Ὅθεν ἡ μήτηρ μας αὕτη εἰς τὴν πρώτην γέννησιν, ὅταν ἦλθεν ὁ καιρὸς διὰ νὰ γεννήσῃ, εἶδεν εἰς τὸν ὕπνον της, ὅτι ἐκράτει εἰς τὰς χεῖράς της βρέφος, τὴν θυγατέρα της ταύτην, ἐκεῖ δὲ ἐφάνη ἕνας μεγαλοπρεπὴς ἄνθρωπος καὶ τὴν ὠνόμασε Θέκλαν· λέγω ἐκείνην, ἡ ὁποία ἔχει φήμην μεγάλην ἀνάμεσα εἰς τὰς παρθένους· ἀφοῦ δὲ ὁ μεγαλοπρεπὴς ἐκεῖνος ὠνόμασε τὸ βρέφος Θέκλαν τρεῖς φοράς, ἔγινεν ἄφαντος, δίδων εὐκολίαν εἰς τὴν μητέρα μας διὰ νὰ γεννήσῃ· εὐθὺς δὲ ὅταν ἐξύπνησεν, ἐγέννησε τὴν ἀδελφήν μας.
Λοιπὸν τὸ ὄνομα τοῦτο τῆς Θέκλης εἶχε κεκρυμμένον ἡ ἀδελφή μας· ἐγὼ ὅμως νομίζω, ὅτι ἐκεῖνος ὁ μεγαλοπρεπής, ὅστις ἐφάνη εἰς τὴν μητέρα μας, δὲν εἶχε σκοπόν, διὰ νὰ ὁδηγήσῃ τὴν μητέρα μας εἰς τὸ νὰ τὴν ὀνομάσῃ Θέκλαν, ἀλλὰ διὰ νὰ προδηλώσῃ μὲ τὸ ὄνομα τῆς Θέκλης τὴν ζωὴν τῆς ἀδελφῆς μας καὶ τὴν ὁμοιότητα τῆς προαιρέσεως ὅπου εἶχε μὲ τὴν παρθένον Θέκλαν. Ἀφοῦ δὲ ἡ Μακρῖνα ἐπέρασε τὴν νηπιώδη ἡλικίαν καὶ ἦτο ἐπιτηδεία νὰ μάθῃ ἐκεῖνα τὰ μαθήματα, εἰς τὰ ὁποῖα εἶναι δεκτικὴ ἡ φύσις τῶν παιδίων, εἰς ἐκεῖνο τὸ μάθημα ὅπου ἤθελαν οἱ γονεῖς διὰ νὰ μάθῃ, εἰς ἐκεῖνο ἐπρόκοπτε καὶ ἡ Μακρῖνα. Ἡ δὲ μήτηρ μας ἐσπούδαζε νὰ μανθάνῃ ἡ θυγάτηρ της τὰ θεόπνευστα λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ ὅσα εἶναι ἁρμόδια εἰς τὴν ἡλικίαν τῶν παιδίων, μάλιστα δὲ τὴν Σοφίαν τοῦ Σολομῶντος, καὶ ὅσα ἄλλα συντείνουσιν εἰς τὰ χρηστὰ ἤθη τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ καὶ τὰ λόγια τοῦ Ψαλτηρίου ἦσαν μαθήματα τῆς Μακρίνης, κάθε δὲ λόγιον τοῦ Ψαλτηρίου ἐλέγετο ἀπὸ τὴν νέαν εἰς τὸν ἁρμόδιον καιρόν· δηλαδὴ καὶ ὅταν ἠγείρετο ἀπὸ τὸν ὕπνον, καὶ ὅταν ἤρχιζε κανὲν ἔργον καὶ ὅταν τὸ ἐτελείωνε, καὶ ὅταν ἔτρωγεν ἄρτον, καὶ ὅταν ἠγείρετο ἀπὸ τὴν τράπεζαν, καὶ ὅταν ἐπήγαινε διὰ νὰ κοιμηθῇ· καὶ πάντοτε τοὺς ψαλμοὺς τοὺς Δαβὶδ εἶχεν εἰς τὸ στόμα της ὡς καλὴν συνοδείαν.
Μὲ ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα μαθήματα ηὔξανε, τὴν ἡλικίαν ἡ Ὁσία, ἀφοῦ δὲ ἔμαθε νὰ κατασκευάζῃ καὶ ἱερὰ ἐργόχειρα, ἔφθασεν εἰς τὸ δωδέκατον ἔτος τῆς ἡλικίας της, εἰς τὸ ὁποῖον ἀρχίζει νὰ λάμπῃ τὸ ἄνθος τῆς νεότητος· ὅθεν καὶ ἦτο ἄξιον θαύματος, πῶς καὶ μολονότι ἦτο κεκρυμμένον τὸ κάλλος τῆς νέας καὶ δὲν ἐβλέπετο, μὲ ὅλον τοῦτο δὲν ἐλάνθανε τοὺς πολλούς, ἀλλ’ ἐνομίζετο, πῶς ἡ Μακρῖνα εἶχε τοιοῦτον κάλλος, ὥστε εἰς ὅλην τὴν πατρίδα της δὲν εὑρίσκετο ἄλλο παρόμοιον.