Ἀλλ’ ὁ γενναῖος τοῦ Χριστοῦ Ἀθλητὴς ἀπεκρίθη· «Καταγελῶ τὸ ὄνομα τῆς εὐσπλαγχνίας σου καὶ τὰ χαρίσματά σου, διότι διὰ τούτων ζητεῖς νὰ μὲ πλανήσῃς διὰ νὰ καταντήσω ἀσεβής, ἀρνούμενος τὴν εὐσέβειάν μου. Τὸν πλοῦτόν σου θεωρῶ ὡς τὸ χῶμα τῆς γῆς καὶ ἄλλο τι δὲν μοῦ δίδει περισσότερον κέρδος, ὅσον ἡ καθαρὰ θυσία τοῦ σώματός μου. Ὅταν ἤμην εἰς τὴν ἀρχὴν τῶν βασάνων ἦτο ὁ λογισμός μου στερεὸς καὶ ἀσάλευτος. Τώρα δέ, ὅτε εὑρίσκομαι εἰς τὸ τέλος καὶ ἀναμένω νὰ νικήσω, μὲ παρακινεῖς, παρανομώτατε, να κλίνω πρὸς τὴν γνώμην σου; Ἐγὼ τὰς βασάνους σου ἔχω πρὸς χαράν μου, τὰς πληγάς σου πρὸς δόξαν μου, τοὺς κινδύνους ὡς στέφανα καὶ τὸ νὰ ἐκδυθῶ τοῦτο τὸ σῶμά μου νομίζω ὡς νὰ ἐξεδυόμην ἑνὸς ἁπλοῦ ἐνδύματος, διότι διὰ τῶν ἐλπίδων τοῦ Χριστοῦ μου στερεοῦμαι περισσότερον».
Βλέπων τότε ὁ τύραννος, ὅτι δὲν δύναται μὲ κανένα τρόπον νὰ μεταστρέψῃ τὴν γνώμην τοῦ Ἁγίου, ἐκινήθη εἰς ὀργὴν καὶ εἶπε πρὸς ἑαυτόν· «Λόγους πολλοὺς εἶπον, εὐσπλαγχνίαν μεγάλην ἔδειξα καὶ διὰ βασάνων δεινῶν ἐτιμώρησα τοῦτον. Ὅμως δὲν ἠδυνήθην νὰ τὸν μεταπείσω. Ἀδίκως ἐχάθη δι’ αὐτὸν τόσον πλῆθος πληγῶν. Χωρὶς κανὲν ὄφελος ἐκοπίασαν δι’ αὐτὸν τόσοι στρατιῶται. Αὐτὸς ἐπιθυμεῖ νὰ σφαγῇ, αὐτὸς ἀγαπᾷ νὰ ἀποθάνῃ. Τὶ θέλω λοιπὸν νὰ ὁμιλῶ εἰς ὦτα, τὰ ὁποῖα δὲν ἀκούουν; Ἂς ἀποφασίσω πλέον τὸν θάνατόν του». Εὐθὺς τότε ἐπρόσταξε καὶ ἔρριψαν τὸν Ἅγιον εἰς τέσσαρας φοβεροὺς λέοντας, διὰ νὰ τὸν καταξεσχίσουν. Ἀλλ’ ὁ Θεὸς τῶν Δυνάμεων δὲν ἐγκατέλειψεν αὐτὸν ἀβοήθητον, μεταβαλών, ἐν τῷ ἅμα, τὴν ἀγριότητα τῶν θηρίων εἰς ἡμερότητα ἀρνίων. Ἵσταντο δὲ οὗτοι πλησίον τοῦ Μάρτυρος σείοντες τὰς οὐράς των καὶ παίζοντες. Ὁ δὲ τύραννος, καταισχυνθείς, εὑρίσκετο ἐν ἀπορίᾳ μὴ γνωρίζων τὶ νὰ πράξῃ. Τέλος λαβὼν τὴν γραφίδα ἔγραψε τὴν ἀπόφασιν τοῦ θανάτου τοῦ Μάρτυρος, ἤτοι νὰ ἀποκεφαλισθῇ. Ἔπειτα, ἀπὸ τὸν θυμόν του, ἔρριψε τὴν γραφίδα εἰς τὴν γῆν καὶ ἐγερθεὶς ἀπὸ τὸ κριτήριον ἔφυγεν.
Οὕτως ἐτελειώθη ὁ πολύαθλος Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Θαλλέλαιος τὴν κ’ (20ήν), τοῦ μηνὸς Μαΐου καὶ ἔλαβε τοῦ Μαρτυρίου τὸν στέφανον. Τότε καὶ ἄλλοι πολλοί, βλέποντες τὴν ἀνδρείαν καὶ ὑπομονὴν τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος ὡς καὶ τὰ θαύματα ἐκείνου, ἐπίστευσαν εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ μαρτυρήσαντες ἀπέθανον τὸν ὑπὲρ Χριστοῦ θάνατον.