ὅταν δὲ ἐτελείωσεν ὁ καιρὸς τῆς ἐξουσίας του, ἐπῆγεν εἰς τὸν Ὅσιον καὶ ἐζήτησε τὰς εὐχάς του, τὸν παρεκάλεσε δὲ νὰ μὴ τὸν λησμονῇ. Ὁ δὲ Ὅσιος τοῦ εἶπεν, ὅτι κατὰ τὸ παρὸν δὲν ἤθελεν ἴδει τὴν Βασιλεύουσαν, διότι ὁ Θεὸς θέλει νὰ εὑρίσκεται ἀκόμη ἐξουσιαστὴς τῶν δυτικῶν μερῶν, τὸ ὁποῖον καὶ ἔγινε· διότι ἀναχωρῶν διὰ την Κωνσταντινούπολιν, ὅταν ἔφθασεν εἰς τὴν Λάρισαν, ἐβεβαιώθη ἡ πρόρρησις τοῦ Ὁσίου καὶ ἐπέτρεψεν ὀπίσω, διότι ἔλαβε γράμματα τοῦ βασιλέως, διὰ τῶν ὁποίων τὸν κατέστησεν ἐξουσιαστὴν τῆς Πελοποννήσου.
Ὅλαι αἱ προρρήσεις τοῦ Ὁσίου εἶναι ἀξιοθαύμαστοι· ἡ πρόρρησις ὅμως τὴν ὁποίαν εἶπε διὰ τὴν Κρήτην εἶναι σχεδὸν ἀπίστευτος, παρ’ ὅλον ὅτι ἀπεδείχθη ἐκ τῶν πραγμάτων ἀληθεστάτη· διότι εἴκοσι ἔτη ἐνωρίτερα προεῖπε δι’ αὐτήν, ὅτι ἔχει νὰ ἀπελευθερωθῆ καὶ εἰς ποίου βασιλέως καιρόν· διότι εἶπε καθαρὰ ὅτι ὁ βασιλεὺς Ρωμανὸς θὰ ἀπελευθερώσῃ τὴν Κρήτην· ἀλλ’ ἐπειδὴ ἐβασίλευεν ὁ γέρων Ρωμανὸς ὁ καὶ Λεκαπηνὸς λεγόμενος, ὅτε ταῦτα προεῖπεν ὁ Ὅσιος, τὸν ἠρώτησε κάποιος ἐκ τῶν παρευρισκομένων ἐὰν περὶ τούτου τοῦ Ρωμανοῦ πρόκειται, ὅστις βασιλεύει τώρα, ὁ δὲ Ἅγιος ἀπήντησεν ὅτι δὲν πρόκειται περὶ τούτου ἀλλὰ περὶ ἄλλου Ρωμανοῦ, τοῦ ἐγγόνου δηλαδὴ τοῦ γέροντος Ρωμανοῦ.
Πλουσία τις καὶ ὀνομαστὴ γυνὴ ἀπὸ τὰς Θήβας περιέπεσεν εἰς βαρυτάτην ἀσθένειαν, ὁ δὲ ἀνὴρ αὐτῆς ἐξοδεύσας πολλὰ χρήματα εἰς τοὺς ἰατροὺς δὲν ἠδυνήθη νὰ ὠφελήσῃ τὴν ἀσθενῆ· ὅθεν τελευταία αὐτῶν ἐλπὶς ἀπέμεινεν ὁ θεῖος Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος συμπονῶν τὸν ἄνδρα, ὅστις ἐλυπεῖτο καὶ τὸν παρεκάλει θερμῶς, ἐκάλεσε μαθητήν του τινά, Παγκράτιον τὸ ὄνομα, καὶ τοῦ εἶπε· «Λάβε τοῦτο τὸ δοχεῖον τὸ ὁποῖον εἶναι γεμᾶτον ἔλαιον, ὕπαγε εἰς τὴν ἀσθενῆ καὶ ἄλειψον ὅλον της τὸ σῶμα μὲ αὐτό». Ὁ δὲ Μοναχὸς χωρὶς νὰ διακριθῇ διότι ἦτο ἐστολισμένος μὲ ἁπλότητα καὶ μὲ τὰ χρηστὰ ἤθη τοῦ Γέροντός του, ἐπῆγεν εἰς τὴν γυναῖκα. Καὶ πρῶτον μὲν ἐκείνη, νομίζουσα τὸ πρᾶγμα ἄπρεπον, δὲν ἐδέχετο νὰ τὴν ἀλείψῃ· ἔπειτα διαλογιζομένη αὐτὴ καὶ ὁ ἀνήρ της ποῖος Ἅγιος ἦτο ἐκεῖνος ὅστις τὸν ἔστειλε καὶ βιαζόμενοι ἀπὸ τὴν ἀνάγκην, ἐδέχθησαν καὶ τὴν ἔχρισεν ὁ Παγκράτιος ἀπὸ κεφαλῆς ἕως ποδῶν, ὡς υἱὸς τῆς ὑπακοῆς ὅπου ἦτο, πειθόμενος εἰς τὴν ἐντολὴν τοῦ Γέροντός του. Σκεφθῆτε δὲ τὶ καρπὸν ἔλαβεν ἀπὸ τὴν ὑπακοήν· διότι οὔτε κἂν ἐβλάβη μὲ αἰσχρὸν λογισμόν, ἀπὸ τὴν θεωρίαν τοῦ σώματος τῆς γυναικός· σκεφθῆτε ἐπίσης καὶ τὴν δύναμιν τῆς πίστεως ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι παρεκάλεσαν τὸν Ὅσιον· διότι εὐθὺς ὡς ἐχρίσθη ἡ ἀσθενὴς ἔλαβε τὴν ὑγείαν της καὶ ἐδόξασε τὸν Θεόν.