ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν βίον, ἔχουσα νόμιμον σύζυγον, ἔρχεται πρὸς τὸν μέγαν Αὐξέντιον καὶ τὸν παρεκάλει νὰ διαμείνῃ καὶ αὐτὴ μαζὶ μὲ τὴν Στεφανίαν. Ἔδωσε δὲ εἰς αὐτὰς ὁ μακάριος πράγματι ἀσκητικὸν σχῆμα, ἑτοιμάσας τριχίνους χιτῶνας καὶ μεγάλα ὠμοφόρια, τὰ ὁποῖα ἐφόρεσαν, ὥστε καὶ ἀπὸ μόνον τὸ σχῆμα νὰ τὰς σέβωνται οἱ βλέποντες αὐτάς, διότι μέχρι τότε δὲν εἶχεν ἐμφανισθῆ εἰς τὰ μέρη ἐκεῖνα σχῆμα παρόμοιον.
Ἔκτοτε λοιπὸν καὶ ἄλλαι γυναῖκες προσήρχοντο, ἄλλαι μὲν ὁδηγούμεναι πρὸς τὸν Ὅσιον ὑπὸ εὐγενῶν γονέων διὰ νὰ διαφυλάξουν τὴν παρθενίαν των, ἄλλαι δὲ φεύγουσαι ἀπὸ τοὺς οἴκους τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀπαρνούμεναι τὸν διάβολον καὶ μὲ θερμὴν μετάνοιαν συντασσόμεναι μὲ τὸν Χριστόν, ὥστε εἰς ὀλίγον καιρὸν νὰ συναχθοῦν ὑπὲρ τὰς ἑβδομήκοντα. Ἠναγκάσθη λοιπὸν ἐκ τούτου ὁ θεῖος Αὐξέντιος νὰ οἰκοδομήσῃ Ἐκκλησίαν πρὸς χάριν αὐτῶν καὶ νὰ κτίσῃ τὰ κατάλληλα κελλία διὰ τὴν ἄσκησίν των. Ἑκάστην δὲ Κυριακὴν καὶ Παρασκευήν, ἀφοῦ ἔστελλε καὶ προσεκάλει τὰς Ὁσίας γυναῖκας, τὰς συνεβούλευε καὶ παρεκίνει νὰ λησμονήσουν τελείως τὰ τερπνὰ τοῦ βίου, διότι τὰ ἐξ ἐπαγγελίας τοῦ Θεοῦ προωρισμένα δι’ ἡμᾶς ἀγαθὰ εἶναι πολὺ τερπνότερα, καὶ νὰ μὴ γίνωνται δοῦλαι τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν, λέγων πρὸς αὐτάς· «Ἀντὶ τοῦ φυσικοῦ γάμου, μὲ τὸν ὁποῖον εἶναι συνδεδεμένη καὶ ἡ χηρεία, σεῖς ἐπροτιμήσατε γάμον μυστικὸν καὶ μάλιστα ἀπηλλαγμένον τῆς χηρείας, ἀντὶ δὲ φθαρτοῦ νυμφίου ἔχετε ἑνωθῆ μὲ τὸν ἀθάνατον Νυμφίον Χριστόν, ὁ ὁποῖος ξεπερνᾷ εἰς τὸ κάλλος, κατὰ τὸν θεῖον Δαβίδ, πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων [8], ὅστις εἰς ἐκείνας, αἱ ὁποῖαι θὰ μνηστευθοῦν μὲ αὐτόν, εἰς ὅσας μὲν ποθοῦν τὴν ἀφθορίαν δίδει χαρὰν ἀνεκλάλητον, εἰς ἐκείνας δὲ αἱ ὁποῖαι θὰ λιποτακτήσουν δίδει κόλασιν αἰώνιον».
Ἔλεγε πάλιν πρὸς αὐτὰς ὁ Ὅσιος· «Προσέξατε λοιπὸν μήπως κάποιος ἁρπάσῃ τὴν παρθενίαν σας καὶ σᾶς χωρίσῃ ἀπὸ τὸν ἄφθαρτον Νυμφίον Χριστόν. Διότι τὸ ἁμάρτημα τοῦτο εἶναι φοβερὸν καὶ βαρύτατον δι’ ἐκείνους ποὺ τὸ διαπράττουν. Διότι δὲν εἶναι ἐξ ἴσου βαρὺ ἔγκλημα τὸ νὰ σχίσῃς τὸ ἔνδυμα ἑνὸς πτωχοῦ καὶ τὴν πορφύραν ἑνὸς βασιλέως, οὔτε πάλιν νὰ ἀτιμάσῃς τὴν εἰκόνα ἑνὸς βασιλέως καὶ ἑνὸς κοινοῦ ἀνθρώπου. Εἰκόνες δὲ τοῦ Θεοῦ εἶναι αἱ παρθένοι, αἱ ὁποῖαι ἔχουν ἐζωγραφισμένον αὐτὸν εἰς τὰς καρδίας των. Διὰ τοῦτο ἡ φθαρεῖσα παρθένος εἶναι πολὺ περισσότερον ἀξιοκατάκριτος ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι διαρκῶς πορνεύονται,