Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας τοῦ Μεγάλου.

 ἐπαρχίαν εἰς δύο Μητροπόλεις, ὅπως θὰ ἦσαν καὶ οἱ ἔπαρχοι. Ὅμως ὁ Ἅγιος ἔλεγεν εἰς αὐτοὺς μετὰ ταπεινώσεως, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ὑποχρέωσιν νὰ ἀκολουθῇ τὴν βασιλείαν, ἀλλὰ ἡ βασιλεία τὴν Ἐκκλησίαν, οὐδὲ εἶναι πρέπον νὰ χωρίσουν οἱ Μητροπολῖται, οἱ μιμηταὶ τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ ἐχώρισαν οἱ ἔπαρχοι.

Δὲν ἤκουον, ὅμως ταῦτα οἱ Ἐπίσκοποι ἐκεῖνοι, ἐπειδὴ εἶχον παλαιὰν ἔχθραν πρὸς τὸν Ἅγιον καὶ ἐχειροτόνησαν Μητροπολίτην Τυάνων τινὰ Ἄνθιμον ὀνομαζόμενον. Ὄχι δὲ μόνον τοῦτο ἔπραξαν οἱ κακοὶ Ἀρχιερεῖς, ἀλλὰ καὶ ἄλλο τι χειρότερον. Μεταξύ, δηλαδή, τῶν συνόρων τῆς Καισαρείας καὶ τῶν Τυάνων εἰς τὴν ὑπώρειαν τοῦ ὄρους Ταύρου ἦτο Ναὸς τοῦ Ἁγίου Ὀρέστου, ὅστις εἶχεν ἀρκετὰ εἰσοδήματα ἐξ ἀμπέλων καὶ ἀγρῶν, ὡς καὶ ἄλλα τοιαῦτα. Ταῦτα λοιπὸν οἱ πλεονέκται Ἐπίσκοποι ἀφήρπασαν ἐκ τῆς ἐξουσίας τοῦ Ἁγίου, μὲ τὸν σκοπὸν νὰ τὸν λυπήσουν. Ἀλλ’ ὁ Ἅγιος, μιμητὴς ὢν τοῦ Χριστοῦ, ὅστις εἶπε: «Τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνα σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον», ὡς μὴ ἀγαπῶν τὰ σκάνδαλα, εἰρήνευσεν, ἀρκεσθεὶς εἰς τὴν ἐπαρχίαν Καισαρείας. Ἕως ὅτου ὁ Θεός, ἰδὼν τὴν ὑπομονὴν τοῦ Ἁγίου, συντόμως ἐτιμώρησε τὸν Μητροπολίτην Τυάνων Ἄνθιμον καὶ οὕτω πάλιν ἡνώθησαν ἐκκλησιαστικῶς αἱ ἐπαρχίαι. Τότε, λέγουσιν, ὅτι ἐχειροτόνησεν ὁ Ἅγιος τὸν Μέγαν Γρηγόριον τὸν Θεολόγον Ἐπίσκοπον, εἴς τινα μικρὰν Ἐπισκοπὴν τῆς Καισαρείας λεγομένην Σάσιμα. Καὶ ὡς πρὸς μὲν ταῦτα, ἂς ἔχῃ τέλος ἡ διήγησις. Διηγούμεθα δὲ ἤδη ἓτερον θαῦμα τοῦ Ἁγίου καὶ παρακαλοῦμεν τὴν ἀγάπην σας, εὐλογημένοι Χριστιανοί, νὰ ἀκούσητε τοῦτο μετὰ πίστεως καὶ εὐλαβείας.

