Ὁ θεῖος Αὐξέντιος μαζὶ μὲ τὰς ψυχωφελεῖς συμβουλάς του παρήγγελλε πρὸς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἤρχοντο πρὸς αὐτόν, καὶ τοῦτο: νὰ μὴ τιμοῦν καὶ σέβωνται ἐξ ὅλων τῶν ἡμερῶν τῆς ἑβδομάδος μόνον τὴν Κυριακὴν διὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τὴν Παρασκευήν, διὰ τὸ ζωηφόρον Πάθος αὐτοῦ. Ἕκαστον δὲ Σάββατον ἡτοίμαζε καὶ ἐτέλει μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς παρευρισκομένους ὁλονύκτιον ὑμνῳδίαν. Καὶ κάποτε, κατὰ ἕνα Σάββατον, ἀνοίξας ὁ μακάριος τὴν θύραν τοῦ κλωβοῦ του, εἶπε πρὸς τοὺς παρόντας· «Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, ὁ ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἡμῶν Συμεών [7], ὁ στῦλος τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὴν τὴν στιγμὴν ἐξεδήμησε πρὸς Κύριον καὶ ἡ θεία ψυχή του δὲν ἀπηξίωσε νὰ δώσῃ εἰς ἐμὲ τὸν ἀνάξιον τὸν τελευταῖον της ἀσπασμόν».
Ἀκούσαντες τοὺς λόγους τούτους τοῦ Ὁσίου οἱ παρευρισκόμενοι ἐσημείωσαν τὴν ἡμέραν καὶ μετ’ ὀλίγον ἔγινε γνωστὴ εἰς ὅλους ἡ ἐκ τοῦ βίου τούτου ἐκδημία τοῦ θαυμαστοῦ Συμεών, γενομένη κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν ποὺ εἶπεν εἰς αὐτοὺς ὁ μακάριος Αὐξέντιος. Ἡ Χάρις ὅμως τῶν θαυμάτων καὶ τῶν ἰάσεων οὐδέποτε τὸν ἐγκατέλειψε. Καὶ δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ γίνῃ διαφορετικὰ δι’ αὐτόν, ὁ ὁποῖος καὶ πρὸ τῆς ἀσκήσεως, ὅταν ἀκόμη ἔζη εἰς τὴν βασιλίδα τῶν πόλεων, δηλαδὴ τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἐτέλεσεν ἀρκετὰ μεγάλα καὶ παράδοξα θαύματα, τὰ ὁποῖα καὶ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του δὲν ἔπαυε νὰ τελῇ ἄν καὶ ἀποσιωπῶμεν ταῦτα διὰ νὰ μὴ μακρηγορῶμεν. Δι’ αὐτὸ θὰ ἀναφέρωμεν ἀκόμη ὅσα μόνον ἔγιναν περὶ τὸ τέλος τῆς ζωῆς τοῦ μακαρίου Αὐξεντίου, ἵνα γνωρίσουν ταῦτα οἱ φιλάρετοι, διότι πράγματι εἶναι μεγάλα καὶ ἄξια νὰ τὰ ἐνθυμούμεθα.
Γυνή τις τὸ ὄνομα Στεφανία, ἡ ὁποία ἐχρημάτισεν ἀκόλουθος τῆς εὐσεβοῦς βασιλίσσης Πουλχερίας, ἀναβαίνουσα συχνάκις πρὸς τὸ ὄρος, ἐλάμβανε τὰς εὐχὰς τοῦ Ὁσίου. Αὕτη, πληγωθεῖσα εἰς τὴν ψυχὴν ἀπὸ τὸν θεῖον ἔρωτα, παρεκάλει τὸν Ὅσιον νὰ τὴν ἐνδύσῃ μὲ τὰς χεῖρας του τὸ μοναδικὸν σχῆμα. Ἐπειδὴ δὲ ὁ Ὅσιος διαρκῶς ἀνέβαλλε τὸ ζήτημά της καὶ ἔλεγεν ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ ζῇ αὕτη εἰς τὸν κόσμον καὶ δι’ ἀρίστης διαγωγῆς νὰ εὐαρεστήσῃ εἰς τὸν Θεόν, ἐκείνη τὸν ἠνώχλει περισσότερον, θέλουσα νὰ πραγματοποιήσῃ τὸν σκοπόν της. Συγκατατίθεται λοιπὸν ὁ Ὅσιος καὶ ἐπέτρεψεν εἰς τὴν γυναῖκα νὰ διαμείνῃ εἰς ἕνα ἐπίπεδον τόπον εὑρισκόμενον εἰς τοὺς πρόποδας τοῦ ὄρους καὶ ἐκεῖ νὰ ἀφοσιωθῇ εἰς τὴν μελέτην τῶν θείων Γραφῶν. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ἄλλη γυνή, Κοσμία κατὰ τὸ ὄνομα