ποὺ ἀναφέρει καὶ τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον· «Μὴ φοβεῖσαι, μόνον πίστευε καὶ ἡ θυγάτηρ σου θὰ σωθῇ». Εὐθὺς λοιπὸν ἐπορεύθησαν εἰς τὴν πόλιν καὶ ἀφοῦ παρέλαβον τὴν κόρην δεδεμένην μὲ σχοινία, ἀνέβησαν πάλιν εἰς τὸ ὄρος πρὸς τὸν Ὅσιον, ὁ ὁποῖος μόλις εἶδε τὴν κόρην νὰ βασανίζεται σκληρῶς ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἶπεν· «Διὰ τρεῖς ἢ ἓξ ὀβολοὺς πάσχει αὐτὰ ἡ κόρη;». Διὰ ποῖον λόγον εἶπεν αὐτὰ ὁ Ὅσιος; Διὰ νὰ δείξῃ εἰς τὸν πατέρα τῆς κόρης, ὅτι ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα εἶπεν οὗτος ἐναντίον τοῦ Ὁσίου ἕνεκα τῆς ἀπιστίας του, ἀπεκαλύφθησαν καθαρὰ εἰς αὐτὸν ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν δὲ ὁ ἄπιστος αὐτὸς ἐζήτησε μὲ θερμὰ δάκρυα συγχώρησιν, ὁ μακάριος Αὐξέντιος ὄχι μόνον συγχώρησιν τοῦ ἔδωσεν, ἀλλὰ καὶ τὸ πολὺ μεγαλύτερον ἔκαμεν· ἠλευθέρωσεν ἀπὸ τὸ πονηρὸν πνεῦμα τὴν θυγατέρα του καὶ ἀπέστειλε καὶ τοὺς δύο εἰς τὸν οἶκον των χαίροντας, ἀφοῦ συνεβούλευσεν αὐτοὺς νὰ μὴ δεικνύουν ἀπιστίαν εἰς τὰ σημεῖα καὶ τέρατα, τὰ ὁποῖα ἐκτελεῖ καθημερινῶς ὁ Θεὸς διὰ τῶν δούλων αὐτοῦ.
Ἀλλὰ ποία θάλασσα δύναται νὰ δεχθῇ τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων, τὰ ὁποῖα ἔκτοτε ἐπετέλεσεν ὁ Ὅσιος; Διότι δὲν ὑπῆρχε κανείς, ὁ ὁποῖος ἐνοχλούμενος ἀπὸ πάθος τι ἢ ἀπὸ κάποιαν ἀσθένειαν ἢ ἀπὸ πονηρὸν πνεῦμα, καὶ ὁ ὁποῖος, ἐρχόμενος πρὸς τὸν Ὅσιον, δὲν ἀπηλλάσσετο ἀμέσως ἀπὸ ὅ,τι καὶ ἂν ὑπέφερε. Διότι λεπροί, χριώμενοι ὑπ’ ἐκείνου μόνον μὲ ἔλαιον καὶ λαμβάνοντες εὐχήν, τελείως ἐκαθαρίζοντο. Οἱ παράλυτοι κατὰ τὸ σῶμα συνεσφίγγοντο ταχύτερον ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ Ὁσίου. Τοὺς δὲ δαιμονιζομένους, ὅσοι ἠλευθερώθησαν ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα, δὲν εἶναι δυνατὸν οὐδὲ ἀτελῶς νὰ ἀναφέρωμεν. Καὶ διὰ νὰ εἴπωμεν ἐν συντομίᾳ, δὲν ὑπάρχει πόλις ἢ χώρα οὔτε λιμήν τις ἐκ τῶν πλησίον ἢ μακρὰν εὑρισκομένων, εἰς τὸν ὁποῖον νὰ μὴ ἔγιναν γνωστὰ τὰ θαύματα τοῦ μακαρίου Αὐξεντίου ἢ μᾶλλον δὲν ὑπῆρξε περίπτωσις, κατὰ τὴν ὁποίαν νὰ μὴ ἔλαβον τὴν θεραπείαν οἱ κάτοικοι αὐτῶν οἱ δεινῶς πάσχοντες ἐκ δαιμόνων ἢ οἱ πάσχοντες ἀπὸ οἱανδήποτε ἄλλην σωματικὴν νόσον, ἐπικαλεσθέντες τὸν Ἅγιον.
Ἀλλὰ δίκαιον εἶναι νὰ ἀναφέρωμεν ἐνταῦθα συντόμως καὶ τοὺς ἀγῶνας καὶ τοὺς κόπους αὐτοῦ ὑπερ τῆς εὐσεβοῦς πίστεως. Ἀφοῦ ὁ φιλόχριστος βασιλεὺς Θεοδόσιος ἀπέθανε καὶ διεδέχθη τοῦτον εἰς τὴν βασιλείαν ὁ εὐσεβὴς Μαρκιανός, διὰ διαταγῶν αὐτοῦ καὶ θείων θεσπισμάτων συνεκροτήθη ἡ ἐν Χαλκηδόνι Σύνοδος τῶν θείων Πατέρων κατὰ τῆς αἱρέσεως τῶν Νεστορίου καὶ Εὐτυχοῦς, τῆς ρυπαρᾶς καὶ μισοχρίστου δυάδος. Ὅταν λοιπὸν ὅλοι συνῆλθον ἐπὶ τὸ αὐτό, καὶ ὁ βασιλεὺς