Εἰς Καισάρειαν ἦτο ἄρχων τις, Προτέριος ὀνομαζόμενος, πλούσιος πολὺ καὶ φοβούμενος τὸν Θεόν. Εἶχε δὲ οὗτος θυγατέρα μονογενῆ ὡραίαν κατὰ τὴν μορφήν, δεκαπενταετῆ. Τί λοιπὸν ἐσκέφθη ὁ πανοῦργος διάβολος ὁ ἐχθρὸς τῆς παρθενίας; Ἤναψε κακὴν ἐπιθυμίαν εἰς ἕνα δοῦλον τοῦ ἄρχοντος ἐκείνου καὶ ἐξηνάγκαζε τοῦτον νὰ εὕρῃ πάντα τρόπον διὰ νὰ τὴν κάμῃ σύζυγόν του. Ἐπειδὴ δὲ δὲν ἠδύνατο νὰ κατορθώσῃ τοῦτο, μετέβη εἰς ἕνα μάγον, εἰδωλολάτρην τοῦ καιροῦ ἐκείνου, ὑπηρέτην τοῦ διαβόλου καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· «Ἐὰν μεταστρέψῃς τὴν καρδίαν τῆς θυγατρὸς τοῦ αὐθέντου μου, ὣστε νὰ μὲ ἀγαπήσῃ καὶ νὰ μὲ πάρῃ ὡς σύζυγόν της, θέλω γίνει δοῦλός σου καὶ ὅ,τι θέλεις θὰ σοῦ δώσω». Τότε ὁ μάγος εἶπεν εἰς τὸν δοῦλον· «Ἐὰν ἀρνηθῇς ἐγγράφως τὸν Χριστόν, θέλω ἐκτελέσει τὴν ἐπιθυμίαν σου». Ὁ ἐλεεινὸς δοῦλος ἀπήντησεν· «Ἀρνοῦμαι τὸν Χριστὸν καὶ διὰ λόγου καὶ ἐγγράφως, ἀρκεῖ νὰ γίνῃ τὸ θέλημά μου». Ὁ μάγος τότε εἶπεν εἰς αὐτόν· «Θέλω σοῦ δώσει ἕνα γράμμα


Ὑποσημειώσεις

[1] Περὶ τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου Νύσσης βλέπε ἐν τῷ ἀνὰ χεῖρας τόμῳ Ἰανουαρίου Ιʹ (10).

[2] Τῆς Ὁσίας Μακρίνης τὸν κατὰ πλάτος θαυμάσιον Βίον συγγεγραμμένον ἀπὸ τὸν ἀδελφὸν αὐτῆς Ἅγιον Γρηγόριον Νύσσης βλέπε εἰς τὴν 19ην Ἰουλίου τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», Τόμος Ζʹ. Ἐκεῖ βλέπε καὶ περὶ τῶν ἄλλων ἀδελφῶν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Ναυκρατίου δηλαδὴ καὶ τοῦ Πέτρου.

[3] Ἡ θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου τελεῖται κατὰ τὰς πέντε πρώτας Κυριακὰς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Πέμπτην, τὸ Μέγα Σάββατον, τὴν παραμονὴν τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως, τὴν παραμονὴν τῶν Φώτων καὶ τὴν ἡμέραν τῆς ἑορτῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

