Ὁ κατὰ πλάτος Βίος καὶ πολιτεία τῆς Ὁσίας μητρὸς ἡμῶν ΜΑΚΡΙΝΗΣ ἀδελφῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, συγγραφεὶς ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης τοῦ αὐταδέλφου αὐτῆς καὶ ἀποσταλεὶς πρὸς Ὀλύμπιον Μοναχόν· ἤδη δὲ μεταφρασθεὶς εἰς τὸ ἁπλοῦν παρὰ Νικοδήμου Ἁγιορείτου.

Ἔπειτα ἀπὸ πέντε ἔτη ὅπου ἔκαμεν ὁ Ναυκράτιος εἰς τοιαύτην ἄσκησιν, ἠκολούθησε μία βαρεῖα καὶ λυπηρὰ συμφορά, ἀπὸ ἐπιβουλήν, νομίζω, τοῦ διαβόλου, ἡ ὁποία ἐπροξένησε λύπην μεγάλην εἰς ὅλην μας τὴν συγγένειαν· διότι αἴφνης ἡρπάγη ἀπὸ τὴν ζωὴν ταύτην ὁ ἀοίδιμος, χωρὶς καμμίαν ἀσθένειαν, χωρὶς κανὲν ἄλλο φανερὸν πάθος· ἀλλὰ πηγαίνων εἰς τὸν ποταμὸν νὰ ἁλιεύσῃ ἰχθῦς, διὰ νὰ θρέψῃ τοὺς ἀσθενεῖς γέροντας ἐκείνους, ὅπου ἐγηροκομοῦσεν, ἐφέρθη εἰς τὸ κελλίον του νεκρός, τόσον ὁ Ναυκράτιος, ὅσον καὶ ὁ σύντροφός του Χρυσάφιος. Ἡ δὲ μήτηρ των ἦτο μακρὰν ἀπὸ τὸν τόπον ἐκεῖνον τριῶν ἡμερῶν διάστημα. Ὅταν δὲ ἔλαβε τὴν εἴδησιν τοῦ θανάτου του, ἂν καὶ ἦτο τελεία εἰς τὴν ἀρετήν, ὅμως τὴν ἐνίκησε τὸ πάθος, καὶ ἀπὸ τὴν λύπην της ἔγινεν ἄπνους καὶ ἄφωνος. Τότε λοιπὸν ἐφάνη ἡ γενναιότης καὶ ἀρετὴ τῆς μεγάλης Μακρίνης· διότι αὐτὴ ἠναντιώθη εἰς τὸ πάθος τῆς λύπης μὲ τὸν ὀρθὸν λογισμόν, καὶ τὸν ἑαυτόν της ἐφύλαξεν ἀνίκητον ἀπὸ τὴν λύπην, καὶ τὴν ἀσθένειαν τῆς μητρός μας ἐδυνάμωσε, καὶ ἀπὸ τὸν βυθὸν τῆς λύπης τὴν ἀνέσπασεν, ἐπειδὴ ἐδίδαξε πρὸς ἀνδρείαν τὴν ψυχήν της μὲ τὴν ἰδικήν της στερεὰν καὶ ἀνίκητον γνώμην. Διὰ τοῦτο ἀνέλαβεν εὐθὺς ἀπὸ τὸ πάθος ἡ μήτηρ μας, καὶ δὲν ἔπαθεν κανὲν ἄνανδρον ἰδίωμα τῶν γυναικῶν, εἰς τρόπον ὥστε νὰ φωνάξῃ ἢ νὰ σχίσῃ τὸ ἱμάτιόν της ἀπὸ τὴν λύπην, ἢ μὲ θρηνώδεις μελῳδίας νὰ κινήσῃ τοὺς θρήνους ἀλλὰ μὲ ἡσυχίαν καὶ ἀταραξίαν ὑπέμεινε τὴν λύπην, διώκουσα τὴν ἀσθένειαν τῆς φύσεως μὲ τοὺς ἰδικούς της ὀρθοὺς λογισμοὺς καὶ μὲ ἐκείνους ὅπου τῆς ἐπρόσφερεν ἡ Μακρῖνα πρὸς παρηγορίαν τοῦ πάθους.

Ἀφοῦ δὲ ἔλειψαν ἀπὸ τὴν μητέρα μας αἱ φροντίδες τῆς ἀνατροφῆς τῶν τέκνων της και αἱ μέριμναι τῆς ἀποκαταστάσεώς των, τὰ δὲ ὑπάρχοντα διεμοιράσθησαν εἰς τὰ τέκνα της, τότε, ὡς προείπομεν, ἡ ζωὴ τῆς θυγατρός της Μακρίνης ἔγινε συμβουλὴ καλὴ καὶ παράδειγμα εἰς τὴν ἀσκητικὴν πολιτείαν· διὰ τοῦτο ἄφησεν ὅλας τὰς παλαιὰς συνηθείας της καὶ ἔφθασεν εἰς τὰ ἴδια μέτρα τῆς ταπεινοφροσύνης τῆς Μακρίνης, ἔκαμε δὲ τὸν ἑαυτόν της ὁμότιμον μὲ τὰς ἄλλας καλογραίας. Ἔτρωγε καὶ ἐκείνη ἀπὸ μίαν καὶ τὴν αὐτὴν τράπεζαν, καὶ ἐκοιμᾶτο εἰς ὁμοίαν στρωμνήν, ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλα τὰ ἄλλα μετεῖχε παρόμοια μὲ ἐκείνας· καὶ καθὼς αἱ ψυχαὶ ἐκεῖναι ὅπου χωρισθοῦν ἀπὸ τὰ σώματά των ἐν ταυτῷ χωρίζονται καὶ ἀπὸ ὅλας τὰς φροντίδας τοῦ κόσμου, τοιουτοτρόπως καὶ ἡ ζωὴ τῆς Μακρίνης καὶ τῆς μητρός μας ἦτο χωρισμένη ἀπὸ κάθε κοσμικὴν ματαιότητα, καὶ ἐμιμεῖτο τὴν ζωὴν τῶν Ἀγγέλων·


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἐντεῦθεν φαίνεται, ὅτι δὲν ἦτο συνήθεια τότε νὰ κάμνουν ἀνακομιδὴν τῶν λειψάνων, ὡς νῦν αὕτη ἐπικρατεῖ· τοῦτο τὸ ἴδιον συνάγεται καὶ ἀπὸ τὸν ζʹ Κανόνα τοῦ αὐτοῦ τούτου Νύσσης.