Θυμωθεὶς εἰς τοὺς λόγους τούτους ὁ τύραννος προσέταξε νὰ δείρωσι τὸν Ἅγιον ἀσπλάγχνως μὲ ράβδους ροδιᾶς ἀκανθωτὰς καὶ τόσον τὸν ἐμαστίγωσαν, ὥστε ἔμεινεν ἄφωνος καὶ δὲν ᾐσθάνετο τοὺς ραβδισμοὺς τελείως· ὅθεν ἔσυραν αὐτὸν ὡς τεθνεῶτα καὶ τὸν ἔρριψαν παράμερα· ἐκ τῶν μάγων δέ τις τὸν ἐλυπήθη ὡς ἄνθρωπος, βλέπων τὸ σῶμά του ὁλόγυμνον καὶ τὸν ἐσκέπασε μὲ ἕνα ράσον, διὰ τὸ ὁποῖον τὸν κατήγγειλαν εἰς τὸν ἄρχοντα καὶ τὸν ἔδειρεν ἀνηλεῶς, τὸν δὲ Ἅγιον ἐφυλάκισαν πάλιν ἰδόντες ὅτι ἀκόμη ἀνέπνεε.
Μετὰ ταῦτα ἦλθέ τις ἄρχων ἀπὸ ἄλλην χώραν, τὸν ὁποῖον ὠνόμαζον Σαβώριον, ὅστις παραστήσας τοὺς Ἁγίους ἐνώπιόν του, εἶπε πρὸς αὐτοὺς μὲ ἀγρίαν φωνήν· «Λυποῦμαι τὴν ταλαιπωρίαν σας καὶ εὐλαβοῦμαι τὰ λευκά σας γένεια, δι’ αὐτὸ σᾶς συμβουλεύω νὰ προσκυνήσετε τὸν παντέφορον ἥλιον καὶ νὰ δοκιμάσετε τὸ αἶμα τῶν θυσιῶν, ἵνα λυτρωθῆτε ἀπὸ τὸν πικρότατον θάνατον». Οἱ δὲ ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος ἀπεκρίθησαν· «Τῶν σαρκοφάγων κυνῶν εἶναι ἴδιον καὶ ὄχι ἀνθρώπων νὰ πίνουν αἵματα, καθὼς ποιεῖς σύ, ἀνόητε, ὅστις εἶσαι ὡς ὁ λυσσῶν κύων, ὅστις ὑλακτεῖ τοὺς αὐθέντας αὐτοῦ μὲ πολλὴν ἀγριότητα». Τότε προσέταξεν ὁ ἄρχων καὶ ἔδειραν αὐτοὺς τόσον ἀνηλεῶς, ὥστε ἐλυπήθησαν οἱ παρεστῶτες καὶ τοὺς συνεβούλευσαν νὰ δοκιμάσωσι ζωμὸν ἀντὶ αἵματος, διὰ νὰ λυτρωθῶσι τοσούτων κολάσεων. Οἱ δὲ ἀπεκρίθησαν· «Μὴ γένοιτο, νὰ θολώσωμεν τὸ καθαρὸν τῆς πίστεώς μας καὶ τὸ πολυχρόνιόν γῆρας μας νὰ καταισχύνωμεν». Λέγει ὁ πονηρὸς τύραννος· «Φάγετε μόνον ὀλίγον κρέας καθαρὸν καὶ ἀμόλυντον, νὰ σᾶς ἀφήσω». Οἱ δὲ ἀπεκρίθησαν· «Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ εὑρεθῇ πρᾶγμα καθαρὸν εἰς χεῖρας μεμολυσμένας; ἄφες ὅλας σου τὰς μηχανάς, ταλαίπωρε, ἀποφάσισόν μας εἰς θάνατον, μὴ βασανίζεσαι ἄκαιρα δέρων τὸν ἀέρα καὶ σφυροκοπῶν ἀνωφελῶς τὸν ἀδάμαντα».
Ἀφοῦ λοιπὸν συνεβουλεύθη μὲ τοὺς συγκαθέδρους ὁ τύραννος, ἀποφασίζουν νὰ συνάξωσιν ὅσους Χριστιανοὺς εὕρωσι νὰ τοὺς βάλωσι βιαίως νὰ λιθοβολήσωσι τοὺς Ἁγίους. Ἔφερον λοιπὸν ὅσους ἠδυνήθησαν, τοὺς ὁποίους προσέταξαν νὰ ρίπτωσι πέτρας κατὰ τῶν Ἁγίων, ἕως νὰ τοὺς θανατώσωσι· προσέταξε δὲ τότε ὁ ἡγεμὼν νὰ φέρουν τὸν Ἅγιον Ἰωσὴφ εἰς τὸ κριτήριον, ἴσως ἐπειδὴ εἶχεν εἰς τὸν νοῦν του νὰ ξαναδοκιμάσῃ διὰ τελευταίαν φοράν, μήπως καὶ τὸν διαστρέψῃ ὁ στρεβλὸς καὶ ἀνόητος.