[4] Ὁ Μέγας Βασίλειος κατέλιπεν ἡμῖν πολλὰ καὶ σπουδαιότατα συγγράμματα, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν πολυτιμοτάτην καὶ πλουσιωτάτην πηγὴν δι’ ἐκεῖνον, ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ κατανοήσῃ τὴν οὐσίαν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ νὰ ἐνσαρκώσῃ τὸν ἰδανικὸν τύπον τοῦ καλοῦ Χριστιανοῦ. Τὰ ἔργα τοῦ Μεγάλου τούτου Πατρὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ Οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου δυνάμεθα νὰ τὰ κατατάξωμεν εἰς δέκα γενικὰς κατηγορίας. Ἤτοι: Αʹ Λειτουργικά. Βʹ Δογματικά. Γʹ Ἑρμηνευτικὰ εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν. Δʹ Λόγοι εἰς διαφόρους ἑορτὰς Ἁγίων Μαρτύρων. Εʹ Παιδαγωγικά. Ϛʹ Ἠθικαὶ πρακτικαὶ ὁμιλίαι. Ζʹ Ἀσκητικά. (Πρόκειται, κυρίως περὶ συλλογῆς συγγραμμάτων, ἀναφερομένων εἰς τὸ περιεχόμενον καὶ τὴν ὀργάνωσιν τοῦ Μοναχικοῦ βίου. Εἰς τὴν συλλογὴν ὅμως αὐτήν, κατ’ ἐπέκτασιν, ἐξετάζονται καὶ ζητήματα, σχετιζόμενα μὲ τὴν ἐφαρμογὴν εἰς τὸν βίον τῆς κατὰ Χριστὸν Ἠθικῆς). Ὁ Μ. Βασίλειος διὰ τῶν δύο συγγραμμάτων, («Ὅροι κατὰ πλάτος» καὶ «Ὅροι κατ’ ἐπιτομὴν») ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐξαίρει τὴν ὑπεροχὴν τοῦ Κοινοβιακοῦ συστήματος τοῦ Μοναχικοῦ βίου, ἀφ’ ἑτέρου δὲ διατυπώνει τὰς βασικὰς ἀρχὰς ὀργανώσεως τῶν Κοινοβίων. Θὰ ἠδύνατο κανεὶς νὰ εἴπῃ ὅτι ὁ Μ. Βασίλειος εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεμελιωτὴς τοῦ Κοινοβιακοῦ συστήματος, δι’ αὐτὸ καὶ θεωρεῖται ὁ μεγάλος θεωρητικὸς καὶ πρακτικὸς Πατὴρ τοῦ Κοινοβιακοῦ πολιτεύματος. Βαθυτάτη δὲ πρέπει νὰ εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ πρὸς τὸν Μ. Βασίλειον διὰ τὴν ὀργάνωσιν αὐτήν. Ηʹ Ἐπιστολαί. Ὁ Μέγας Βασίλειος συνέγραψε, ὡσαύτως, περὶ τὰς 366 ἐπιστολὰς πρὸς διαφόρους καὶ ἐπὶ διαφόρων ζητημάτων. Αἱ ἐπιστολαὶ αὗται ἀποκαλύπτουν «τὴν λεπτότητα τοῦ πνεύματος, τὴν ἔξοχον πολυμάθειαν καὶ τὴν καταπλήσσουσαν πολυμέρειαν τοῦ ἀνδρὸς» καὶ διακρίνονται «οὐ μόνον ἀπὸ ἀπόψεως περιεχομένου, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν χάριν καὶ τελειότητα τοῦ ὕφους» (Πατρολογία Δ. Μπαλάνου σελ. 301). Θʹ Οἱ Κανόνες τοῦ Μ. Βασιλείου. Ἡ Ἁγία Ἕκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος περιέβαλε μὲ Οἰκουμενικὸν κῦρος καὶ ὡρισμένας διατάξεις τοῦ Μ. Βασιλείου, περιεχομένας εἰς τὰς ἐπιστολάς του κυρίως καὶ ἀναφερομένας εἰς τὸν καταλογισμὸν διαφόρων ἁμαρτημάτων, ὡς καὶ εἰς τὰ ἐπιβαλλόμενα ἐπιτίμια εἰς τοὺς διαπράξαντας αὐτά. Αἱ διατάξεις αὐταὶ ἀποτελοῦν τοὺς 92 Κανόνας τοῦ Μ. Βασιλείου, ποὺ περιλαμβάνονται εἰς τὸ Ἱερὸν Πηδάλιον. Καὶ Ιʹ Φιλοκαλία. Ὁ Μ. Βασίλειος, ὅταν ἐμόναζεν εἰς τὸν Πόντον, μαζὶ μὲ τὸν Θεολόγον Γρηγόριον, ἀνθολόγησαν ὡρισμένας σκέψεις ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Ὠριγένους (τοῦ ὁποίου τὰ συγγράμματα δὲν εἶχον ἀκόμη καταδικασθῆ ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας) καὶ συνέγραψαν τὴν Φιλοκαλίαν.

[5] Βλέπε περὶ τούτου εἰς τὸν Βίον τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἑορταζομένου κατὰ τὴν 25ην τοῦ παρόντος Ἰανουαρίου.

[6] Εἰς τὸν Ἅγιον Βασίλειον 24 Οἴκους ἐποίησεν ὁ Ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας πατὴρ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.