Ὁ δὲ νέος, ἀρχίζων νὰ λέγῃ τὴν ὑπόθεσιν διέκοπτε πολλάκις τὸν λόγον ἀπὸ τὰ δάκρυα. Τότε τινές ἀπὸ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔτυχον παρόντες καὶ ἤκουσαν τὴν ὕβριν, τὴν ὁποίαν ἐξεστόμισεν ὁ κάπηλος, εἶπον τὴν ὑπόθεσιν, εἰς δὲ τὸ τέλος εἶπον καὶ ταῦτα, διὰ νὰ τὸν παρακινήσουν εἰς ἐκδίκησιν: «Δέσποτα Ἅγιε, μεγάλην αἰσχύνην ἔκαμε τῆς Ἀρχιερωσύνης σου, ὑβρίσας τὸν ἀνεψιόν σου τοσοῦτον ἀναίσχυντα ἕνας ἀναξιώτατος ἄνθρωπος». Ὁ δὲ Ἅγιος, ὡς ἰατρὸς ἔμπειρος, θέλων νὰ θεραπεύσῃ τὴν πληγὴν καὶ τὸν θυμὸν τῆς καρδίας τοῦ νέου μὲ γλυκὺ φάρμακον, ἀπεκρίνατο· «Λοιπὸν ἐτόλμησέ τις νὰ σὲ ὑβρίσῃ; Εὐλογητὸς Κύριος ὁ Θεός, ὅτι ἔχω νὰ κάμω τοιαύτην ἐκδίκησιν, ὥστε νὰ θαυμάσῃ καὶ νὰ τὸ διηγῆται ὅλη ἡ Ἀλεξάνδρεια».
Οὕτως εἶπε καὶ εἰς ὀλίγην ὥραν, ἀφοῦ εἶδε τὸν νέον ὅτι ἦτο παρηγορημένος διὰ τὸν λόγον τῆς ἐκδικήσεως, τὸν ἐκάλεσε κατὰ μόνας καὶ τοῦ λέγει· «Τέκνον μου ποθεινότατον, ἐὰν θέλῃς νὰ εἶσαι ἀνεψιός μου κατὰ ἀλήθειαν, ἑτοίμασον τὸν ἑαυτόν σου νὰ ὑπομένῃς ὄχι μόνον ὕβρεις, ἀλλὰ καὶ μάστιγας, καθὼς εἶμαι καὶ ἐγὼ ἕτοιμος καὶ τότε νὰ σὲ ἔχω διὰ συγγενῆ καὶ τέκνον μου, ὅτι ἡ ἀληθὴς συγγένεια δὲν εἶναι ἀπὸ αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν τῆς ψυχῆς, ἀρετὴν καὶ εὐγένειαν». Ταῦτα εἰπών, ἐκάλεσε τὸν ἔξαρχον τῶν καπήλων καὶ τοῦ λέγει· «Μὴ τολμήσῃς ποτὲ νὰ λάβῃς ἀπὸ τὸν κάπηλον, ὅστις ὕβρισε τὸν ἀνεψιόν μου, κανὲν ἐνοίκιον, ἐξ ἐκείνων τὰ ὁποῖα πληρώνει τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ χάριζέ του τα πάντοτε». Ταῦτα ἀκούσαντες οἱ περιεστῶτες ἐθαύμασαν τὴν ἀνεξικακίαν καὶ χρηστότητα αὐτοῦ καὶ ἐγνώρισαν, ὅτι αὐτὴ ἦτο ἡ ἐκδίκησις, τὴν ὁποίαν εἶπεν ὅτι θὰ κάμῃ καὶ θὰ τὴν διηγῆται ὅλη ἡ Ἀλεξάνδρεια. Καὶ ὄχι μόνον αὐτὸς ἦτο ἀμνησίκακος, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους παρεκίνει σπουδαίως πρὸς διαλλαγήν. Καὶ ἀκούσατε.
Διάκονός τις, Δαμιανὸς ὀνόματι, εἶχεν ἔχθραν μὲ ἄλλον Κληρικὸν καὶ δὲν ἤθελε νὰ κάμῃ ἀγάπην. Τοῦτο μαθὼν ὁ Ἅγιος παρήγγειλε τοῦ Ἀρχιδιακόνου νὰ τοῦ δείξῃ τὸν ρηθέντα Δαμιανὸν τὴν Κυριακήν, ὅταν θὰ ἐλειτούργει· ποιήσας δὲ ἐκεῖνος, καθὼς προσετάχθη, ἔδειξεν αὐτὸν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Βῆμα. Ὅταν δὲ ἔφθασαν εἰς τὸ Κοινωνικόν, ἐπῆγαν νὰ μεταλάβωσιν οἱ Διάκονοι κατὰ τὴν συνήθειαν. Ὁ δὲ Ἅγιος τοὺς μὲν ἄλλους ἐκοινώνησε, τὸν δὲ Δαμιανὸν οὐδαμῶς, ἀλλὰ εἶπεν εἰς αὐτὸν εἰς ἐπήκοον πάντων· «Ὕπαγε πρῶτον, κάμε διαλλαγὴν μὲ τὸν ἀδελφόν σου, κατὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Δεσπότου, καὶ τότε, νὰ λάβῃς χωρὶς μνησικακίαν τὰ Μυστήρια τοῦ ἀμνησικάκου Χριστοῦ».