Τῇ Α’ (1ῃ) τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ Θαυματουργῶν Ἀναργύρων ΚΟΣΜΑ καὶ ΔΑΜΙΑΝΟΥ.

Διὰ τοῦτο ὀφείλομεν πάντοτε νὰ μελετῶμεν τὰ ἀγαθὰ καὶ νὰ ἀναγινώσκωμεν τὰς Γραφὰς καὶ τοὺς Βίους τῶν Ἁγίων· διότι καθὼς εἶπεν ὁ Χριστὸς εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον· «Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς, ὅτι ὑμεῖς δοκεῖτε ἐν αὐταῖς ζωὴν αἰώνιον ἔχειν» (Ἰωάν. ε’ 39). Μὴ προφασιζώμεθα καὶ λέγομεν, ὅτι δὲν γνωρίζομεν γράμματα νὰ ἀναγινώσκωμεν· ἐὰν ἡμεῖς δὲν γνωρίζωμεν, γνωρίζουσιν ἄλλοι, καὶ ὅταν ἀναγινώσκουσιν ἐκεῖνοι, ἡμεῖς ἂς μὴ ἀμελῶμεν· διότι ποίαν ἀπολογίαν θέλομεν δώσει εἰς τὸν Θεόν, ὅταν διὰ μὲν τὸν σωματικὸν βίον διαπλέωμεν θαλάσσας, καταφρονοῦμεν κινδύνους, κλέπτας δὲν φοβούμεθα, ψῦχος καὶ βροχὴν δὲν συλλογιζώμεθα καὶ πάντα πειρασμὸν ὑπομένωμεν, μόνον διὰ νὰ κερδήσωμεν ἀγαθὰ ὑλικά, διὰ δὲ τὴν ὠφέλειαν τῆς ψυχῆς μας νὰ μὴ θέλωμεν οὔτε κἆν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν νὰ ὑπάγωμεν, ἵνα ἀκούσωμεν ἀπὸ ἄλλους τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ;

Καθὼς δὲ κοπιάζουσιν ὅσοι σκάπτουν τὸ βάθος τῆς γῆς διὰ νὰ ἐκβάλωσι τὸν ἄργυρον καὶ τὸν χρυσόν, οὕτω καὶ ἡμεῖς χρεωστοῦμεν νύκτα καὶ ἡμέραν νὰ σπουδάζωμεν πῶς θὰ εὕρωμεν τὸ κέρδος τῆς ψυχῆς μας. Πότε δὲ εὑρίσκομεν τὸ κέρδος τῆς ψυχῆς μας; ὅταν εἶναι ἑορτὴ Ἁγίου τινός, πρέπει νὰ τρέχωμεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, διὰ νὰ ἀκούσωμεν λόγον Θεοῦ καὶ διδαχήν. Διότι δι’ αὐτὸ ἐνομοθέτησαν καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας τὰς ἑορτὰς των Ἁγίων, ὄχι διὰ νὰ μένωμεν ἀργοί, ἀλλὰ νὰ τρέχωμεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, νὰ ἀκούωμεν διδαχήν, νὰ ἐρωτῶμεν ἀλλήλους τί ἑορτὴ εἶναι σήμερον; τίς Ἅγιος ἑορτάζεται; πῶς ἠγωνίσθη, πῶς ἐτελειώθη, πῶς ἐδοξάσθη ἐκ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων; καὶ οὕτω μὲ τὰς ἐρωτήσεις αὐτὰς καὶ τὴν μάθησιν νὰ γινώμεθα μιμηταὶ κατὰ δύναμιν τῶν ἔργων τοῦ Ἁγίου ἐκείνου. Μὴ ἐντρεπώμεθα, ἀδελφοί, νὰ ἐρωτῶμεν τοὺς γινώσκοντας, διὰ νὰ μανθάνωμεν πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν γνωρίζομεν διότι καὶ ὁ Μωϋσῆς οὕτω λέγει εἰς τὸ Δευτερονόμιον, εἰς τὴν περικοπὴν τῆς β’ ᾠδῆς· «Ἐπερώτησον τὸν πατέρα σου καὶ ἀναγγελεῖ σοι, τοὺς πρεσβυτέρους σου καὶ ἐροῦσί σοι» (Δευτ. λβ’ 7).

Ὑπάρχουν, πολλοὶ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, πιστεύσατέ μοι, τῶν ὁποίων οὔτε τὸ ὄνομα γνωρίζομεν, οὔτε τὰ ἔργα· διατί; διότι δὲν φροντίζομεν νὰ μανθάνωμεν τοιαῦτα πράγματα, τὰ ὁποῖα εἶναι κέρδος τῆς ψυχῆς μας, ἀλλὰ μόνον εἰς τὰς βιοτικὰς μερίμνας ἔπεσεν ὅλως δι’ ὅλου ὁ νοῦς μας· καὶ ἂν μὲν ἀκούσωμεν μυθιστόρημα, παρευθὺς τὸ μανθάνομεν καὶ τὸ ἐνθυμούμεθα, ἂν δὲ ἀκούσωμεν διήγησιν Ἁγίου τινός, παρευθὺς τὴν λησμονοῦμεν.


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἐπειδὴ τρεῖς εἶναι αἱ συζυγίαι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων πρέπει οἱ ζωγράφοι οἱ ζωγραφίζοντες τὰς ἁγίας αὐτῶν Εἰκόνας, πρὸς ἀποφυγὴν συγχύσεως, νὰ γράφωσι κάτωθι τοῦ ὀνόματος αὐτῶν τὴν πατρίδα τῶν εἰκονιζομένων, ἤτοι: οἱ ἐκ τῆς Ἀσίας, ἢ οἱ Ρωμαῖοι ἢ οἱ ἐκ τῆς Ἀραβίας. Πρέπει ἐπίσης νὰ τοὺς ζωγραφίζωσι μὲ τὰς ἐθνικὰς ἑκάστης συζυγίας ἐνδυμασίας πρὸς διάκρισιν.

[2] Βλέπε εἰς τὴν αʹ (1ην) Ἰουλίου (Τόμος Ζʹ) τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».

[3] Βλέπε εἰς τὴν ιζʹ (17ην) Ὀκτωβρίου (Τόμος Ιʹ) τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».