Ἀκούσας δὲ τοῦτο ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ἐλυπήθη πολὺ διὰ τὴν χειροτονίαν τὴν ὁποίαν ἐτέλεσεν ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος εἰς τὴν ἐπαρχίαν του χωρὶς τὴν ἄδειάν του καὶ ἔγραψεν εἰς αὐτὸν γράμμα, τὸ ὁποῖον ἐπροξένησε λύπην εἰς τὸν Ἐπιφάνιον, ὅστις ἀντέγραψεν ὁμοίως εἰς τὸν θεῖον Χρυσόστομον.
Ἀκούσασα ἡ βασίλισσα, ὅτι συνέβη δυσαρέσκεια μεταξὺ Χρυσοστόμου καὶ Ἐπιφανίου, προσεκάλεσε τὸν Ἐπιφάνιον καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· «Ὅλη ἡ βασιλεία τῶν Ρωμαίων, Πάτερ, εἶναι ἰδική μου καὶ ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν μου, ὅλον δὲ τὸ Ἱερατεῖον καὶ οἱ Ἀρχιερεῖς τῶν Ἐκκλησιῶν, οἵτινες εἶναι εἰς τὸ βασίλειόν μου, εἶναι ἰδικοί σου καὶ ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν σου. Ὅθεν, ἐπειδὴ ὁ Ἰωάννης δὲν φυλάττει τὴν πρέπουσαν εἰς τοὺς Ἀρχιερεῖς εὐταξίαν, ἀλλὰ φέρεται ἀτάκτως ἐναντίον τῶν βασιλέων, διὰ τοῦτο ἀπὸ πολλῶν ἡμερῶν ἐσκέφθην νὰ συναθροίσω τοὺς Ἀρχιερεῖς, διὰ νὰ καθαιρέσουν αὐτόν, ὡς ἀνάξιον τῆς Ἀρχιερωσύνης καὶ νὰ ἀναδείξουν ἄλλον Ἀρχιεπίσκοπον, ὅστις νὰ δύναται νὰ κυβερνᾷ τὴν Ἐκκλησίαν καθὼς πρέπει, διὰ νὰ εἰρηνεύῃ κατὰ πάντα καὶ τὸ βασίλειόν μου. Τώρα ὅμως, ὅτε σύ, Πάτερ, εὑρίσκεσαι ἐδῶ, μετὰ Θεόν, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑποβάλω τοὺς Ἀρχιερεῖς εἰς τόσους κόπους, ἀλλ᾽ ὅρισε σὺ Ἀρχιεπίσκοπον ἐκεῖνον τὸν ὁποῖον θέλει σοῦ ἀποκαλύψει ὁ Θεὸς καὶ ἀπομάκρυνον τοῦτον ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν».
Ταῦτα λέγουσα ἡ βασίλισσα ἐταράττετο σφόδρα ἀπὸ τὸν θυμόν, ὁ δὲ θεῖος Ἐπιφάνιος, ἀφοῦ ἤκουσε τὰ λεγόμενα, ἀπεκρίθη προς τὴν βασίλισσαν μὲ ἀνεξικακίαν καὶ χωρὶς θυμόν· «Ἄκουσον, τέκνον· ἐὰν μὲν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος κατηγορηθῇ διὰ τὴν αἵρεσιν τὴν ὁποίαν ἀναφέρεις καὶ ἐλεγχθῇ δημοσίᾳ, ὅτι εἶναι αἱρετικὸς καὶ δὲν ὁμολογήσῃ ὅτι ἔσφαλεν, εἶναι ἀνάξιος τῆς Ἀρχιερωσύνης καὶ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ὁρίζει ἡ ἐξουσία σας θέλω πράξει. Ἂν δὲ ζητῇς νὰ διώξῃς τὸν Ἰωάννην ἀπὸ τὴν μεγάλην Ἐκκλησίαν, διὰ τὴν προσβολήν, τὴν ὁποίαν ἔκαμεν ἐναντίον σας, ὁ ἰδικός σας Ἐπιφάνιος δὲν θέλει συγκατανεύσει εἰς τοῦτο ποτέ. Μάλιστα, τέκνον, εἶναι χρέος εἰς τοὺς βασιλεῖς, ὅταν ὑβρίζωνται καὶ ἀτιμάζωνται, νὰ συγχωροῦν τοὺς ὑβρίζοντας. Ἐπειδὴ καὶ σεῖς οἱ βασιλεῖς ἔχετε Βασιλέα εἰς τοὺς οὐρανούς, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου καθ’ ἑκάστην ἁμαρτάνετε. Ἐκεῖνος τότε θέλει σᾶς συγχωρήσει, ὅταν καὶ σεῖς συγχωρῆτε ἐκείνους οἵτινες πταίουν καὶ προσβάλλοιν ὑμᾶς, ὡς λέγει τὸ θεῖον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον· «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ Πατὴρ ἡμῶν οἰκτίρμων ἐστὶ» (Λουκ. ϛ’ 36).