανικὴν Ρωσίαν, φρασσομένη πρὸς Νότον ὑπὸ τῆς Κριμαϊκῆς χερσονήσου, ἥτις καὶ Ταυρικὴ ὀνομάζεται.

[7] Ἡ λέξις ἁπλότης τίθεται ἐνταῦθα μὲ φιλοσοφικὴν σημασίαν, ἐκφράζουσα τὴν ἔννοιαν μὴ μεριζομένης ἢ διαιρουμένης καταστάσεως.

[8] Ὁ θεῖος Γρηγόριος ἐννοεῖ ἐνταῦθα τὰ ἑπτὰ πνεύματα περὶ ὧν ὁμιλεῖ ὁ Προφήτης Ἡσαΐας λέγων· «Καὶ ἐξελεύσεται ράβδος ἐκ τῆς ρίζης Ἰεσσαί, καὶ ἄνθος ἐκ τῆς ρίζης ἀναβήσεται· καὶ ἀναπαύσεται ἐπ’ αὐτὸν πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως, πνεῦμα βουλῆς καὶ ἰσχύος, πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας· ἐμπλήσει αὐτὸν πνεῦμα φόβου Θεοῦ» (Ἡσ. ιαʹ 1-3).

[9] «Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν» (Πράξ. ιζʹ 28).

[10] Περὶ τῆς ἐνταῦθα ἀναφερομένης ὁράσεως τοῦ Κάρπου βλέπε ἐν τῷ Βίῳ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, σελ. 65 τοῦ ἀνὰ χεῖρας τόμου. Λέγει δὲ ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὅτι ὁ Κάρπος οὗτος εἶναι ὁ ἐκ τῶν Ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων, ὁ ἑορταζόμενος κατὰ τὴν κϛʹ (26ην) Μαΐου (βλέπε ἐν τόμῳ Εʹ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»).

[11] «Εἰρηνεύτε ἐν ἀλλήλοις» (Μάρκ. θʹ 50), «Μετὰ πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες» (Ρωμ. ιβʹ 18), «Εἰρηνεύετε ἐν ἑαυτοῖς» (Αʹ Θεσσ. εʹ 13).

[12] Τὸ μεγάλον πρόβλημα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς τραγῳδίας, περὶ ἧς μνημονεύει ἐνταῦθα ὁ ἱερὸς Γρηγόριος, ὑπῆρξε διατὶ νὰ ὑποφέρῃ ὁ ἄνθρωπος καὶ μάλιστα ὁ καλός.

[13] Πρόκειται περὶ τῆς περιφήμου πόλεως τῶν Παρισίων, πρωτευούσης νῦν τῆς Γαλλίας, κληθείσης οὕτω, διότι ἐκτίσθη ἀπὸ τὴν φυλὴν τῶν Παρισίων κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἰουλίου Καίσαρος (100-44 π.Χ.). Κεῖται εἰς τὸ κέντρον τοῦ λεκανοπεδίου τῶν Παρισίων καὶ ἐπ’ ἀμφοτέρων τῶν ὀχθῶν τοῦ ποταμοῦ Σηκουάνα.

[14] Σημειοῦμεν περὶ Γαδείρων ἐν σελ. 79, προσθέτομεν δὲ ἐνταῦθα, ὅτι τὸ ἔξω τῶν Γαδείρων πέλαγος εἶναι ὁ Ἀτλαντικὸς Ὠκεανός, ὅστις καθὸ ἄγνωστος ἦτο φοβερὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, δι’ αὐτὸ καὶ τὸ νὰ ἀνοιχθῇ κανεὶς ἔξω τῶν Γαδείρων ἐθεωρεῖτο παραφροσύνη.

[15] Πρόκλος· Νεοπλατωνικὸς φιλόσοφος ἀκμάσας κατὰ τὸ 410-485 μ.Χ., ἐκ τῶν τελευταίων τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας. Ἐφρόνει συγγενῶς μετὰ τῶν Χριστιανῶν, ἰδίως περὶ τοῦ Θεοῦ.

[16] Τῖτος· αὐτοκράτωρ τῶν Ρωμαίων (79-81 μ.Χ.).

[17] Δομετιανός· ἀδελφὸς καὶ διάδοχος τοῦ Τίτου (81-96 μ.Χ.).

[18] Κηρύκειον· σύμβολον τοῦ Ἑρμοῦ, χρησιμοποιούμενον ὡς ὄργανον ἐκφράσεως εἰρηνικῶν καὶ διαλλακτικῶν διαθέσεων.

[19] «Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ’ ὁ Πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. ιϛʹ 17).

[20] «Ἡρπάγη εἰς τὸν Παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα» (Βʹ Κορ. ιβʹ 4).