Δι’ αὐτὰ λοιπὸν τὰ δύο, διὰ τὴν κάθαρσιν καὶ τὴν ἀπόλαυσιν μεγαλυτέρων στεφάνων, ἀνεκήρυττεν ἐκεῖνος ὁ Μέγας Διονύσιος τὴν ὑπομονὴν ὡς τὴν μεγαλυτέραν μεταξὺ τῶν ἀρετῶν· ἔλεγε δέ, ὅτι χωρὶς τὴν ἀρετὴν τίποτε δὲν εἶναι μέγα καὶ ἀξιόλογον διὰ τὸν Χριστόν, ὅστις ἐπέδειξεν εἰς ἡμᾶς τοιαύτην συγκατάβασιν, ὥστε κατεδέχθη νὰ λάβῃ δούλου μορφήν, καὶ νὰ ὑπομείνῃ θάνατον· χωρὶς λοιπὸν τὴν θεμελιώδη αὐτὴν ἀρετὴν ὁ ἄνθρωπος λησμονεῖ τὴν πνευματικήν του φύσιν καὶ ἀναισθητεῖ πρὸς ἅπαντα τὰ ἐπερχόμενα. Ἂν καὶ τοιουτοτρόπως μετ’ ἀνδρείας καὶ γενναιότητος ἀνθίστατο ὁ μακάριος Διονύσιος πρὸς πᾶσαν ἐπερχομένην δυσκολίαν, ἐν τούτοις ὅμως διεκρίνετο διὰ τὴν μεγάλην του καλωσύνην, τὴν ὁποίαν ἔδειχνε, ὄχι μόνον ἀπέναντι τῶν ἀπὸ μακροῦ Χριστιανῶν, ἀλλὰ καὶ ἀπέναντι τῶν ἀσεβῶν, κατορθώνων νὰ ἐξορίζῃ τελείως ἀπὸ τὴν συμπεριφοράν του κάθε αὐστηρότητα καὶ νὰ χρησιμοποιῇ μίαν γλυκύτητα καὶ ἁπλότητα τρόπων· ἡ δὲ τοιαύτη καλοκάγαθος συμπεριφορὰ τοῦ Διονυσίου πρὸς τοὺς ἀντιθέτους τοὺς εἰδωλολάτρας, ἂς μὴ εἴπῃ κανείς, ὅτι ὠφείλετο εἰς τὸν φόβον τῶν καιρῶν, ἐπειδὴ βεβαίως τότε οἱ εἰδωλολάτραι εὑρίσκοντο εἰς ὑπεροχήν, καὶ ἠδύναντο νὰ πραγματοποιήσουν μεγάλα πράγματα, ἐπιδιώκων ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς καλωσύνης νὰ πολιτεύεται κατὰ τὰς περιστάσεις. Ὄχι· ἡ τοιαύτη καλοκάγαθος συμπεριφορὰ καὶ καλωσύνη ἦσαν κατ’ ἀρχὴν δῶρα τῆς φύσεως, ὅπως βλέπομεν εἰς ἄλλους ἄλλα πλεονεκτήματα, μὲ τὰ ὁποῖα γεννῶνται· εἰς ἄλλους π.χ. ὑπάρχουν ὡς ἔμφυτα προσόντα ἡ εὐφυΐα πρὸς ἐκμάθησιν ἐπιστημῶν, εἰς ἄλλους ἡ δύναμις καὶ τὸ κάλλος τοῦ σώματος, εἰς ἄλλους διαθέσεις πρὸς ὑποστήριξιν συγγενῶν καὶ εἰς ἄλλους, τέλος, ἄλλα προσόντα.
Ἐκτὸς ὅμως τούτου ἡ καλοκάγαθος συμπεριφορά, τὴν ὁποίαν ἐπεδείκνυεν ὁ Ἅγιος Διονύσιος, ὠφείλετο εἰς τὴν πρόθεσίν του νὰ πειθαρχήσῃ εἰς τὴν ἐντολήν· ἔπρεπεν ἄλλωστε τὴν ἐπιείκειαν, μὲ τὴν ὁποίαν ἐστολίζετο, νὰ τὴν γνωρίσουν καὶ ἄλλοι, ὥστε νὰ δυνηθῇ νὰ ἑλκύσῃ κοντά του τοὺς πολλούς, νικημένους ἀπὸ τὸ ἦθος του αὐτὸ καὶ ἀποβλέποντας εἰς τὴν καλωσύνην του· διότι ἡ βιαιότης τοῦ χαρακτῆρος καὶ τὸ νὰ ἐνεργῇ κανεὶς ἐξουσιαστικά, πλησιάζει τὴν τυραννίαν καὶ γεννᾷ ἔχθραν, ἀντὶ νὰ ἑλκύσῃ τὸν ἄλλον νὰ πειθαρχήσῃ μὲ τὴν θέλησίν του. Εἰς τοὺς Χριστιανοὺς δέ, καὶ τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ, καὶ τοὺς διδασκάλους τῶν Χριστιανῶν, δὲν ἁρμόζει τίποτε τόσον πολύ, ὅσον ἡ πρὸς πάντας ἐπιεικὴς ἐκδήλωσις, ἡ ἀπηλλαγμένη πάσης βιαιότητος.