Τῇ ΙΒ’ (12ῃ) τοῦ αὐτοῦ μηνὸς μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν ΙΩΑΝΝΟΥ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας τοῦ Ἐλεήμονος.

Οὕτως εἰπὼν κατεφίλησεν αὐτὸν καὶ τοῦ ἔδωκεν ἀργύρια πολλά, κτήματα καὶ περιουσίαν ἄλλην, ὅση τὸν ἔφθανεν· οὐχὶ δὲ μόνον ταῦτα, ἀλλὰ καὶ μίαν περιφανῆ καὶ εὐγενεστάτην κόρην, τὸν ηὐλόγησε κατὰ τοὺς νόμους καὶ δι’ ὅ,τι ἄλλο ἦτο ἀνάγκη τὸν εὐηργέτησε, πλουσιόδωρα, οὕτως ὥστε ἔγινεν ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ ὁ ἄδοξος ἔνδοξος καὶ ὁ πτωχὸς πλουσιώτατος. Τοῦτο δὲ ὅλον ἔκαμεν ὁ ἀοίδιμος διὰ τὴν εὐλάβειαν τοῦ παιδὸς καὶ τὴν πίστιν, τὴν ὁποίαν εἶχε πρὸς τὴν Πανύμνητον καὶ διὰ νὰ ἀποδείξῃ ἀληθέστατον τὸ ρητὸν τοῦ Προφήτου· «Οὐκ εἶδον δίκαιον ἐγκαταλελειμμένον» (Ψαλμ. λϛ’ 25) καὶ τὰ λοιπά.

Πάντοτε δὲ ἐνθυμούμενος ὁ Ἅγιος τὴν Δεσποτικὴν ἐντολὴν τὴν λέγουσαν· «Παντὶ δὲ τῷ αἰτοῦντί σε δίδου» (Λουκ. ϛ’ 30), ἐπλήρου ταύτην καὶ εἴ τις τοῦ ἐζήτει τίποτε δάνειον, δὲν τὸν ἔστρεφεν ἄπρακτον. Τοῦτο γινώσκων εἷς ψεύστης καὶ κακὸς ἄνθρωπος, ἐδανείσθη ἀπ’ ἐκεῖνον νομίσματα χρυσᾶ χίλια καὶ ὅταν ἦλθεν ὁ καιρὸς νὰ τὰ δώσῃ τὸν ἐγέλα, καθὼς ἔκαμε καὶ ἄλλων πολλῶν, λέγων ὅτι δὲν εἶχε νὰ δώσῃ τίποτε. Θέλοντες λοιπὸν νὰ τὸν φυλακίσουν οἱ ἐπίτροποι, δὲν τοὺς ἀφῆκεν ὁ Ἅγιος λέγων· «Γίνεσθε οἰκτίρμονες ὅτι καὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος οἰκτίρμων ἐστὶ καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Λουκ. ϛ’ 36 καὶ Ματθ. ε’ 45). Οἱ δὲ εἶπον· «Δὲν εἶναι δίκαιον νὰ φάγῃ τὴν ἐλεημοσύνην τῶν πτωχῶν οὗτος ὁ κακὸς ἄνθρωπος». Λέγει εἰς αὐτοὺς ὁ Ἅγιος· «Πιστεύσατέ μοι, ἀδελφοί, ὅτι ἂν τὸν δυναστεύσετε νὰ πληρώσῃ στανικῶς του, διὰ νὰ δώσετε εἰς τοὺς πτωχούς, γίνεσθε δύο ἐντολῶν παραβάται καὶ πληρώνετε μίαν· ἤτοι τὸ ἕνα, δὲν ἔχετε ὑπομονὴν εἰς τὴν ζημίαν τὴν ὁποίαν ἐλάβετε· δεύτερον δὲν ὑπακούετε τοῦ Χριστοῦ λέγοντος· «Ὅστις θέλει νὰ σοῦ ἀφαιρέσῃ τὸν χιτῶνα, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον» (Ματθ. ε’ 40). Τὸ πρέπον εἶναι νὰ δίδωμεν εἰς ὅλους ὠφελείας ὑπόδειγμα. Δὲν εἶναι λοιπὸν φρόνιμον νὰ τρέχῃ τις εἰς δικαστήρια, διὰ νὰ δώσῃ ἐλεημοσύνην κάλλιον εἶναι ἡ ὑπομονή».

Ἤθελον, ἀδελφοί μου, νὰ τελειώσω διὰ βραχύτητα, ἀλλὰ πάλιν ἁμαρτία μοῦ φαίνεται νὰ σᾶς ὑστερήσω τοιαύτης ἡδυτάτης ἀναγνώσεως. Διότι, τίς θὰ ἀκούσῃ τοσαύτην εὐσπλαγχνίαν καὶ χρηστότητα ἀνδρὸς καὶ νὰ μὴ κατανυχθῇ ἡ καρδία του; Ἀκούσατε λοιπὸν μετὰ πάσης προθυμίας καὶ μάλιστα ὅσοι εἶσθε ἀνελεήμονες ἢ κατακρίνετε τὸν πλησίον σας, τὸ ὁποῖον εἶναι μέγα ἀνόμημα, μικρὸν νομίζετε ἁμάρτημα νὰ εἰπῆτε, ὁ δεῖνα ἄνθρωπος ἔκλεψεν ἢ ἡ δεῖνα γυνὴ ἐπόρνευσεν ἢ ἄλλο τι ὅμοιον;


Ὑποσημειώσεις

[1] Πέτρος ὁ Κναφεὺς ὑπῆρξε Πατριάρχης Ἀντιοχείας (465-455, 474-475, 475), εἰσαγαγὼν εἰς τὸν Τρισάγιον ὕμνον τὴν θεοπασχιτικὴν φράσιν «ὁ Σταυρωθεὶς δι’ ἡμᾶς» (βλέπε ἐν τόμῳ Θʹ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», ἐν τῷ ἐκεῖ Συναξαρίῳ καὶ τῇ ἀκολουθούσῃ ὑποσημειώσει).

[2] «Οὐαὶ οἱ ἰσχύοντες ὑμῶν... οἱ δικαιοῦντες τὸν ἀσεβῆ ἕνεκεν δώρων καὶ τὸ δίκαιον τοῦ δικαίου αἴροντες· διὰ τοῦτο ὃν τρόπον καυθήσεται καλάμη ὑπὸ ἄνθρακος πυρός, καὶ συγκαυθήσεται ὑπὸ φλογὸς ἀνειμένης...» (Ἡσ. εʹ 22-24).

[3] Ὁ Ὅσιος Σεραπίων ἑορτάζεται τὴν καʹ (21ην) Μαρτίου (βλέπε Τόμον Γʹ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»).

[4] Βλέπε «Εὐεργετινός», ἡμετέρα ἔκδοσις, βιβλ.Γʹ, ὑπόθ. Αʹ, ἀπόφθ. Αʹ.

[5] Βλέπε «Εὐεργετινός», ἡμετέρα ἔκδοσις, βιβλ. Γʹ, ὑπόθ. Αʹ, ἀπόφθ. Αʹ, § 3.