Τότε ὁ ἀνεξίκακος Γρηγόριος τοὺς ἐλυπήθη καὶ ἔκλαυσε καὶ πίπτων εἰς τοὺς πόδας τοῦ Πάπα καὶ τῶν λοιπῶν Ἐπισκόπων ἔλεγε· «Πατέρες μου καὶ κύριοι, ἐπακούσατέ μου τοῦ δούλου σας. Μὴ κάμετε, εἰς τοὺς ἀνθρώπους τούτους ἐκδίκησιν, ἀλλὰ ἀφῆτε νὰ τὴν κάμῃ ὁ Κύριος καθὼς γέγραπται· «Ἐμοὶ ἐκδίκησις, ἐγὼ ἀνταποδώσω» (Ρωμ. ιβ’ 19) λέγει Κύριος. Ναί, παρακαλῶ τὴν Ἀρχιερωσύνην σας, νὰ μὴ πάθουν κακὸν δι’ ἐμέ. Ὅτι ἐγὼ εἶμαι πάσης παιδεύσεως ἄξιος, ἀλλ’ ὁ Κύριος ἐσκέπασε τὴν ἁμαρτίαν μου ὡς μακρόθυμος».
Tαῦτα μὲν ἔλεγεν ὁ μιμητὴς τοῦ Δεσπότου διὰ νὰ πληρώσῃ τὸ θεῖον αὐτοῦ καὶ σωτήριον πρόσταγμα. Ἀλλ’ ἐκεῖνος ὁ δικαιοκρίτης ἔκαμε κατ’ αὐτῶν ἀσυνήθη καὶ ξένην ἐκδίκησιν, διὰ νὰ φοβηθοῦν οἱ ἄλλοι νὰ μὴ καταλαλῶσιν ἀδίκως, ὅσους δὲν πταίουσι καὶ ἀκούσατε νὰ εὐφθρανθῆτε τῷ πνεύματι. Καθὼς ἦσαν εἰς ἕνα τόπον ἐκεῖ εἰς τὴν Σύνοδον δεδεμένοι ὅλοι οἱ κατήγοροι, εὐθὺς ἠγέρθη ἄνεμος ἰσχυρὸς καὶ λαῖλαψ σφοδροτάτη, ὁ τόπος εἰς τὸν ὁποῖον ἵσταντο ἐσκοτίσθη καὶ ἐξήρχετο ἀπὸ τὴν γῆν καπνὸς μαῦρος, ὅστις ἐσκέπασεν ὅλους ἐκείνους τόσον, ὥστε ἐνόμισαν ὅτι ἐσχίσθη ἡ γῆ καὶ τοὺς κατέπιε, διότι οὐδόλως ἐφαίνοντο, ὅλοι δὲ οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Συνόδου καὶ οἱ λοιποὶ παρευρισκόμενοι ἔκραζον τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Μετ’ ὀλίγον ἐσχίσθη ὁ γνόφος καὶ ἐφάνησαν οἱ κατήγοροι ἔχοντες μαῦρα καὶ μεμελατωμέτα τὰ πρόσωπα ἅπαντες. Καί τινων μὲν τὸ ἓν μέρος εἶχε γίνει μέλαν, τὸ δὲ ἄλλο εἶχε μείνει λευκόν, ὅπως ἦτο καὶ πρότερον, οἱ δὲ λοιποὶ τελείως ἐμαύρισαν. Οἱ δὲ Σαβῖνος καὶ Κρισκεντῖνος καὶ ἄλλοι πολλοί, οἵτινες ἔπταιον περισσότερον, ὄχι μόνον ἐμαύρισαν ἀλλὰ καὶ τὰ χείλη των ἐστράφησαν πρὸς τὰ ἄνω καὶ πρὸς κάτω καὶ δὲν ἠδύναντο νὰ τὰ σμίξωσι καὶ νὰ ὁμιλήσωσι καλῶς, ἀλλ’ ὡμίλουν ἀνάρθρως. Τοιοῦτον ἐξαίσιον θαυμάσιον ἐξέπληξε τοὺς παρόντας καὶ μετὰ πολλῆς εὐλαβείας ἠσπάζοντο τὸν Ἅγιον. Ὁ δὲ Πάπας εἶπε πρὸς τοὺς κατηγόρους ταῦτα· «Ἰδοὺ ἐγίνατε ὅμοιοι τοῦ πατρός σας διαβόλου, ὅστις σᾶς ὡδήγησεν εἰς τὴν παρανομίαν ταύτην. Λοιπὸν προστάττω καὶ ἐγὼ νὰ εἶσθε δοῦλοι ἀπὸ τὴν σήμερον σεῖς καὶ ὅλον τὸ γένος σας εἰς τὸν ἑκάστοτε Ἐπίσκοπον τῆς ἐπαρχίας σας, εἰς κανόνα τῆς ἁμαρτίας σας. Οὐδεὶς δὲ ἀπὸ τὸ γένος σας νὰ γίνῃ Κληρικός, οὔτε εἰς βαθμὸν νὰ ἀνέβῃ ποτέ, ὅστις δὲ Ἐπίσκοπος εἰς τὸ μέλλον παραβῇ τὸν ὅρον τοῦτον, τὸν ὁποῖον ὅλοι συνοδικῶς καὶ δικαίως ἀποφασίζομεν, καὶ χειροτονήσῃ τινὰ ἀπὸ τὸ γένος σας εἴτε Ἱερέα, εἴτε Κληρικόν, νὰ εἶναι καὶ οἱ δύο καθῃρημένοι καὶ ἀσυγχώρητοι».