Ὁ κατὰ πλάτος Βίος καὶ πολιτεία τῆς Ὁσίας μητρὸς ἡμῶν ΜΑΚΡΙΝΗΣ ἀδελφῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, συγγραφεὶς ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης τοῦ αὐταδέλφου αὐτῆς καὶ ἀποσταλεὶς πρὸς Ὀλύμπιον Μοναχόν· ἤδη δὲ μεταφρασθεὶς εἰς τὸ ἁπλοῦν παρὰ Νικοδήμου Ἁγιορείτου.

Διὰ τοῦτο πολὺ πλῆθος νέων ἔτρεχον εἰς τοὺς γονεῖς μας διὰ νὰ τὴν νυμφευθοῦν· ὁ δὲ πατήρ μας, διότι ἦτο φρόνιμος καὶ ἄξιος νὰ κρίνῃ τὴν καλὴν γνώμην τῶν ἀνθρώπων, προκρίνων ἕνα νέον εὐγενῆ, προκομμένον εἰς τὴν μάθησιν καὶ λαμπρὸν εἰς τὴν σωφροσύνην, ἀπεφάσισε νὰ νυμφεύσῃ μὲ ἐκεῖνον τὴν νέαν, ὅταν ἔλθῃ εἰς ἡλικίαν· ὅθεν ὁ μὲν νέος ἐτρέφετο μὲ τὰς καλὰς ἐλπίδας, ὅτι ἔχει νὰ πάρῃ ὡς γυναῖκά του τὴν Μακρῖναν, καὶ ἔδιδεν εἰς τὸν πατέρα μας, ὡσὰν νυμφικοὺς ἀρραβῶνας, τὴν προκοπὴν ὅπου εἶχεν εἰς τοὺς λόγους ὑπερασπιζόμενος μὲ αὐτοὺς τοὺς ἀδικουμένους, ὅμως ὁ θάνατος ἔκοψε τὰς καλὰς ταύτας ἐλπίδας, ἁρπάζων αὐτὸν ἀπὸ τὴν ζωὴν ταύτην εἰς τὸν καιρὸν τῆς νεότητός του.

Ἤξευρε δὲ καὶ ἡ κόρη τὴν ὑπόσχεσιν καὶ ἀπόφασιν ὅπου ἔκαμεν ὁ πατήρ, διὰ νὰ τὴν ὑπανδρεύσῃ μὲ αὐτόν· ἐπειδὴ δὲ ἠμποδίσθη ἡ ἀπόφασις ἐκείνη ἀπὸ τὸν θάνατον, διὰ τοῦτο τὴν ἀπόφασιν τοῦ πατρός της τὴν ὠνόμασε γάμον· ὡσὰν δὲ νὰ εἶχε γίνει ἐμπράκτως ὁ γάμος, ἔτσι ἔκρινεν εὔλογον νὰ μένῃ εἰς τὸ ἑξῆς ὑποκειμένη εἰς αὐτόν, καὶ δεύτερον νὰ μὴ ὑπανδρευθῇ· ὅθεν καὶ ὅταν οἱ γονεῖς της τῆς ἔλεγον διὰ γάμον, διότι τὴν ἐζητοῦσαν πολλοὶ διὰ τὴν ὡραιότητά της, αὐτὴ ἀπεκρίνετο εἰς αὐτούς, ὅτι ἦτο ἄτοπον καὶ παράνομον νὰ μὴ στέργῃ τὸν γάμον, τὸν ὁποῖον ἔλαβε πρότερον ἀπὸ τὸν πατέρα της, ἀλλὰ νὰ ζητῇ ἄλλον, εἰς καιρὸν δὲ ὅπου διωρίσθη εἰς τοὺς ἀνθρώπους ἕνας γάμος, μία γέννησις καὶ ἕνας θάνατος. Διϊσχυρίζετο δέ, ὅτι ὁ ἄνδρας ὅπου συνηρμόσθη μὲ αὐτήν, κατὰ τὴν ἀπόφασιν τῶν γονέων της, δὲν ἀπέθανεν, ἀλλὰ ἀνεχώρησε μόνον, καὶ εἶναι ζῶν ἐν τῷ Θεῷ διὰ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καὶ ὄχι νεκρός, ἑπομένως ἄτοπον εἶναι νὰ μὴ φυλάξῃ πίστιν καὶ σωφροσύνην εἰς τὸν νυμφίον της, ὅστις ἀνεχώρησεν.

Μὲ τοιαῦτα λόγια ἀπεμάκρυνεν ἐκείνους ὅπου τῆς ἔλεγαν διὰ γάμον, ἐστοχάσθη δὲ διὰ προφύλαξιν τῆς καλῆς ταύτης ἀποφάσεώς της νὰ μὴ χωρισθῇ ποτὲ ἀπὸ τὴν μητέρα της οὐδὲ στιγμήν· αὕτη δὲ ἡ ἕνωσις τῆς Μακρίνης δὲν ἦτο χωρὶς κέρδος διὰ τὴν μητέρα της διότι ἡ ὑπηρεσία ὅπου τῆς ἔκαμνεν ἦτο ἀρκετὴ εἰς αὐτήν, ἀντὶ πολλῶν ὑπηρετριῶν, ἐγίνετο δὲ ἀντιπληρωμὴ καλὴ καὶ ἀπὸ τὰς δύο· ὅτι ἡ μὲν μήτηρ ὑπηρετοῦσε τὴν ψυχὴν τῆς θυγατρός, ἡ δὲ θυγάτηρ τὸ σῶμα τῆς μητρὸς εἰς ὅλα τὰ χρειαζόμενα, πολλὰς δὲ φορὰς ἡτοίμαζε μὲ τὰς ἰδίας της χεῖρας καὶ τὸν ἄρτον, ὅπου ἔτρωγεν ἡ μήτηρ της·


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἐντεῦθεν φαίνεται, ὅτι δὲν ἦτο συνήθεια τότε νὰ κάμνουν ἀνακομιδὴν τῶν λειψάνων, ὡς νῦν αὕτη ἐπικρατεῖ· τοῦτο τὸ ἴδιον συνάγεται καὶ ἀπὸ τὸν ζʹ Κανόνα τοῦ αὐτοῦ τούτου Νύσσης.