Ὥστε ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ βούλησις νὰ διατρανώσῃ παντοῦ τὸν λόγον τοῦ Εὐαγγελίου ὑπῆρξεν ἀπαύγασμα τῆς ψυχῆς τοῦ Διονυσίου· εἰς ποίους ὅμως ἀνθρώπους θὰ μετέβαινε διὰ νὰ ἐκπληρώσῃ αὐτὴν τὴν ἁγίαν ἐπιθυμίαν, θὰ τὸ ὑπεδείκνυεν εἰς αὐτὸν ὁ συνευδοκῶν εἰς τὴν πρόθεσίν του Θεός. Τώρα ὅμως τὴν ἐπιείκειαν τοῦ Ἁγίου ἀνδρός, τὴν ὁποίαν μόλις πρὸ ὀλίγου ἐσταμάτησα νὰ ἐξυμνῶ, ἐπιβάλλεται, ἀφοῦ ἀπὸ κοινοῦ προσβλέψωμεν τὴν δρᾶσιν του, νὰ θαυμάσωμεν.
Ὁ χρησμός, τὸν ὁποῖον ἐδέχθη ἀπὸ τὸν Θεόν, ὡς πρὸς τὴν πόλιν ποὺ θὰ μετέβαινεν, ἦτο ἀρκετὸς διὰ νὰ καταληφθῇ ἀπὸ ἀναιδὲς θάρρος καὶ ὑπερηφάνειαν· διότι ἡ πόλις αὕτη, ἡ ὁποία τοῦ ὑπεδείχθη ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, ἕνεκα τῆς ἐκτάσεώς της καὶ τοῦ πληθυσμοῦ της, τοῦ ἐδαφικοῦ καὶ γεωργικοῦ της πλούτου, ἦτο μητρόπολις τῆς Ἑσπερίας. Ὁ δὲ Διονύσιος, ἂν καὶ ἐπεθύμει σφοδρῶς νὰ ἀρχίσῃ τὸ ἱεραποστολικόν του ἔργον, ὅμως προτιμᾷ ἄλλην ἐπωφελεστέραν ὁδόν. Ποία δὲ ἦτο αὐτὴ ἡ ὁδός; Ἐκείνη ποὺ τὸν ἔφερε πρὸς τὴν πόλιν τῶν Ρωμαίων καὶ τὸν Μέγαν Κλήμεντα, τὸν ὁποῖον ἀναφέρουν τὰ βιβλία καὶ ἡ μνήμη τῶν εὐσεβῶν, καὶ τὸν θεωροῦν ἐφάμιλλον τοῦ Πέτρου κατὰ τὴν ἀρετήν, ἀξιοθαύμαστον τῆς Ἐκκλησίας προστάτην, καὶ ἱκανώτατον οἰκονόμον ψυχῶν. Πραγματοποιεῖ δὲ αὐτὴν τὴν πορείαν οὐχὶ χωρὶς λόγον, οὔτε τελείως παρέργως· ἀλλά, ἀφ’ ἑνὸς μὲν διὰ νὰ φανερώσῃ εἰς ἐκεῖνον τὴν γνώμην του, ἀπὸ διάκρισιν, ὡς προεξάρχοντα καὶ τῶν ὑψηλοτέρων θρόνων καὶ νὰ μὴ θεωρηθῇ ὅτι τὸν ἀγνοεῖ· ὄχι ὅτι δὲν ἐγνώριζε τὶ νὰ πράξῃ· διότι πῶς ἦτο δυνατὸν νὰ συμβῇ τοῦτο εἰς ἄνθρωπον, ὅστις διὰ τὴν ἀποστολήν του ἐκινεῖτο ὑπὸ τοῦ Θεοῦ; Τὸ ἔκαμε δὲ αὐτό, διότι ἐπεθύμει νὰ διατηρῇ παντοῦ τὴν μετριότητα καὶ νὰ ὑποκύπτῃ ἐκ σεβασμοῦ εἰς πνευματικοὺς ἄνδρας. Διότι πρέπει, ὅπως ἀκριβῶς τὰ πνεύματα τῶν Προφητῶν ὑποτάσσονται εἰς τοὺς Προφήτας, οὕτω καὶ τὰ πνεύματα τῶν διδασκάλων εἰς τοὺς διδασκάλους.
Ἀφ’ ἑτέρου δὲ πραγματοποιεῖ τὴν πορείαν αὐτήν, διὰ νὰ ἐπικοινωνήσῃ μὲ τὴν γνώμην τοῦ Κλήμεντος, ὥστε νὰ ἔχῃ τοῦτον συνευδοκοῦντα καὶ σύμψηφον· ἐνήργησε δὲ οὕτω ἀπομιμούμενος τὸν Μέγαν Παῦλον, ὅστις καίτοι ἐκλήθη ὑπὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἠξιώθη τῆς υἱοθεσίας, ἐν τούτοις δὲν ὥρμησε προηγουμένως εἰς τὸ κήρυγμα, παρὰ ἀφοῦ ἐδέχθη τὸ πνεῦμά του τὴν ἐντολήν, καθ’ ὅσον ἀφορᾷ τὴν περιοχὴν τῆς ἀποστολῆς, ἀλλὰ καὶ τὰς ἐπὶ τούτῳ προτροπὰς τῶν Μαθητῶν.